Αν υπάρχει κάτι που δεν μπορείς να προσάψεις στον Κεν Λόουτς είναι η ασυνέπεια στις ιδέες του. Εδώ και περισσότερο από μισόν αιώνα, πολεμά – με «όπλο» μια κάμερα – τις κοινωνικές αδικίες, τις ανισότητες και τις διακρίσεις, στηλιτεύει τον καπιταλισμό, καυτηριάζει τις δεξιές πολιτικές και κατακεραυνώνει την άρχουσα τάξη, παραμένοντας πεισματικά ιδεολόγος, βαθιά ουμανιστής και αμετανόητα αριστερός. Το αν κέρδισε ή όχι αυτόν τον «πόλεμο» είναι μια άλλη ιστορία. Το σίγουρο είναι ότι έχει προ πολλού κερδίσει τη φήμη του μεγάλου δημιουργού της Εβδομης Τέχνης. Από την εποχή της «Κες» (που ψηφίστηκε έβδομη καλύτερη βρετανική ταινία του 20ού αιώνα), το σινεμά του κορυφαίου βρετανού κινηματογραφιστή μαγνητίζει τα βλέμματα, αγγίζει τις ψυχές και διεγείρει τις συνειδήσεις εκατομμυρίων θεατών ανά τον κόσμο.
Στα 87 του σήμερα, ο βραβευμένος δύο φορές με Χρυσό Φοίνικα μετρ του κοινωνικού ρεαλισμού παραδίδει στο κοινό την τελευταία του ταινία – που μάλλον θα είναι και τελευταία της καριέρας του –, 56 χρόνια μετά την παρθενική δημιουργία του. «Η τελευταία παμπ» («The Old Oak»), που θα προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από την προσεχή Πέμπτη, είναι μια ελεγεία για τα δεινά των προσφύγων, τον ρατσισμό και τη διχασμένη Βρετανία, αλλά και μια έκκληση για φιλευσπλαγχνία. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στα «Πρόσωπα», ο δημιουργός των αριστουργημάτων «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι» και «Γη και ελευθερία» υποστηρίζει ότι η Δεξιά υποδαυλίζει την ξενοφοβία «για να διχάσει την εργατική τάξη». Παράλληλα, επιτίθεται στον ηγέτη του Εργατικού Κόμματος Κιρ Στάρμερ εκτιμώντας ότι «καταστρέφει την ελπίδα για αλλαγή». Ο αειθαλής σκηνοθέτης αποκαλεί «προσωπική απώλεια» το γεγονός ότι δεν έχει δει τις ταινίες του Γιώργου Λάνθιμου, υπόσχεται ότι θα ξαναγυρίσει ταινία αν βρει το… ελιξίριο της νεότητας και διαπιστώνει ότι «η αλληλεγγύη είναι ο μόνος λόγος για να ελπίζουμε».
Το «The Old Oak» (σ.σ.: γέρικη βελανιδιά) είναι, στην ταινία σας, το όνομα μιας παμπ στη Βορειοανατολική Αγγλία. Μήπως, όμως, λειτουργεί και ως αλληγορία για την κοινωνία; Οι βελανιδιές έχουν βαθιές ρίζες και αντέχουν στον χρόνο. Ισχύει το ίδιο για την αδικία και τις ανισότητες που στηλιτεύετε στο φιλμ;
Νομίζω ότι μπορείτε να το ερμηνεύσετε με πολλούς τρόπους. Η βελανιδιά είναι το εθνικό δέντρο της Αγγλίας. Εδώ λέμε ότι «αυτός έχει καρδιά βελανιδιάς» (σ.σ.: είναι γενναίος). Η βελανιδιά θεωρείται κάτι σταθερό, δυνατό, ακλόνητο, κάτι που αντέχει στις επιθέσεις. Ετσι λοιπόν, μπορεί να συμβολίζει και αυτό που αναφέρατε.
