Τις συνθήκες υπό τις οποίες δολοφονήθηκε η 43χρονη στη Σαλαμίνα από τον σύντροφό της, επιχειρεί να φωτίσει η αδερφή της.
Όπως έχει γίνει γνωστό από την πρώτη στιγμή, η 43χρονη το περασμένο Σάββατο μετέβη σε αστυνομικό τμήμα της περιοχής και κατήγγειλε τον ξυλοδαρμό της από τον σύντροφό της. Μάλιστα, οι αστυνομικοί τη συμβούλευσαν να κατεβάσει στο κινητό της το panic button, ώστε να το πατήσει αν κινδυνεύσει αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβε.
Όπως εξηγεί η αδερφή της 43χρονης, μιλώντας στον ΑΝΤ1, «ήταν τόσο χτυπημένη που δεν μπορούσε ούτε να περπατήσει». Το βράδυ της περασμένης Παρασκευής, όταν η 43χρονη και η μητέρα της τηλεφώνησαν στην αστυνομία για να κάνουν την καταγγελία, οι αστυνομικοί τους είπαν ότι «δεν είχαν περιπολικό, ότι δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι και θα έπρεπε να πάει η ίδια από εκεί να καταγγείλει το περιστατικό». Όταν πήγαν στο τμήμα και πάλι, σύμφωνα με την αδερφή της 43χρονης, δεν τις διευκόλυναν και τελικά οι δύο γυναίκες έφυγαν και επέστρεψαν την επόμενη μέρα.
«Η αστυνομία θα μπορούσε να τον έχει εντοπίσει»
«Τη μέρα που έγινε η καταγγελία για τον ξυλοδαρμό, ο δράστης δούλεψε» λέει η αδερφή της 43χρονης, επισημαίνοντας ότι η αστυνομία θα μπορούσε να τον έχει εντοπίσει αφού «αυτός κυκλοφορούσε σαν να μην συνέβαινε τίποτα».
«Δεν υπήρχε ζήλεια, τσακώνονταν επειδή δεν πήγαινε να δουλέψει»
Στη συνέχεια ξεκαθαρίζει ότι δεν ήταν η ζήλεια το πρόβλημα στη σχέση τους, όπως φέρεται να ισχυρίστηκε ο 71χρονος δράστης της δολοφονίας, ενώπιον του εισαγγελέα.
«Δεν υπήρχε ζήλεια, γνωρίζονταν επτά χρόνια. Βολεύτηκε δίπλα σε μια κοπέλα και άρχισαν να τσακώνονται επειδή δεν δούλευε» λέει χαρακτηριστικά.
Αναφορικά με το παιδί της αδερφής της είπε συγκινημένη πως «σκέφτομαι το παιδί της που ήταν όλη μέρα μαζί. Δεν σκέφτηκε ο δράστης ότι εκτός από την αδερφή μου κατέστρεψε και ένα παιδί».
Η απάντηση της ΕΛΑΣ στις κατηγορίες της αδερφής της
Η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ, Κωνσταντίνα Δημογλίδου, μίλησε στο Live News προκειμένου να απαντήσει σε όσα είπε η αδερφή του θύματος.
«Αυτό που ξέρω εγώ από το αστυνομικό τμήμα Σαλαμίνας είναι ότι μία γυναίκα το βράδυ της Παρασκευής τηλεφώνησε σε πανικό χωρίς να μπορεί να εξηγήσει στους αστυνομικούς τι έχει συμβεί, ανέφερε ότι έχει χτυπηθεί το παιδί της, προφανώς ήταν η μητέρα του θύματος, της ζήτησε ο αξιωματικός υπηρεσίας να του πει πού ακριβώς βρίσκεται ή τουλάχιστον να έρθει στο τμήμα και του ανέφερε ότι ‘έρχομαι εγώ από εκεί’».
«Μετέβη όντως στο αστυνομικό τμήμα με την κοπέλα άγρια χτυπημένη μέσα στο αυτοκίνητο, αιμορραγούσαν οι πληγές της μου ανέφερε ο αστυνομικός υπηρεσίας και φυσικά την παρέπεμψε άμεσα στο Κέντρο Υγείας για να της δοθούν οι πρώτες βοήθειες».
«Το Κέντρο Υγείας Σαλαμίνας δε διαθέτει αυτόν τον εξοπλισμό και οι νοσηλευτές παρέπεμψαν τη γυναίκα σε δημόσιο νοσοκομείο. Αυτά που σας αναφέρω τα κατέθεσε η ίδια η γυναίκα την επόμενη ημερά στο αστυνομικό τμήμα, καθώς τη ρώτησαν γιατί δεν ξαναπροσήλθε στο τμήμα. Ανέφερε ότι την παρέπεμψαν σε δημόσιο νοσοκομείο της Αττικής, ότι έπρεπε να βρει και ιδιώτη γιατρό καθώς ήθελε να περιθάλψει τα τραύματά της και γι’ αυτό μετέβη το Σάββατο στο ΑΤ της Σαλαμίνας».
«Τα περισσότερα θύματα ενδοοικογενειακής βίας που φτάνουν σε μια αστυνομική υπηρεσία δεν επιθυμούν να καταγγείλουν τον κακοποιητή τους. Την επόμενη ημέρα η γυναίκα ευχαρίστησε προσωπικά τον διοικητή που έπεισαν το θύμα να καταγγείλει τελικά τον κακοποιητή και να φύγει από την οικία στην οποία έμενε μαζί με τον θύτη» είπε καταλήγοντας η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ.