Και ξάφνου έγιναν τρεις: η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ και η δημιουργία της Νέας Αριστεράς άνοιξαν κι άλλο το πεδίο στον προοδευτικό χώρο – από το προοδευτικό Κέντρο και την αριστερή σοσιαλδημοκρατία έως τη ριζοσπαστική Αριστερά και την πολιτική Οικολογία υπάρχουν πλέον τρεις πολιτικοί συνδυασμοί που ο καθένας διεκδικεί με τους δικούς του όρους το μεγαλύτερο δυνατό κομμάτι του ίδιου ακροατηρίου – χωρίς καν να προστεθούν το ΚΚΕ, η Πλεύση Ελευθερίας και το ΜέΡΑ25 στην εξίσωση.
Το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά δηλωμένα έχουν τον ίδιο στόχο: να αποτελέσουν ένα ισχυρό κομμάτι (το ισχυρότερο τα πρώτα, τον καταλύτη η τρίτη) για μια ευρύτερη προοδευτική συμμαχία, η οποία θα διεκδικήσει τη διακυβέρνηση της χώρας το 2027. Για την ώρα, ωστόσο, επιβεβαιώνουν ένα πολυδιασπασμένο κομματικά τοπίο στην Κεντροαριστερά, στο οποίο οι αλλαγές θα οριστικοποιηθούν μόλις «μετρηθούν» σε μια κάλπη. Δηλαδή στις ευρωεκλογές του 2024.
ΠΑΣΟΚ
Διεκδικεί την επαναφορά του
Ποιοι είναι: Το ΠΑΣΟΚ αποτελεί το πιο αναγνωρίσιμο πολιτικό brand της Μεταπολίτευσης, όμως η γενιά του Νίκου Ανδρουλάκη, που σήμερα κατέχει τις περισσότερες θέσεις ευθύνης εντός του κομματικού σχηματισμού, είναι η τελευταία που έχει προλάβει το κόμμα στην εξουσία. Στην πραγματικότητα, την επαναφορά του ΠΑΣΟΚ σε πρωταγωνιστικό ρόλο έχει αναλάβει μια σειρά στελεχών, μεταξύ των οποίων και ο πρόεδρός του, που έμειναν στα δύσκολα και δεν έχουν κυβερνητική εμπειρία, όμως πατούν στη στάση ευθύνης που θεωρούν πως διατήρησε το κόμμα τους – επί της ουσίας, οι ίδιοι επιδιώκουν την ανανέωσή του επιμένοντας σε ένα καθαρό σοσιαλδημοκρατικό στίγμα.
Τι επιδιώκουν: Αυτό που θέλει το ΠΑΣΟΚ είναι να αποτελέσει ξανά τον βασικό εναλλακτικό πόλο απέναντι στη ΝΔ. Το πρώτο βήμα, στις επόμενες ευρωεκλογές, είναι να κερδίσει τη δεύτερη θέση για πρώτη φορά από το 2012, με ένα ποσοστό που θα του επιτρέψει να καταγραφεί ως διεκδικητής της εξουσίας και το χτίσιμο μιας κοινωνικής συμμαχίας «χαμηλότερων στρωμάτων και μεσαίας τάξης». Καθόλου τυχαία, όλο το προηγούμενο διάστημα το ΠΑΣΟΚ επενδύει στο πρόγραμμά του – οι θέσεις του για τα κόκκινα δάνεια, το ιδιωτικό χρέος, τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον παρουσιάστηκαν όλες τις προηγούμενες ημέρες, ενώ η Δευτέρα είναι αφιερωμένη σε έναν από τους πυλώνες που το κράτησαν όρθιο, την αυτοδιοίκηση.
Θέση για τις συνεργασίες: Για τις συνεργασίες, το ΠΑΣΟΚ είναι ξεκάθαρο – στη Βουλή, θεσμικά, και στην κοινωνία, με βάση το «μοντέλο Δούκα» στην Αθήνα. Πράγμα που σημαίνει ότι ενόψει ευρωεκλογών η αυτονομία του πρέπει να θεωρείται δεδομένη και οι όποιες μεταπηδήσεις στελεχών από τον ΣΥΡΙΖΑ ή αλλού, θα γίνουν χωρίς «φιέστες και ανταλλάγματα», και, όπως είπε ο Ανδρουλάκης, δεν αφορούν όσους «πλήγωσαν την παράταξη».
ΣΥΡΙΖΑ
Αναζητώντας νέο πολιτικό στίγμα
Ποιοι είναι: Σ’ αυτήν τη φάση, οι παραμένοντες στην αξιωματική αντιπολίτευση μπορούν με σχετική ευκολία να χωριστούν σε συγκεκριμένες κατηγορίες – πρόκειται για εκείνους που στήριξαν με πάθος τον Στέφανο Κασσελάκη, πασοκογενείς που τα προηγούμενα χρόνια στήριζαν τη διεύρυνση του κόμματος, μια παλιά φρουρά στελεχών με αναφορά κυρίως στον Αλέξη Τσίπρα και μια νέα εσωκομματική αντιπολίτευση με βασική παρουσία τον Διονύση Τεμπονέρα.
