Νωρίς το πρωί της περασμένης Πέμπτης, ο Γιουβάλ Ντορόν Κάστλμαν, ένας 38χρονος δικηγόρος από το Μεσαρεβέτ Ζιόν, μία κοινότητα περίπου 10 χιλιόμετρα δυτικά της Ιερουσαλήμ, μπήκε όπως κάθε μέρα στο αυτοκίνητό του για να πάει στη δουλειά του, στην ισραηλινή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης. Ενώ οδηγούσε στη Λεωφόρο Βάιζμαν, την κύρια είσοδο της Ιερουσαλήμ, είδε στην απέναντι πλευρά του δρόμου δύο ένοπλους να βγαίνουν από το αυτοκίνητό τους και να ανοίγουν πυρ εναντίον πολιτών που περίμεναν σε στάση λεωφορείου. Οι παλαιστίνιοι δράστες, δύο αδέλφια 30 και 38 χρόνων, κάτοικοι της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, πρόλαβαν να σκοτώσουν στο όνομα της Χαμάς τρεις ανθρώπους, όλοι μέλη της υπερορθόδοξης κοινότητας του Ισραήλ, πριν πέσουν και οι ίδιοι νεκροί. Ο Κάστλμαν ήταν ο πρώτος που άνοιξε πυρ εναντίον τους, σπεύδοντας επιτόπου.
Δευτερόλεπτα αργότερα, έφτασαν στο σημείο της επίθεσης δύο ισραηλινοί έφεδροι, εκτός υπηρεσίας – βρίσκονταν σε άδεια, επέστρεφαν όμως την ημέρα εκείνη στη Γάζα, ήταν άλλωστε λίγο – πολύ δεδομένο πως η εκεχειρία ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Χαμάς, που επέτρεψε την απελευθέρωση συνολικά 105 ομήρων της παλαιστινιακής ισλαμιστικής οργάνωσης, δεν θα κρατούσε πολύ ακόμα. Μη συνειδητοποιώντας πως ο Κάστλμαν ήταν ένας απλός πολίτης που είχε θελήσει να βοηθήσει, οι στρατιώτες άνοιξαν πυρ και εναντίον των τρομοκρατών και εναντίον του. Βίντεο τον δείχνει να έχει πετάξει το όπλο του, να έχει πέσει στα γόνατα, να έχει ανοίξει το παλτό του προκειμένου να δείξει πως δεν ήταν ζωσμένος με εκρηκτικά, να έχει υψώσει τα χέρια στον αέρα και να φωνάζει: «Μην πυροβολείτε, μην πυροβολείτε». Αλλά οι στρατιώτες πυροβόλησαν ξανά.
Οι δυνάμεις ασφαλείας που έφτασαν λίγο μετά θεώρησαν πως ήταν ένας από τους τρομοκράτες, και δεν του παρείχαν καμία βοήθεια. Ο Κάστλμαν μεταφέρθηκε σοβαρά τραυματισμένος σε νοσοκομείο της Ιερουσαλήμ, μαζί με τους υπόλοιπους τραυματίες της επίθεσης. Εφτασε απόγευμα για να ταυτοποιηθεί από τα δαχτυλικά αποτυπώματά του και να ενημερωθεί η οικογένειά του. Ο 38χρονος υπέκυψε στα τραύματά του λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, παραμονή των γενεθλίων του. Το Ισραήλ, αλλά και ο υπόλοιπος κόσμος, δεν θα μάθαινε τι ακριβώς είχε συμβεί παρά την επομένη. Στο μεταξύ, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου είχε προλάβει να διαβεβαιώσει πως η κυβέρνησή του «θα συνεχίσει να επεκτείνει τη διανομή όπλων στους πολίτες», προσυπογράφοντας τις αντίστοιχες δηλώσεις του ακροδεξιού υπουργού Εθνικής Ασφαλείας του, Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ.