Η ταινία καταπιάνεται με τη μεταναστευτική κρίση, τα αποτελέσματα της οποίας είναι ιδιαιτέρως εμφανή στη Βρετανία, στην Ελλάδα και αλλού, καθώς επίσης και με την ξενοφοβία και τον ρατσισμό. Θεωρείτε ότι οι κοινωνίες μας έχουν γίνει λιγότερο ανεκτικές; Και, αν ναι, ποιος φταίει γι’ αυτό;
Πρόκειται ξεκάθαρα για μια πολιτική τακτική. Οι επεμβατικοί πόλεμοι στους οποίους συμμετείχε η Βρετανία στο Ιράκ και το Αφγανιστάν αποσταθεροποίησαν όλη τη Μέση Ανατολή. Γίναμε μάρτυρες εκτεταμένων συγκρούσεων σε ολόκληρη την περιοχή, οι οποίες εξαπλώθηκαν στην Αφρική με πολέμους δι’ αντιπροσώπων (Proxy wars). Ενας τέτοιος πόλεμος δι’ αντιπροσώπων εξελίσσεται στην Ουκρανία μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας. Προφανώς ξεκίνησε με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά πλέον και η Δύση παίζει τον δικό της ρόλο. Ο φόβος των ανθρώπων να επιβιώσουν σε μια εμπόλεμη ζώνη, ο φόβος της πείνας και των εμφυλίων πολέμων, έχει προκαλέσει μαζικές μεταναστευτικές ροές. Αυτό δημιούργησε τεράστιο πρόβλημα στους λαούς της Μεσογείου, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στην Τουρκία και σε κάποιον βαθμό στη Γαλλία. Οι βορειοευρωπαϊκές χώρες τη γλίτωσαν φτηνά και τώρα αποκαλύπτεται πως, όταν πρόκειται για θέματα όπως το Μεταναστευτικό, στην Ευρωπαϊκή Ενωση δεν υπάρχει ενότητα. Οφείλουν όλοι να επιμεριστούν ισότιμα την ευθύνη. Αλλά, φυσικά, δεν το κάνουν. Οσο για τη Βρετανία, παρότι συγκαταλέγεται σε αυτούς που ευθύνονται για την τόσο μαζική μετανάστευση, είναι μία από τις χώρες που βοηθούν λιγότερο στην επίλυση του προβλήματος.
Η Σουέλα Μπράβερμαν, υπουργός Εσωτερικών της χώρας έως πριν από λίγες εβδομάδες, είχε αποκαλέσει την πολυπολιτισμικότητα «αποτυχημένο δόγμα», κάνοντας λόγο για «εισβολή». Πώς σας φάνηκαν αυτές οι δηλώσεις;
Είναι ξεκάθαρα ρατσιστικές. Τίποτε άλλο. Και ορθώς δεν είναι πλέον υπουργός Εσωτερικών. Αλλά, αν προσέξατε, το πρώτο πράγμα που είπε ο τύπος που την αντικατέστησε (σ.σ.: ο Τζέιμς Κλέβερλι) ήταν ότι «το μεγαλύτερο πρόβλημά μας είναι οι βάρκες» (σ.σ.: που μεταφέρουν μετανάστες στη Μάγχη). Δηλαδή, υιοθετεί την ίδια επιχειρηματολογία και, συνεπώς, είναι μια απ’ τα ίδια. Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι η Δεξιά χρησιμοποιεί αυτό που αποκαλεί «απειλή», δηλαδή τους μετανάστες που αναζητούν απελπισμένα ασφάλεια και βοήθεια, για να διχάσει την εργατική τάξη. Στην Αριστερά, υπάρχει μια παράδοση αλληλεγγύης στο πλαίσιο της οποίας καλοδεχόμαστε τους ανθρώπους που βρίσκονται σε κίνδυνο, στεκόμαστε δίπλα τους και τους στηρίζουμε, όπως θα ζητούσαμε κι εμείς στήριξη εάν κινδυνεύαμε. Στον αντίποδα, υπάρχει η ξενοφοβία και ο ρατσισμός της Ακροδεξιάς. Η Δεξιά χρησιμοποιεί αυτό το πρόβλημα για να διχάσει την εργατική τάξη. Αν οι άνθρωποι είναι διχασμένοι, δεν θα ασκήσουν κριτική σε όσους είναι πραγματικά υπεύθυνοι για τη φτώχεια, την ανισότητα και την ανεπάρκεια των δημόσιων υπηρεσιών. Θα στρέψουν τα βέλη τους προς εκείνους που στην πραγματικότητα δεν έχουν τίποτα.
