Αντίστροφη μέτρηση πλέον για την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα, καθώς την Πέμπτη θα βρίσκεται εδώ με χρονικά συμπιεσμένο πρόγραμμα που καθρεφτίζει την ανάγκη να μαζευτεί το πράγμα όσο γίνεται, παρά τις αρχικές διαθέσεις. Αυτό είναι ένα δεύτερο, πλην μη επαρκές, βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση: το πρώτο ήταν η απόφαση να μετακινηθεί το σκηνικό, γιατί περί αυτού πρόκειται, από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα. Ευτυχώς εκείνο η κυβέρνηση το άκουσε και κατάλαβε ότι αν ο Ερντογάν πήγαινε στη Θεσσαλονίκη μετά τις αδιανόητες δηλώσεις του περί αναλογιών με τη Γάζα και τις ξαναζεσταμένες κορόνες με την τεράστια καρδιά του που φτάνει μέχρι τον Θερμαϊκό, θα έβαζε τα χέρια της και θα έβγαζε τα μάτια της. Ιδίως δε αν (όταν) θα πήγαινε να προσκυνήσει στο σπίτι όπου γεννήθηκε ο Κεμάλ – άλλο τι θα έλεγε μέσα του.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι αυτό με τα χέρια και τα μάτια ισχύει και στην Αθήνα. Η προ ημερών παρέμβαση Σαμαρά που είπε το αυτονόητο, το οποίο πολλάκις εδώ έχει επισημανθεί, ότι η επίσκεψη δεν πρέπει να γίνει, προκάλεσε νευρικότητα στην κυβέρνηση. Καθώς, πέραν του δεδομένου ειδικού του βάρους, όταν μιλά ο Σαμαράς, δεν μιλά μόνον ο Σαμαράς… Πολύ περισσότερο που εν προκειμένω επικαλέστηκε και την ίδια θέση του επίσης πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή. Αυτά δεν είναι ευχάριστα για τον Μητσοτάκη. Ομως, αν τα σκεφτόταν λίγο βαθύτερα, ίσως ήταν καλή ιδέα να τα δει σαν διαφυγή από μία πολύ μυστηριώδη κατάσταση στην οποία προδήλως επενδύει πάρα πολλά, χωρίς όμως ουδείς να είναι σε θέση να αντιληφθεί γιατί και πώς. Αραγε ο ίδιος είναι βέβαιος πού βαδίζει; Και, αν ναι, πώς; Γιατί και για τα γλυπτά του Παρθενώνα εμφανιζόταν στο παρασκήνιο διά διαρροών αισιόδοξος και προχθές στο Λονδίνο αντιμετώπισε πρωτοφανή ψυχρολουσία. Πολιτικός νάνος μεν ο Σούνακ, αλλά αποδείχθηκε και η ολοκληρωτικά λανθασμένη ελληνική πολιτική εκτίμηση του θέματος. Οπότε για ποια βεβαιότητα μιλάμε σε κάτι μακράν εκρηκτικότερο;
Τους τελευταίους μήνες ο Ερντογάν τηρεί πολύ παράξενη στάση έναντι της Ελλάδας. Περίπου έχει πάει από το ένα άκρο στο άλλο, με τα γνωστά ασφαλώς διαλείμματα αλήθειας όταν… βρίσκει τον εαυτό του, όπως την περασμένη εβδομάδα. Το θεωρεί κανείς έργο θείας φώτισης; Ασφαλώς ουδεμία υπάρχει διάθεση γνήσιας προσέγγισης, με την έννοια της απάλειψης του τουρκικού επεκτατισμού, τον οποίο άλλωστε ουδέποτε ανακάλεσε. Απλώς, σκούζει λιγότερο. Ομως, ακόμα και αυτό, γιατί; Ασφαλώς έχει σοβαρό λόγο: είναι προφανές ότι κάτι αναμένει. Κάτι προφανώς τόσο σημαντικό και σίγουρο, που τον συγκρατεί επί μήνες. Τι;
Τίθεται λοιπόν εκ νέου μα λίγο παραλλαγμένο το ερώτημα: Πώς θα φερθεί την ερχόμενη Πέμπτη στην Αθήνα; Οπως στο Βερολίνο, όπου έβαλε μπουρλότο μέσω Γάζας; Θα φέρει σε τόσο δύσκολη θέση τον Μητσοτάκη ώστε εκείνος να μετανιώσει την ώρα και τη στιγμή που δεν άκουσε την προτροπή να… «αρρωστήσει» για μια μέρα; Θα προκαλέσει τέτοια κρίση που αν ο Μητσοτάκης, ως θα οφείλει, σηκώσει το γάντι, οι επτά ώρες μπορεί να καταλήξουν δύο; Ή θα καταπιεί αμάσητη μία κρίση με ύβρεις του Ερντογάν κατά πάντων, κάτι που όμως θα τον εκθέσει αγρίως εντός και εκτός Ελλάδας; Μόλις έκανε έξαλλο τον Νετανιάχου, επιτέθηκε στον Σολτς και περιφρόνησε οικτρά τον Μπλίνκεν. Πόθεν η άνεση Μητσοτάκη;
Μα αν τελικά συμβεί το αντίθετο; Αν ο Ερντογάν εμφανιστεί, ω του θαύματος, «κύριος» αντί, ως συνήθως, ως σόουμαν; Τι θα σημαίνει αυτό; Σίγουρα πάντως όχι ότι άρχισε ξαφνικά να σέβεται τον πολιτισμό των διεθνών σχέσεων και… γενικώς. Μήπως όμως θα είναι δείγμα ότι βρισκόμαστε ακόμη εγγύτερα από όσο φαίνεται σε κάποια επιτυχή για την Τουρκία συμφωνία που θα θέλει να την προστατεύσει; Συνεπώς, σόου ή όχι; Ποιο είναι τελικά το χειρότερο σενάριο;