Ο Γιουβάλ Ντορόν Κάστλμαν διέθετε βέβαια νόμιμη άδεια οπλοφορίας εδώ και χρόνια, λόγω της προϋπηρεσίας του στην ισραηλινή αστυνομία. Ο θάνατός του από φίλια πυρά ήταν ένα λάθος – αν και η οικογένειά του μίλησε για «εκτέλεση», αφού ήταν ξεκάθαρο πως, ακόμα και αν ήταν ένας από τους τρομοκράτες, δεν εκπροσωπούσε πια την παραμικρή απειλή. Σε κάθε περίπτωση, με βάση την πολιτική που εφαρμόζει ο Μπεν-Γκβιρ από την ημέρα που η Χαμάς δολοφόνησε στο νότιο Ισραήλ 1.200 ανθρώπους, παίρνοντας ομήρους άλλους 240, πολλοί φοβούνται πως είναι θέμα χρόνου να πολλαπλασιαστούν αυτές και πολλές άλλες τραγωδίες.
Γιατί το υπουργείο Εθνικής Ασφαλείας του Ισραήλ δεν έχει περιοριστεί στην ίδρυση και τον εξοπλισμό, με διαδικασίες – εξπρές, περισσότερων από 700 νέων κοινοτικών ομάδων ασφαλείας σε ολόκληρη τη χώρα. Εχει επίσης χαλαρώσει τα κριτήρια για την απόκτηση αδειών οπλοφορίας από ιδιώτες. Συγκρότησε μάλιστα, εντός του γραφείου του Μπεν-Γκβιρ, ένα έκτακτο «κέντρο διοίκησης», στρατολογώντας συνολικά 82 «προσωρινούς υπαλλήλους έκδοσης αδειών», που πέρασαν από εκπαίδευση διάρκειας μόλις μιας ημέρας, αντί για ενός μήνα όπως είθισται, και σύμφωνα με ανώτερο αξιωματούχο ασφαλείας, «μοιράζουν όπλα σαν να ήταν καραμέλες». Οπως ήταν λογικό, μετά τη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου, και την αποτυχία της ισραηλινής κυβέρνησης να προστατεύσει τους πολίτες από τη Χαμάς, οι αιτήσεις για άδεια οπλοφορίας από ιδιώτες εκτοξεύτηκαν στο Ισραήλ, ξεπερνώντας τις 255.000. Οπως ήταν λιγότερο λογικό, η ομάδα του Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ, ενέκρινε μέσα στους πρώτους δύο μήνες περισσότερες από 25.000 άδειες.
Μάταια διαμαρτύρονται το ισραηλινό υπουργείο Πρόνοιας, κοινωνικοί λειτουργοί καθώς και οργανώσεις για τα γυναικεία δικαιώματα για το γεγονός ότι δεν απαιτείται η απουσία μητρώου για ενδοοικογενειακή βία προκειμένου να εγκρίνει το υπουργείο Εθνικής Ασφαλείας μια άδεια οπλοφορίας. Μάταια προειδοποιούσε τις προάλλες η αρθρογράφος της «Haaretz» Βέρεντ Λι ότι σε περιόδους εθνικών καταστροφών και πολέμου αυξάνεται κατά κανόνα η βία κατά των γυναικών στο σχεσιακό και οικογενειακό πλαίσιο, μάταια θύμιζε το προηγούμενο της Σερβίας, πώς εκτοξεύτηκαν η έμφυλη βία και οι γυναικοκτονίες στη χώρα μετά το τέλος των πολέμων της Γιουγκοσλαβίας, λόγω και της τεράστιας ποσότητας όπλων που αφέθηκαν στα χέρια πολιτών, χωρίς καμία επιτήρηση.
Οι ισραηλινές Αρχές έχουν ξεκινήσει τις τελευταίες εβδομάδες, και ορθώς, ορθότατα, μία μεγάλη διεθνή εκστρατεία προκειμένου να αναγνωριστούν η σεξουαλική βία και τα σεξουαλικά εγκλήματα που διέπραξε μαζικά η Χαμάς στο νότιο Ισραήλ εκείνο το «Μαύρο Σάββατο». Παράλληλα, ωστόσο, αφήνουν έναν επικίνδυνο εξτρεμιστή όπως ο Μπεν-Γκβιρ να μοιράζει ανεξέλεγκτα χιλιάδες όπλα σε πολίτες, παρακολουθώντας απαθείς ενώ ο αριθμός των γυναικών που καταγγέλλουν επισήμως ότι φοβούνται για τη ζωή τους έχει ήδη διπλασιαστεί.