Τι επιδιώκουν: Ολοι αυτοί καλούνται να αναδιαμορφώσουν έναν πληγωμένο κομματικό μηχανισμό και να βρουν το νέο πολιτικό στίγμα του κόμματος – έτσι ώστε να διατηρήσουν αρχικά τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στις ευρωεκλογές και έπειτα να μπορέσουν να ξαναφέρουν τον ΣΥΡΙΖΑ στα ποσοστά που είχε πριν από το περασμένο καλοκαίρι, για να συνεχίσει να αποτελεί, κατά τον Σωκράτη Φάμελλο, «προοδευτική κυβερνητική διέξοδο». Γνωρίζουν τα ένστικτα των πολιτών στους οποίους απευθύνονται: το λαϊκίστικο ύφος που αξιοποίησε ο ΣΥΡΙΖΑ το προηγούμενο διάστημα επιμένει, παράλληλα με μια βεντάλια ζητημάτων που ανοίγουν ενσωματώνοντας και πιο κεντροαριστερές αντιλήψεις. Από τον ίδιο τον Κασσελάκη εισήχθη ο όρος «Πατριωτική Αριστερά», το περιεχόμενό της όμως δεν έχει γίνει απόλυτα σαφές – όπως ούτε το πολιτικό πρόγραμμα του κόμματος.
Θέση για τις συνεργασίες: Η απεύθυνση του προέδρου του κόμματος αφορά κυρίως την κοινωνία. Ο ίδιος καλεί νέα πρόσωπα να εγγραφούν μέλη του κόμματος, έτσι ώστε όχι μόνο να στελεχώσουν τις θέσεις που έμειναν κοινές, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ να «ανοίξει» στη βάση του. Στις επαφές που είχε με τους πολιτικούς αρχηγούς, ο Κασσελάκης έδειξε διάθεση θεσμικής συνεννόησης, όμως ειδικά στο κεντροαριστερό πεδίο, για τα δύο πιο όμορα σχήματα, μέλη της ηγετικής του ομάδας θεωρούνται «κόκκινο πανί».
ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Στόχος ένα πιο ευρύ ακροατήριο
Ποιοι είναι: Η Νέα Αριστερά, που καλά καλά δεν είναι κόμμα, απαρτίζεται από την παλιά αριστερή φρουρά του ΣΥΡΙΖΑ, που ασκούσε κριτική και στον Αλέξη Τσίπρα αλλά διαπίστωσε πολιτική ασυμβατότητα με τη νέα ηγεσία, αλλά και η γενιά των σαραντάρηδων που σήκωσε ένα μεγάλο κομμάτι της κυβερνητικής ευθύνης από το τέλος του 2015 έως το 2019. Αντί της Εφης Αχτσιόγλου, επικεφαλής της ΚΟ των έντεκα (που περιλαμβάνει έξι πρώην υπουργούς και έναν πρώην υφυπουργό) τέθηκε ο Αλέξης Χαρίτσης.
Τι επιδιώκουν: Παρότι τα περισσότερα στελέχη που απαρτίζουν το εγχείρημα έχουν περάσει το περισσότερο της ζωής τους μέσα στον ίδιο αριστερό χώρο (και παρότι χαρακτήρισαν την αποχώρησή τους πολιτική και ηθική επιλογή), τονίζουν πως δεν επιδιώκουν την αναπαραγωγή ενός πιο «καθαρού» ΣΥΡΙΖΑ – θέτουν στόχο να ανοιχτούν σε πιο ευρύ ακροατήριο, μιλούν για στρατηγικές συμμαχίες με το οικολογικό κίνημα και την αριστερή σοσιαλδημοκρατία. Στην πραγματικότητα, απευθύνονται όχι μόνο σε παλιούς αριστερούς, αλλά και σε μια γενιά πολιτών που μεγάλωσε θεωρώντας τον ΣΥΡΙΖΑ το αντίπαλο δέος της ΝΔ – και εκείνους, τα βασικά πρόσωπα που κλήθηκαν να λάβουν σημαντικές αποφάσεις. Αυτονόητα, θέλουν να εκλέξουν τουλάχιστον έναν ευρωβουλευτή στις ευρωεκλογές – η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, άλλωστε, είναι δεδομένη για τέσσερα χρόνια.
Θέση για τις συνεργασίες: Τα στελέχη της Νέας Αριστεράς εμφανίζονται ανοιχτά στις συνεργασίες σε βάθος χρόνου, και σίγουρα «όχι πίσω από κλειστές πόρτες»: «Προφανώς μπορούν να υπάρχουν κοινοβουλευτικές συγκλίσεις σε επιμέρους θέματα, όχι όμως δομική επί της αρχής συνεργασία. Με τα δεδομένα κόμματα που έχουμε καταγεγραμμένα δεν υπάρχει δυνατότητα συνεργασίας», ανέφερε, σ’ αυτό το μήκος κύματος, η Εφη Αχτσιόγλου, μιλώντας ωστόσο για «διαύλους επικοινωνίας» με τον Πέτρο Κόκκαλη.