Η ανακάλυψη των «βομβιστών του Πειραιά» που έχουν προχωρήσει από το 2020 σε πέντε τουλάχιστον επιθέσεις με εμπρηστικούς και εκρηκτικούς μηχανισμούς με στόχο ναυτιλιακές εταιρείες και επιχειρηματίες αποτελεί κύριο στόχο της ΕΛ.ΑΣ. ύστερα και από τη χθεσινή καταστροφική έκρηξη που σημειώθηκε στην είσοδο πολυκατοικίας στην οδό Φίλωνος 61-65.
Μέχρι στιγμής καμία από τις εν λόγω ενέργειες δεν έχει εξιχνιαστεί λόγω αδυναμίας εντοπισμού των φυσικών αυτουργών, ενώ δεν φέρεται να έχουν συγκεντρωθεί ή να δίνονται επαρκείς πληροφορίες για τα κίνητρα των εγκληματικών ενεργειών. Αυτό συνέβη και με την προηγούμενη επίθεση – κατά πολύ μικρότερης ισχύος – που είχε σημειωθεί στις 8 Ιουλίου 2020 στο ίδιο κτίριο, η οποία εκτιμάται ότι είχε τον ίδιο στόχο.
Στελέχη των διωκτικών αρχών ερευνούν πλέον το ενδεχόμενο οι επιθέσεις αυτές να σχετίζονται με εκκρεμείς επιχειρηματικές συναλλαγές, με το σενάριο της κοινής ομάδας δραστών να κερδίζει διαρκώς έδαφος.
Η έκρηξη που προκάλεσε εκτεταμένες ζημιές σε σειρά καταστημάτων και γραφείων στην καρδιά του Πειραιά σημειώθηκε στη 1.20 τα ξημερώματα. Προηγουμένως άγνωστοι δράστες είχαν τοποθετήσει εκρηκτικό μηχανισμό στην είσοδο κτιρίου στην οδό Φίλωνος.
Οι αρχικές πληροφορίες των στελεχών της ΕΛ.ΑΣ. κάνουν λόγο για άτομα που έφτασαν στο σημείο από γειτονικό πάρκο, όπου είχαν εγκαταλείψει το όχημά τους. Οι δράστες χρησιμοποίησαν μεγάλη ποσότητα εκρηκτικής ύλης, η οποία πιθανότατα πυροδοτήθηκε από βραδύκαυστο φιτίλι, με τον εκρηκτικό μηχανισμό να πιστεύεται ότι είχε τοποθετηθεί σε μεταλλικό δοχείο. Η ισχύς της έκρηξης ήταν τέτοια που προκλήθηκε κρατήρας.
Το ερώτημα
Στην πολυκατοικία που τοποθετήθηκε ο εκρηκτικός μηχανισμός στεγάζονται τουλάχιστον έξι δικηγορικά γραφεία αλλά και εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον ναυτιλιακό κλάδο. Οι αστυνομικοί, μάλιστα, εκτιμούν ότι στόχος της επίθεσης δεν ήταν τα καταστήματα στο ισόγειο (ένα πώλησης εκτυπωτών και άλλο ένα με υποδήματα) ούτε τα δικηγορικά γραφεία.
«Οδηγό» για αυτή την εκτίμηση αποτελεί η προ τριετίας επίθεση με εμπρηστικό μηχανισμό αποτελούμενο από γκαζάκια στο ίδιο σημείο, με πιθανότερο στόχο και τότε ιδιώτη που σχετίζεται με διαχείριση πλοίων (ένας εξ αυτών που έχει επαγγελματική έδρα στο συγκεκριμένο κτίριο δραστηριοποιείται και στον ευρύτερο αθλητικό χώρο).
Το ερώτημα όμως που παραμένει είναι ποια θα μπορούσε να είναι αυτή η διαρκής διαμάχη ή οικονομική εκκρεμότητα που προκάλεσε δύο επιθέσεις σε διάστημα μικρότερο των τεσσάρων χρόνων. Για να το απαντήσουν, οι ερευνητές της ΕΛ.ΑΣ. συνεκτιμούν τα στοιχεία που είχαν προκύψει το 2018 ύστερα από ξυλοδαρμό του υπαλλήλου μιας ναυτιλιακής εταιρείας που στεγάζεται στο ίδιο κτίριο – ο οποίος τότε είχε αποδοθεί σε «προσωπικές διαφορές», υπόθεση που παραμένει εντούτοις ανεξιχνίαστη.
Τρεις φάκελοι
Παράλληλα, οι αστυνομικοί εστιάζουν το ενδιαφέρον τους και στους φακέλους τριών παρόμοιων βομβιστικών επιθέσεων που είχαν σημειωθεί περίπου το ίδιο διάστημα το 2020 με στόχο τα γραφεία άλλης ναυτιλιακής εταιρείας του Πειραιά αλλά και το σπίτι του ιδιοκτήτη της.
Η πρώτη επίθεση στα γραφεία εταιρείας στην οδό Παπαναστασίου είχε σημειωθεί τον Ιανουάριο με εμπρηστικό μηχανισμό μικρής ισχύος, ενώ τον Ιούλιο του ίδιου έτους ακολούθησε ισχυρή έκρηξη βόμβας στον ίδιο χώρο, όπως ακριβώς συνέβη και στην οδό Φίλωνος. Μάλιστα, λίγες ημέρες μετά την πρώτη εμπρηστική επίθεση είχε σημειωθεί έκρηξη στο σπίτι του επιχειρηματία που εμφανιζόταν ως υπεύθυνος της εταιρείας στην Καστέλα.
Τότε τη σχετική έρευνα είχε αναλάβει το Τμήμα Δίωξης Εκβιαστών της Ασφάλειας Αττικής και υπήρξαν μέχρι και ορισμένες ενδείξεις για τον φερόμενο ως ηθικό αυτουργό της επίθεσης. Ωστόσο, και πάλι η υπόθεση δεν «δέθηκε». Πλέον, λοιπόν, αναζητείται η σύνδεση των παραπάνω υποθέσεων που θα μπορούσε να οδηγήσει στους κατασκευαστές των εκρηκτικών μηχανισμών καθώς και πιθανή συσχέτιση με τη δράση συμμοριών της νύχτας.