Στην ταινία, η Γιάρα (σ.σ.: την υποδύεται η Σύρια Εμπλα Μάρι) λέει ότι, αν σταματήσει να ελπίζει, η καρδιά της θα σταματήσει να χτυπά. Υπάρχει χώρος για ελπίδα σήμερα;
Βραχυπρόθεσμα, είναι πολύ δύσκολο να υπάρξει ελπίδα, διότι η Ακροδεξιά προελαύνει: ελέγχει τον Τύπο, επηρεάζει τους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς… Η άρχουσα τάξη θα καταφεύγει πάντα στην Ακροδεξιά όταν διέρχεται κρίση. Μπορεί η ιδέα του καπιταλισμού να είναι πολύ ισχυρή, αλλά ο ίδιος ο καπιταλισμός είναι αδύναμος, οδηγείται από τη μια κρίση στην άλλη. Αν όμως υπάρχει ένας λόγος για να ελπίζουμε, αυτός είναι η αλληλεγγύη. Πρέπει να είμαστε ενωμένοι, παντού, σε όλες τις χώρες. Μετανάστες, άνθρωποι της εργατικής τάξης, όλοι ενωμένοι… Αυτό, άλλωστε, είναι οι μετανάστες: άνθρωποι που εργάζονται και προσπαθούν απεγνωσμένα να επιβιώσουν σε καταστάσεις που συχνά δημιουργούν οι κυβερνήσεις μας. Αν έχουμε αλληλεγγύη, είναι σαν να έχουμε έναν βράχο επάνω στον οποίο μπορούμε να οικοδομήσουμε ένα ολόκληρο πολιτικό κίνημα. Αν, όμως, δεν έχουμε αλληλεγγύη, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε.
Πιστεύετε ότι ο κινηματογράφος είναι μια μορφή πολιτικού ή κοινωνικού ακτιβισμού; Εσείς βλέπατε τις ταινίες που γυρίζατε ως πλατφόρμες ακτιβισμού ή ως μέσο για να παρακινήσετε τους ανθρώπους να δράσουν και να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, με την ελπίδα κάτι να αλλάξει;
Ναι, αλλά δεν ήταν τίποτε παραπάνω από μια φωνούλα. Οι ταινίες μας είναι μια λεπτή φωνούλα μέσα σε έναν ορυμαγδό εμπορικών ταινιών. Η πλειονότητα των ταινιών είναι εμπορικές. Κι αν έχουν ένα μήνυμα να εκπέμψουν, αυτό είναι ένα καθαρά δεξιό μήνυμα. Ξέρετε, ένας άντρας με ένα όπλο που θα λύσει όλα τα προβλήματά σας… Μια ταινία σαν τη δική μας μπορεί να παρακινήσει εκείνους που πιθανώς συμφωνούν με τις ιδέες αυτής της ταινίας. Μπορεί να τους ενθαρρύνει, αλλά δεν μπορεί να κάνει κάτι περισσότερο. Μπορεί να γεννήσει ένα – δυο ερωτήματα. Μπορεί να οδηγήσει σε συζητήσεις στον Τύπο, όπως κάνετε εσείς τώρα. Μπορεί να έχει κάποια περιορισμένη επίδραση, αλλά σίγουρα δεν θα είναι μεγάλη, σε αντίθεση με την τεράστια επίδραση που έχουν τα κυρίαρχα κανάλια: τα ΜΜΕ και τα κοινωνικά δίκτυα.
Του χρόνου, η Βρετανία θα οδηγηθεί στις κάλπες. Εχετε επικρίνει δριμύτατα τον ηγέτη των Εργατικών Κιρ Στάρμερ. Πιστεύετε, όμως, ότι για τους Εργατικούς, όταν συγκρίνονται με τους Συντηρητικούς, ισχύει το «μη χείρον βέλτιστον»; Ή είναι το ίδιο;
Νομίζω ότι από πολλές απόψεις είναι το ίδιο, διότι θα ακολουθήσουν τις ίδιες πολιτικές με ελάχιστες διαφοροποιήσεις. Θα συνεχίσουν να ιδιωτικοποιούν τις δημόσιες υπηρεσίες, κάτι που σημαίνει περισσότερο επισφαλείς θέσεις εργασίας και περισσότερα κέρδη από τους φόρους μας. Ετσι, οι υπηρεσίες θα υποβαθμιστούν και οι συνθήκες εργασίας θα επιδεινωθούν. Τόσο οι Εργατικοί όσο και οι Συντηρητικοί δίνουν πλέον προτεραιότητα στις επιχειρήσεις. Το Εργατικό Κόμμα δεν μιλάει ποτέ για τα συνδικάτα, αν και υποτίθεται ότι είναι το κόμμα των εργατών. Δεν είναι. Αυτό που επίσης είναι επικίνδυνο με τον Στάρμερ είναι ότι κάποιοι θα τον ψηφίσουν νομίζοντας ότι θα φέρει την ελπίδα και την αλλαγή, όπως ακριβώς ψήφισαν τον Μπλερ. Και, φυσικά, ο Μπλερ παρέμεινε στην εξουσία επειδή τον στήριζε ο δεξιός Τύπος. Αλλά κατέστρεψε το Εργατικό Κόμμα ή έστω μεγάλο τμήμα του. Οι Εργατικοί απέκτησαν τεράστια απήχηση υπό τον Τζέρεμι Κόρμπιν. Στη συνέχεια, όμως, η δεξιά πτέρυγα του κόμματος του επιτέθηκε και τον κατέστρεψε, όπως έκαναν και τα ΜΜΕ. Και τώρα, μας ήρθε ο Στάρμερ και οι Εργατικοί έγιναν ένα και το αυτό με τους Συντηρητικούς, αν εξαιρέσεις κάποιες λεπτομέρειες. Οι Εργατικοί θα καταστρέψουν και πάλι την ελπίδα για αλλαγή.
«Μεγάλο κενό το ότι δεν έχω δει Λάνθιμο»
Η «Τελευταία παμπ» είναι η πέμπτη ταινία στην οποία συνεργάζεστε με τον Ρόμπι Ράιαν, τον διευθυντή φωτογραφίας στις τελευταίες δημιουργίες του Γιώργου Λάνθιμου. Αλήθεια, έχετε δει τις ταινίες του;
Δεν έχω δει πολλές ταινίες πρόσφατα, ενώ θα έπρεπε. Δεν μου αρέσει να βλέπω ταινίες στην τηλεόραση. Στο σπίτι μου έχουμε μόνο μια μικρή συσκευή. Αυτές οι ταινίες δεν προβάλλονται σε πολλούς κινηματογράφους εδώ όπου μένω (σ.σ.: στο Μπαθ της Νοτιοδυτικής Αγγλίας). Τα σινεμά εκτός Λονδίνου είναι πολύ φτωχά, προβάλλουν πολύ λίγες ταινίες όπως αυτές που αναφέρατε. Αλλά θα ήθελα πραγματικά να δω τις ταινίες του. Είναι ένα μεγάλο κενό, είναι μια προσωπική μου απώλεια το γεγονός ότι δεν τις έχω δει (σ.σ.: μου ζητεί να του συλλαβίσω στα αγγλικά το επώνυμο του Λάνθιμου «για να βεβαιωθεί ότι το θυμάται σωστά»).
Εχετε δηλώσει ότι η «Τελευταία παμπ» είναι η τελευταία σας ταινία, αλλά είμαι βέβαιος ότι εκατομμύρια θεατές σε όλο τον κόσμο θα ήθελαν να δουν μία ακόμη ταινία του Κεν Λόουτς. Αποκλείετε αυτό το ενδεχόμενο;
(Γελάει) Είναι πολύ δύσκολο. Αυτή είναι δουλειά για κάποιον νεότερο. Δυσκολεύτηκα πολύ στα γυρίσματα της τελευταίας ταινίας. Αν γυρνούσα τώρα κι άλλη ταινία, θα ήμουν 90 ετών όταν θα την τελείωνα. Οταν κάνεις ταινίες, είσαι στο πόδι 12 ώρες την ημέρα. Τρέχεις πάνω – κάτω, πρέπει να τα ελέγχεις όλα. Δεν μπορώ να είμαι καθισμένος πίσω από μια οθόνη. Πρέπει να είμαι ενεργός, να μιλάω με όλους τους συντελεστές. Απαιτείται συγκέντρωση, ψυχική προσήλωση και ένας βαθμός εμπλοκής στον οποίον το μυαλό μου μπορεί να ανταποκριθεί, αλλά το σώμα όχι και τόσο. Ρεαλιστικά μιλώντας, νομίζω ότι θα ήταν πολύ δύσκολο να γυρίσω άλλη ταινία.
Εντάξει, αλλά ποτέ μη λες ποτέ. Σωστά;
Σωστά, ποτέ μη λες ποτέ. Αν έχετε το ελιξίριο της νεότητας, πείτε μου παρακαλώ πού μπορώ να το βρω!