Το ανησυχητικό με τα χθεσινά στοιχεία για την πορεία της ανάπτυξης στη χώρα, είναι ότι η επιβράδυνση που παρατηρείται οφείλεται κατά κύριο λόγο στη μικρότερη αύξηση των επενδύσεων. Ως γνωστόν, στους φετινούς αλλά και στους οικονομικούς στόχους των επόμενων δύο ετών, σημαντικός παράγοντας είναι οι επενδύσεις. Αν οι επενδύσεις δεν τρέξουν με τον ρυθμό που έχει υπολογιστεί τότε το ΑΕΠ της χώρας απειλείται.
Και το πρώτο καμπανάκι, χτύπησε χθες. Και ήταν ηχηρότατο. Οι ακαθάριστες επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου αυξήθηκαν μόλις κατά 4,9% (η ανάπτυξη υποχώρησε στο 2,1%), όταν στο δεύτερο τρίμηνο ήταν 9,2% και στο πρώτο 8,2%. Ο στόχος των επενδύσεων στο κείμενο του προϋπολογισμού 2023 που ψηφίσθηκε πριν από έναν χρόνο ήταν στο 15,5%. Ο αναθεωρημένος πολλές φορές προς τα κάτω, εκτιμάται ότι δεν θα ξεπεράσει για το σύνολο του έτους στο 7,1%. Λιγότερο δηλαδή από το μισό χαμηλότερα. Αν λάβουμε υπόψη ότι το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων χρηματοδοτείται από ευρωπαϊκά κονδύλια, τότε μπορούμε να βγάλουμε εύκολα το συμπέρασμα ότι κάτι δεν πήγε φέτος καλά στην ουσιαστική (εκτέλεση έργων) υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ.
Η συγκεκριμένη εξέλιξη είναι ακόμα πιο σημαντική αν ληφθεί υπόψη ότι και το 2024 ο στόχος της ανάπτυξης στον προϋπολογισμό βασίζεται εκ νέου στη μεγάλη αύξηση των επενδύσεων και μάλιστα με ρυθμό 15,1%.
Το θέμα είναι ότι τον στόχο των επενδύσεων για την προσεχή χρονιά δεν έχουμε περιθώρια να μην τον πετύχουμε, πολύ απλά γιατί αν αυτό συμβεί, τότε πρέπει να πούμε αντίο σε μεγάλο μέρος από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης. Ως γνωστόν οι εκταμιεύσεις παγώνουν απότομα στις 31 Δεκεμβρίου του 2025. Ο,τι δεν προλάβουμε να χρησιμοποιήσουμε χάνεται.
Γενικώς η περίοδος που τώρα ξεκινά δεν έχει περιθώρια για εφησυχασμούς. Η ευκαιρία του Ταμείου Ανάκαμψης, πρέπει να αξιοποιηθεί. Το ΕΣΠΑ θα τρέχει από δίπλα. Από την εξίσωση ωστόσο των χρηματοδοτήσεων ειδικά των μεγάλων έργων, σταδιακά οι κοινοτικοί πόροι μένουν εκτός. Η πολιτεία θα πρέπει να στηριχτεί περισσότερο σε ιδιώτες για τη χρηματοδότηση των έργων. Και πλαίσιο για το πώς θα γίνουν όλα αυτά ακόμα δεν υπάρχει. Θα είναι Συμπράξεις Δημόσιου – Ιδιωτικού Τομέα; Θα είναι με αυτοχρηματοδότηση; Ποιος θα είναι ο ρόλος του κράτους, όταν πολλές κρατικές υποδομές φτάνουν στα όριά τους. Η εξίσωση δεν είναι εύκολη. Διάφορες απρόοπτες εμπλοκές δυσχεραίνουν ακόμα περισσότερο την κατάσταση.
Ο υφυπουργός Υποδομών Νίκος Ταχιάος, χαρακτήρισε σε συνέδριο προχθές μεγαλύτερο πρόβλημα την αντίδραση κάποιων «ισχυρών» στα έργα κατασκευής του σταθμού της Γραμμής 4 στον Ευαγγελισμό, παρά τις αντιδράσεις για τον αντίστοιχο σταθμό στα Εξάρχεια. Στην όλη συζήτηση μεγάλο ρόλο για την ολοκλήρωση των επενδύσεων παίζουν οι εταιρείες, που διαμαρτύρονται για την αύξηση του κόστους κατασκευής, λόγω τω υλικών και της ανόδου των μεροκάματων. Πέρυσι η κυβέρνηση τις είχε ενισχύσει με 5%, φέτος βάζει ως προϋπόθεση και την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων. Δηλαδή την παράδοση των έργων.
Ολα φαίνονται σύνθετα και με πολλά προβλήματα. Ωστόσο η πορεία της οικονομίας με δεδομένη την καθίζηση της κατανάλωσης, στηρίζεται σε όλα αυτά τα έργα και συνολικά στις επενδύσεις. Στα μάτια των φορολογουμένων δεν υπάρχει περιθώριο για καθυστερήσεις και θα ήθελαν να βλέπουν ότι υπάρχει και ένα σχέδιο για το μέλλον.