Μέσα στο προηγούμενο τριήμερο έγινε γνωστό ότι περίπου το 17% του παγκόσμιου εμπορίου βιώνει μεγάλη αναστάτωση. Σε απλά ελληνικά, το κλίμα «μυρίζει» επιβαρύνσεις και νέο κύμα ακρίβειας. Η Διώρυγα του Σουέζ, η οποία είναι ζωτικής σημασίας για το περίπου 12% του παγκόσμιου εμπορίου μεταφοράς εμπορευμάτων, θεωρείται σχεδόν κλειστή. Ο ένας μετά τον άλλο οι κολοσσοί των θαλάσσιων μεταφορών επιλέγουν τον γύρο της Αφρικής, από το να θέσουν σε κίνδυνο τις ζωές των πληρωμάτων τους στην Ερυθρά Θάλασσα, από τις επιθέσεις των Χούτι της Υεμένης. Ενα ακόμα 5% του παγκόσμιου εμπορίου που εξαρτάται από τη Διώρυγα του Παναμά αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, καθώς η ξηρασία στη χώρα της Κεντρικής Αμερικής δημιουργεί εμπόδια στον διάπλου των στενών, μειώνοντας τη στάθμη του νερού.
Το πρόβλημα στο Σουέζ είναι προφανώς πιο σημαντικό για εμάς. Οι επιπτώσεις του θα είναι πολύ πιο άμεσες, καθώς επηρεάζεται η μεταφορά εμπορευματοκιβωτίων (προϊόντα Ασίας), δεξαμενοπλοίων (πετρέλαιο) και των πλοίων LNG (φυσικό αέριο). Οπως συνήθως γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις, αυτό σημαίνει άνοδο των ναύλων, ακριβότερα προϊόντα για όλους μας. Προφανώς εισαγόμενη και για την ώρα άγνωστης έντασης.
Το θέμα όμως είναι ότι ξεκινάει μια άγνωστης διάρκειας και έκτασης νέα κρίση, χωρίς να έχουμε καταφέρει να λύσουμε τις πηγές εγχώριας αναζωπύρωσης της ακρίβειας. Η υπόθεση που προέκυψε με το Μεταναστευτικό είναι χαρακτηριστική και δείχνει πόσο κρύβοντας προβλήματα κάτω από το χαλί δεν μπορούμε να προχωρήσουμε ως χώρα. Ολοι συμφωνούμε ότι μας λείπουν πολλοί εργαζόμενοι. Αμεσα πάνω από 400.000, κάθε ειδικότητας. Από απλούς εργάτες, μέχρι εξειδικευμένους επιστήμονες. Η δική μας πολιτική στο Μεταναστευτικό βασιζόταν στο αξίωμα της άτυπης «διευκόλυνσης» αβλαβούς διέλευσης από τη χώρα μας. Για ένα διάστημα κλείσαμε και τα σύνορα. Με αυτούς τους τρόπους νομίζαμε ότι λύσαμε το πρόβλημά μας. Μόνο που εδώ και καιρό ένα άλλο πρόβλημα, αυτό της ακρίβειας, είναι μεγαλύτερο από αυτό του Μεταναστευτικού.
Η έλλειψη προσωπικού απειλεί επιπλέον την υλοποίηση των πολλών έργων που έχουν σχεδιαστεί, αλλά μεταδίδει και ακρίβεια στην αγορά. Και εμείς τι κάνουμε; Τίποτα. Κανένα σχέδιο. Αποφύγαμε να το συζητήσουμε στις εκλογές. Αποφεύγουμε να το συζητήσουμε και μετά. Οι 30.000 που θα πάρουν χαρτιά, ήταν ήδη στη χώρα εδώ και χρόνια. Αρα δεν λύνουν, ούτε περιορίζουν το πρόβλημα.
Σε άλλες χώρες η συζήτηση έχει προχωρήσει. Στη Γερμανία, όπου το Κοινοβούλιο έχει εγκρίνει τη μεταναστευτική μεταρρύθμιση με στόχο την εισαγωγή εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, το συντηρητικό CDU που προηγείται στις δημοσκοπήσεις εκφράζει επιφυλάξεις, όχι άρνηση, λόγω όπως λέει του κινδύνου εισαγόμενου εξτρεμισμού. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να ληφθεί υπόψη και στη δική μας περίπτωση, με στόχο να αναζητήσουμε εργαζόμενους από χώρες με ηπιότερα χαρακτηριστικά.
Το θέμα όμως με το ελληνικό πολιτικό σύστημα είναι ότι πριν αρχίσουμε να συζητάμε και να φέρνουμε τους πρώτους ξένους εργαζόμενους, απειλούμε να σπρώξουμε μια κρίσιμη μάζα των πολιτών στην πλήρη άρνηση αυτού του θέματος. Αν αυτή η μάζα γίνει πλειοψηφία, πολύ φοβάμαι ότι θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με στασιμότητα και πληθωρισμό για πολλά χρόνια.