Το βιβλίο Ο σταυρωμένος Θεός (Der gekreuzigte Gott, 1972) μαζί με τη Θεολογία της ελπίδας και τον Ερχόμενο Θεό θεωρούνται από τα σημαντικότερα του γερμανού θεολόγου, ακαδημαϊκού και μαθητή του Καρλ Μπαρθ, Γιούργκεν Μόλτμαν (1926-). Βασική επιδίωξη του Γιούργκεν Μόλτμαν, όπως υποδηλώνεται και στον υπότιτλο, είναι η εύρεση ενός νέου και σταθερού θεμελίου για τη χριστιανική θεολογία σήμερα.
Ο Μόλτμαν διαπιστώνει αρχικά ότι ο χριστιανισμός βιώνει μια βαθιά κρίση ταυτότητας στον μεταπολεμικό κόσμο μας. Οι παλιές απαντήσεις φαίνεται σαν να μη μας ικανοποιούν πια, και η θέση ενός χριστιανού είναι ίσως πιο αβέβαιη από ποτέ άλλοτε. Ποιο μπορεί να είναι, λοιπόν, το θεμέλιο μιας χριστιανικής θεολογίας σήμερα, μετά το 1945 και ενώπιον των κοινωνικοπολιτικών αγώνων χειραφέτησης;
Ο Σταυρός του Χριστού, απαντάει εμφατικά ο Μόλτμαν. Θυμίζοντάς μας την περίφημη ρήση του φιλοσόφου Karl Löwith, από τον οποίο έχει επηρεαστεί, ο Μόλτμαν υποστηρίζει πως αν ο χριστιανισμός φαντάζει «ανέστιος» στην ουμανιστική και κοσμική εποχή μας, αυτό φανερώνει τελικά τη μεγάλη και διαχρονική αλήθεια ότι ο χριστιανισμός ήταν ανέστιος σε κάθε εποχή (σελ. 487). Και αυτό διότι στηρίζεται σε ένα βασικό «παραδοξολόγημα» που ο κόσμος δεν μπόρεσε και δεν θα μπορέσει να δεχθεί ποτέ: το παράδοξο αυτό είναι ο Θεός που σταυρώνεται και οδηγείται στον θάνατο:
«Ο θάνατος του Θεού στον σταυρό είναι το κέντρο ολόκληρης της χριστιανικής θεολογίας. Δεν είναι το μοναδικό θέμα της θεολογίας, αλλά είναι πράγματι κάτι σαν η θύρα εισόδου της θεολογίας στα προβλήματα και στις απαντήσεις της επί της γης. Ολες οι χριστιανικές αποφάνσεις για τον Θεό, την κτίση, την αμαρτία και τον θάνατο δείχνουν προς την κατεύθυνση του Εσταυρωμένου» (σελ. 410).
Ο Μόλτμαν εντοπίζει ίχνη αυτής της ιδέας σε μερικούς ρωμαιοκαθολικούς θεολόγους, όπως ο Karl Rahner, και σε προτεστάντες, όπως ο Μπαρθ, καθώς και στην περίφημη και τότε επίκαιρη «θεολογία του θανάτου του Θεού» του Αλτιτσερ.
Οι θεολόγοι, πάντως, ανέκαθεν έδιναν μεγαλύτερο βάρος στη θεία Ανάσταση, γεγονός που, όπως λέει ο ίδιος, δεν είναι μεν «εσφαλμένο», ωστόσο αποφεύγει ν’ αναμετρηθεί ριζικά με το παράδοξο που αντιπροσωπεύει ο σταυρωμένος Ιησούς – Θεός. Ισως ν’ αποτελεί κιόλας μια αυτόματη και αντανακλαστική αντίδραση της έμφυτης «θρησκευτικότητάς» μας, η οποία θίγεται βαθιά από κάτι τέτοιο. Γι’ αυτή, η θεολογία της δόξας είναι γενικά πιο εύκολη από τη θεολογία του Σταυρού.
Πράγματι, συνεχίζει ο Μόλτμαν, οι θρησκείες χαρακτηρίζονταν ανέκαθεν από θυσίες προς τις θεότητες, σε αντίθεση με τον χριστιανισμό, που διακρίνεται από τη (σταυρική) θυσία του Θεού για χάρη του ανθρώπου. Ο Μόλτμαν αναβιώνει την παλιά αίρεση του «θεοπασχιτισμού» (patripassianism), χωρίς να κρύβει τη συμπάθειά του. Η ιδέα ότι μαζί με τον Ιησού στον Σταυρό «πάσχει» (δηλ. δεινοπαθεί, υποφέρει) και ο Θεός – Πατήρ υπήρξε κατά κανόνα ξένη για τον παραδοσιακό χριστιανισμό (σελ. 462). Ωστόσο, αντιτείνει:
«Ενας Θεός που δεν έχει τη δυνατότητα του πάσχειν είναι πτωχότερος από κάθε έναν άνθρωπο. Διότι ο απαθής Θεός είναι ένα ον που δεν μπορεί να μετάσχει και να εμπλακεί σε οτιδήποτε. Δεν τον αγγίζουν τα πάθη και η αδικία. Απαθής όπως είναι, τίποτα δεν μπορεί να τον επηρεάσει ή να τον συνταράξει. Δεν μπορεί να κλάψει, γιατί δεν έχει δάκρυα» (σελ. 450).
