Δεκαοχτώ νέοι σταθμοί αναμένονται να προστεθούν στο δίκτυο του Μετρό της Αθήνας τα επόμενα χρόνια, μια είδηση που καθόλου δεν συγκινεί το επιβατικό κοινό, το οποίο πλέον καλείται καθημερινά να αντιμετωπίσει τα διάφορα προβλήματα του δικτύου που ολοένα και αυξάνονται.
Οι βλάβες στους συρμούς, οι καθυστερήσεις των δρομολογίων αλλά και ο συνωστισμός τόσο στις αποβάθρες, όσο και εντός των συρμών αποτελούν ένα μόνιμο φαινόμενο στην καθημερινότητα των επιβατών, που άλλοτε καμάρωναν για το μέσο και για το πόσο έχει διευκολύνει τη ζωή τους.
Χαρακτηριστική απόδειξη των παραπάνω ζητημάτων, η απόφαση της διοίκησης της ΣΤΑΣΥ την περασμένη εβδομάδα, να δρομολογήσει για δύο ημέρες «ενισχυτικούς» συρμούς, δηλαδή δρομολόγια που δεν έφθαναν στα δύο άκρα της γραμμής, αλλά υποτίθεται πως εξυπηρετούσαν καλύτερα το κεντρικό τμήμα της.
Με τον τρόπο αυτό εκτιμάται πως εξυπηρετούνται καλύτερα οι επιβάτες των σταθμών με τη μεγαλύτερη κίνηση. Δεν ήταν λίγοι, ωστόσο, αυτοί που αιφνιδιάστηκαν και βρέθηκαν να αποβιβάζονται αναγκαστικά στο Αιγάλεω, αντί του Πειραιά, και από εκεί να παίρνουν το επόμενο δρομολόγιο, το οποίο φυσικά ήταν γεμάτο κόσμο.
Ελλείψεις προσωπικού και συρμών
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η ανάπτυξη της πόλης βασίζεται κυρίως στην επέκταση του Μετρό, γεγονός όμως που τράβηξε την προσοχή από το ήδη υπάρχον και σε λειτουργία δίκτυο, το οποίο σήμερα έχει ξεμείνει από συρμούς και προσωπικό.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών, υπολογίζεται σήμερα ότι θα χρειάζονταν τουλάχιστον 200 άτομα περισσότερα σε θέσεις κυρίως οδηγών και τεχνιτών προκειμένου να βγαίνουν με άνεση τα δρομολόγια και να γίνονται οι συντηρήσεις των συρμών στην ώρα τους.
Σε ό,τι αφορά τους συρμούς, τα στοιχεία απογοητεύουν περισσότερο. Υπολογίζεται ότι από το δίκτυο λείπουν περίπου 40 συρμοί ώστε τα δρομολόγια να εκτελούνται με πυκνότητα 3 λεπτών στις ώρες αιχμής.
Έλλειψη σημειώνεται και στους συρμούς που εξυπηρετούν τα δρομολόγια προς το αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος». Στη γραμμή αυτή δεν μπορούν να κινηθούν οι κοινοί συρμοί που παίρνουν ρεύμα από ηλεκτροφόρο ράγα στο έδαφος. Στο τμήμα Δουκίσσης Πλακεντίας-Αεροδρόμιο η ηλεκτροδότηση γίνεται με εναέρια καλώδια και οι ειδικοί διρευματικοί συρμοί διαθέτουν «κεραίες» (παντογράφο) που τις υψώνουν για να συνεχίσουν τη διαδρομή.
Τον Οκτώβριο του 2022 η γραμμή 3 του Αεροδρομίου επεκτάθηκε προς Πειραιά, αλλά οι ειδικοί αυτοί συρμοί έμειναν ίδιοι σε αριθμό. Το αποτέλεσμα ήταν τα δρομολόγια να αραιώσουν σε 5 (αντί 6) ανά τρίωρο. Έτσι το καλοκαίρι, οι τουρίστες που αυξήθηκαν ήταν υποχρεωμένοι να μπαίνουν μέσα σε υπερφορτωμένους συρμούς για να φθάσουν στον προορισμό τους.
Η σύμβαση των 65 εκατ. ευρώ
Και τα προβλήματα δεν σταματούν. Μεγάλο θέμα αντιμετωπίζει η Γραμμή 1 (Πειραιάς – Κηφισιά) όπου η πλειονότητα των συρμών είναι πολύ παλαιότεροι εκείνων των γραμμών 2-3. Τη λύση αναμένεται να δώσει η σύμβαση που υπέγραψε η κυβέρνηση για την ανακατασκευή 14 συρμών που έχουν συμπληρώσει 40 χρόνια κυκλοφορίας (του 1983).
Σύμφωνα και πάλι με το ρεπορτάζ της εφημερίδας, η σύμβαση αυτή θα κοστίσει 65 εκατομμύρια ευρώ, αλλά παραμένει άγνωστο το πότε θα αρχίσουν να επιστρέφουν στην κυκλοφορία οι πρώτοι από τους ανακατασκευασμένους συρμούς. Πηγές εκτιμούν ότι το πιο αισιόδοξο σενάριο προβλέπει ο πρώτος από τους 14 να είναι έτοιμος το 2025.
Σάπιοι στρωτήρες και ετοιμόρροπες ράγες
Πριν από 8 μήνες εργαζόμενοι της ΣΤΑΣΥ μέσω εξώδικου έκαναν λόγο για σάπιους στρωτήρες και ετοιμόρροπες ράγες στο τμήμα Φάληρο-Πειραιάς. Λόγω της κακής κατάστασης, τα δρομολόγια στο τμήμα αυτό γίνονται με εξαιρετικά χαμηλή ταχύτητα με την ανακαίνιση των γραμμών να μην έχει ξεκινήσει καν.
Μείωση της ταχύτητας εφαρμόζεται και από τους οδηγούς του Μετρό στα δρομολόγια μεταξύ Ευαγγελισμού και Συντάγματος και μετά από την Πανόρμου προς Κατεχάκη.
Η έλλειψη συντήρησης και το φρενάρισμα κάθε λίγο προκαλεί καθυστέρηση στα δρομολόγια και οδηγεί στην αραίωσή τους σε συνδυασμό με την απουσία συρμών και προσωπικού. Το πρόβλημα γίνεται ολοένα και πιο εμφανές στα παλαιά τμήματα των γραμμών 2 και 3 (Δάφνη-Σεπόλια και Σύνταγμα-Εθνική Άμυνα) που συμπληρώνουν σχεδόν 25 χρόνια λειτουργίας.
Ένα σύστημα που λειτουργεί «στα όρια» δεν μπορεί να θεωρείται ασφαλές, επισημαίνουν εργαζόμενοι στα δίκτυα των μέσων σταθερής τροχιάς.