Εν μέσω παρατεταμένων χειροκροτημάτων και πανηγυρικής ατμόσφαιρας ολοκληρώθηκε χθες το πρωί στο Ντουμπάι η COP28, έπειτα από ολονύχτιες διαπραγματεύσεις. Για πρώτη φορά στην ιστορία των Διασκέψεων του ΟΗΕ για το Κλίμα, γίνεται ρητή αναφορά, στην απόφαση που υιοθετήθηκε ομόφωνα, στα ορυκτά καύσιμα – κάτι που κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πριν από μερικούς μήνες, ιδιαίτερα καθώς πλησίαζε μια Διάσκεψη οργανωμένη στην καρδιά του Περσικού Κόλπου.
Δεν προβλέπεται ωστόσο «σταδιακή κατάργηση» των ορυκτών καυσίμων, όπως ζητούσε ένας συνασπισμός περισσότερων από 100 χωρών, ανάμεσά τους οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Νορβηγία καθώς και η ΕΕ. Για να επιτευχθεί, την ύστατη στιγμή, ένας συμβιβασμός με το αντίπαλο «στρατόπεδο», τον ΟΠΕΚ, και δη με τη Σαουδική Αραβία, απαιτήθηκε αρκετή λεξιλογική και διπλωματική δημιουργικότητα. Η συμφωνία μιλάει για «transitioning away», «μετάβαση προς την απομάκρυνση» – ή καλύτερα «απομάκρυνση» σκέτο – από τα ορυκτά καύσιμα στα ενεργειακά συστήματα, «με τρόπο δίκαιο, εύρυθμο και ισότιμο, επιταχύνοντας τη δράση σε αυτή την κρίσιμη δεκαετία, προκειμένου να επιτευχθεί η ουδετερότητα άνθρακα το 2050 σύμφωνα με τις επιστημονικές συστάσεις».
Δεν υπάρχουν δεσμεύσεις
Συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα δεν δίνεται. Και φυσικά η συμφωνία δεν είναι δεσμευτική, οι χώρες αναλαμβάνουν πλέον την ευθύνη για την τήρησή της μέσω εθνικών πολιτικών και επενδύσεων. Η COP28 δεν σηματοδοτεί, λοιπόν, το τέλος των ορυκτών καυσίμων, παρότι οι επιστήμονες λένε πως αυτή είναι η τελευταία βάσιμη ελπίδα (μας) για να αποσοβηθεί η κλιματική αλλαγή. Χαρακτηρίστηκε εντούτοις «ιστορική» από τον πρόεδρο της Διάσκεψης και υπουργό Πετρελαίων των ΗΑΕ Σουλτάν αλ Τζαμπέρ. Τον ίδιο χαρακτηρισμό χρησιμοποίησε και η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κάνοντας λόγο για «αρχή της εποχής μετά τα ορυκτά καύσιμα» – ακόμα λίγη λεξιλογική δημιουργικότητα.
Οπως είχε προαναγγελθεί, το κείμενο καλεί σε «τριπλασιασμό της δυναμικότητας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και διπλασιασμό του παγκόσμιου μέσου ετήσιου ρυθμού βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης έως το 2030» – το πώς θα χρηματοδοτηθεί αυτή η μετάβαση, ωστόσο, πρωτίστως ώστε να βοηθηθούν οι πλέον ευάλωτες χώρες παραπέμφθηκε στην επόμενη COP, τον Νοέμβριο του 2024, στο Μπακού. Η συμφωνία καλεί επίσης να επιταχυνθούν οι τεχνολογίες «μηδενικού άνθρακα» και «χαμηλού άνθρακα», ανάμεσά τους η πυρηνική ενέργεια (γεγονός που χαροποίησε ιδιαίτερα τη Γαλλία), το υδρογόνο χαμηλού άνθρακα, καθώς και η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα, την οποία υπερασπίζονται πρωτίστως οι πετρελαιοπαραγωγοί χώρες ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν να αντλούν υδρογονάνθρακες.
Εκφράσεις απογοήτευσης
Την πιο εύστοχη, θα μπορούσε να πει κανείς, δήλωση την έκανε ο δανός υπουργός Κλίματος και Ενέργειας Νταν Γιόργκενσεν: «Στεκόμαστε εδώ σε μια πετρελαιοπαραγωγό χώρα, περιτριγυρισμένοι από πετρελαιοπαραγωγούς χώρες, και πήραμε μια απόφαση που λέει “ας απομακρυνθούμε από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο”». Πολλές πλευρές καλωσόρισαν τη δήλωση, υπήρξαν ωστόσο και αρκετές εκφράσεις απογοήτευσης. «Θέλω να πω ότι η έξοδος από τα ορυκτά καύσιμα είναι αναπόφευκτη, είτε το θέλουν είτε όχι. Ελπίζουμε να μην έρθει πολύ αργά» δήλωσε ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, ο οποίος είχε δηλώσει επανειλημμένως στη διάρκεια της συνόδου πως ήταν «ουσιαστικής σημασίας» να αναγνωρίζει το τελικό κείμενο «την ανάγκη εξόδου από όλα τα ορυκτά καύσιμα στη βάση χρονοδιαγράμματος συμβατού με το όριο του 1,5°C», τον περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας στον 1,5°C.
«Προχωρήσαμε ένα βήμα σε σχέση με την υπάρχουσα κατάσταση, αλλά αυτό που πραγματικά έχουμε ανάγκη είναι μια εκθετική αλλαγή» δήλωσε από την πλευρά της η Αν Ράσμουσεν, η εκπρόσωπος των νησιών Σαμόα, που προεδρεύουν της συμμαχίας μικρών νησιωτικών κρατών (Aosis). Οπως σημειώνει η «Le Monde», απογοητευτική ήταν η έκβαση της Διάσκεψης και αναφορικά με το κρίσιμο ζήτημα της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή: παρότι πολλά μέρη ήθελαν πιο συγκεκριμένες δεσμεύσεις από τις πλούσιες χώρες, (και αυτό) το θέμα παραπέμφθηκε στην COP29 του Μπακού.