Πολλά πράγματα περιμέναμε να γίνουν φέτος στην οικονομία, αλλά η έκπληξη ήταν ότι τα περισσότερα δεν έγιναν. Λίγες μόνο εβδομάδες πριν από το τέλος του έτους, μπορούμε να πούμε με ασφάλεια ότι σε παγκόσμιο επίπεδο ούτε ύφεση λόγω υψηλών επιτοκίων είδαμε στις ΗΠΑ ούτε κάποια εντυπωσιακή ανάκαμψη, αναμενόμενη μετά την πανδημία, είδαμε στην Κίνα. Το πιο εντυπωσιακό γεγονός που δεν έγινε είναι το αναμενόμενο, σχεδόν προεξοφλημένο, κύμα εταιρικών χρεοκοπιών. Μια χούφτα εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα στις ΗΠΑ κατέρρευσαν, σχεδόν φυσιολογικό φαινόμενο έπειτα από πολλά χρόνια ακμής, χωρίς άλλες επιπτώσεις και τα γνωστά προβλήματα του ελβετικού γίγαντα Credit Suisse. Τώρα λένε ότι στις ΗΠΑ, ύστερα από πολλά χρόνια φτηνής ρευστότητας, υπάρχουν πολλές εταιρείες-ζόμπι, οι οποίες δεν είναι πλέον σε θέση να αναπτυχθούν ή ακόμη και να παραγάγουν αρκετά κέρδη ώστε να πληρώσουν έστω το κόστος των τόκων των δανείων τους. Υπολογίζεται ότι το 20% των αμερικανικών εταιρειών ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Στις τράπεζες υπάρχει μια σχετική υγεία, αλλά και μια συγκέντρωση σε πιο ασφαλείς χρηματοδοτήσεις (σημάδι αρχής ύφεσης), ενώ και στα χρηματιστήρια οι επενδύσεις γίνονται στα βαριά χαρτιά, σημάδι επίσης ανασφαλούς κλίματος.
Τίποτα ωστόσο από όλα αυτά δεν έχει να κάνει με αυτά που περίμεναν οι περισσότεροι αναλυτές διεθνώς για το 2023. Η πρόγνωση πριν από έναν χρόνο, με δεδομένη τη μεγάλη αύξηση των επιτοκίων, ήταν για μια κατάσταση αισθητά διαφορετική από αυτήν στην οποία κλείνει η παγκόσμια οικονομία το τρέχον έτος. Πήγε καλύτερα.
Αντίθετα με όσα δεν έγιναν στην παγκόσμια οικονομία, στην ελληνική σχεδόν όσα περιμέναμε – τα περισσότερα είχαν προεξοφληθεί – έγιναν και πράξη. Οι προγραμματισμένες αναβαθμίσεις στην ώρα τους. Οι δημοσιονομικές προβλέψεις επιβεβαιώθηκαν σχεδόν όλες. Το επιχειρηματικό κλίμα ήταν τόσο καλό όσο αναμενόταν. Οχι παραπάνω. Ακόμα και από το μέτωπο του πληθωρισμού δεν υπήρξε καμία έκπληξη. Οσο αναμενόταν κινήθηκε και, όπως αναμενόταν, η αίσθηση της ακρίβειας ήταν υψηλότερη του μετρήσιμου μεγέθους. Ακόμα και οι εθνικές εκλογές, που παλαιότερα όταν διεξάγονταν οδηγούσαν σε απορρύθμιση και εκτροχιασμό του προϋπολογισμού, φέτος δεν προκάλεσαν καμία επίπτωση. Γενικώς η οικονομία μας κινήθηκε όπως είχε προβλεφθεί στις αρχές του 2023. Ούτε καλύτερα αλλά, κυρίως, ούτε χειρότερα.
Αν το 2023 πήγε καλύτερα από ό,τι αναμενόταν για την παγκόσμια οικονομία και για τη δική μας τόσο καλά όσο αναμενόταν, γιατί να συνεχίσει έτσι και το 2024; Η αλήθεια είναι ότι η βεβαιότητα για τα χειρότερα και τα αυξημένα αντανακλαστικά που έδειξαν οι ρυθμιστικές αρχές απέτρεψαν μια κρίση την τρέχουσα χρονιά. Η τάση ωστόσο παραμένει αρνητική. Θα μπορέσουν άραγε να αντιμετωπιστούν με την ίδια αποτελεσματικότητα και την επόμενη; Δύσκολο να το πει κανείς. Οι κίνδυνοι αυξάνονται. Ωστόσο η προοπτική μιας μικρής αποκλιμάκωσης των επιτοκίων μετά τα μέσα της χρονιάς μπορεί να βοηθήσει την κατάσταση. Για εμάς, την ελληνική οικονομία, το πιο σημαντικό είναι να μην επηρεαστεί από όσα θα συμβαίνουν γύρω της και να συνεχίσει τη δουλειά του σφιχτού ταμείου και των μεταρρυθμίσεων. Το κατάφερε με μεγάλη επιτυχία φέτος. Αν το καταφέρει και το 2024, θα έχει πετύχει κάτι μοναδικό. Να μειώνει, εν μέσω διεθνούς αναταραχής και οικονομικής καχυποψίας, την ψαλίδα που μας χωρίζει με τις υπόλοιπες δυτικές οικονομίες. Και αυτό δεν είναι λίγο…