Και κατόπιν:
«Μήπως θα έπρεπε λοιπόν η χριστιανική θεολογία να επανεξετάσει το παλαιό θεοπασχιτικό ερώτημα “έπασχε ο Θεός ο ίδιος;”. Για να στοχασθεί τον Θεό όχι με τον συνήθη τρόπο απολύτως αφηρημένα, αλλά όλως συγκεκριμένα εν Χριστώ;» (σελ. 462).
Παράλληλα, ο γερμανός θεολόγος συντάσσεται με την απόρριψη της φυσικής θεολογίας, άρα και της μεταφυσικής που προκύπτει από αυτή, από τον Λούθηρο, τονίζοντας ότι η χριστιανική θεολογία βρίσκεται σε ασυμφιλίωτη αντίθεση με τον τρόπο που κατανοεί ο κλασικός θεϊσμός το θείο.
Συγκεκριμένα, αν ο φιλόσοφος Γουάιτχεντ μας έδειξε ότι ο Θεός αντιμετωπιζόταν πάντοτε «πολιτικά» (κατ’ εικόνα ενός επίγειου άρχοντα και δυνάστη), «ηθικά» (σαν μυθική ενσάρκωση κάποιων αφηρημένων ηθικών αρχών) ή φιλοσοφικά (σαν προσωποποίηση μιας ύστατης φιλοσοφικής αρχής), η χριστιανική θεολογία δεν μπορεί παρά ν’ αποκρούει σθεναρά και τις τρεις αυτές προσεγγίσεις.
Σε αυτό το σημείο εμφανίζονται οι δύο κύριοι θεματικοί πυλώνες του παρόντος βιβλίου: πρόκειται για την πολιτική (ο Μόλτμαν δεν κρύβει τη στράτευσή του υπέρ του σοσιαλισμού, ενώ δηλώνει και ρητά την επιθυμία του να θεμελιώσει μια θεολογία της απελευθέρωσης ή για την ακρίβεια «των απελευθερώσεων») και τον «εξαγνισμό» του χριστιανισμού από τις διαστρεβλώσεις που έχει υποστεί ιστορικά.
Στον πρώτο πυλώνα, διαλέγεται εκτενώς με τις μαρξιστικές θεωρίες της Σχολής της Φρανκφούρτης, και ιδίως τον «φιλόσοφο της ελπίδας» Ερνστ Μπλοχ, ενώ στο δεύτερο ζήτημα εμπνέεται βασικά απ’ τους αθεϊστές Φόιερμπαχ, Νίτσε και Φρόιντ (επιμένει ότι η ψυχανάλυση μπορεί να βοηθήσει στη θεραπεία των συμπλεγμάτων που εμφιλοχωρούν στον χριστιανισμό και τους πιστούς), καθώς και από τον άθεο υπαρξισμό των Σαρτρ και Καμί.
Σύμφωνα με τον Μόλτμαν, η θεολογία οφείλει να ενσωματώσει όλη τη γόνιμη αθεϊστική κριτική εναντίον της, όταν αυτή είναι όχι ρηχή (υπάρχει και ρηχός αθεϊσμός, όπως και θεϊσμός) αλλά «αθεϊσμός της διαμαρτυρίας».
Τέλος, ο Μόλτμαν επιτίθεται σφοδρά στην καλβινική άποψη της «πλεονάζουσας» θέσης του Μεσσία στη σωτηρία του ανθρώπου. Αν ο Χριστός έκανε το σωτήριο έργο Του αποκλειστικά για την αποκατάσταση της πτώσης, λέει, αυτό θα σήμαινε και ότι Αυτός (ή τουλάχιστον η ανθρώπινη φύση του) θα καταστεί περιττός μετά τα έσχατα, στη Δευτέρα Παρουσία. Αλλος ένας λόγος που προκρίνεται, η θεολογία του σταυρού: ο Μόλτμαν βλέπει με αποστροφή αυτή την ιδέα και επιμένει στην ανθρώπινη πλευρά του γλυκέος Ιησού, που πονάει και υποφέρει για χάρη μας.
Αυτή η πίστη εγκυμονεί, φυσικά, και πολιτικές συνέπειες. Μία από αυτές είναι η απόρριψη της συμπόρευσης της Εκκλησίας με το Κράτος, όπως το ήθελε η παράδοση από τον Ευσέβιο Καισαρείας και ύστερα. Αυτό αποτελεί μια μορφή «χιλιασμού» και αποκαλύπτει απογοήτευση από το γνήσιο χριστιανικό ιδεώδες, που είναι αποφασιστικά και αταλάντευτα εσχατολογικό.
Ο χριστιανός δεν μπορεί παρά να ταυτίζεται με τους κάθε λογής αδυνάτους. Ο Μόλτμαν κάνει λόγο για «θεολογία των απελευθερώσεων» και επισημαίνει πέντε βασικά και αλληλοτροφοδοτούμενα κοινωνικά προβλήματα που πρέπει ν’ αντιμετωπιστούν: φτώχεια, βία, αλλοτρίωση (δηλ. μη αναγνώριση αξίας σε μια πληθυσμιακή ομάδα), περιβαλλοντική καταστροφή και απουσία νοήματος. Οι προτάσεις του, συντομογραφικά, είναι οι εξής: κοινωνική δικαιοσύνη, ανθρώπινα δικαιώματα, ταυτότητα μέσα στην αναγνώριση, ειρήνη με τη φύση και θάρρος για πίστη και ύπαρξη.
Jurgen Moltmann
Ο σταυρωμένος Θεός
Μτφ. Πέτρος Γιατζάκης
Επιμ. Μαρία Γαργαρώνη
Εκδ. Αρτος ζωής, 2023, σελ. 700
Τιμή 32 ευρώ