Στις τελευταίες εβδομάδες της βαδίζει μία από τις πιο χειρότερες χρονιές των τελευταίων δεκαετιών για την Ελλάδα όσον αφορά τις δασικές πυρκαγιές. Μια χρονιά κατά την οποία, σύμφωνα με στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ενημέρωσης για τις Δασικές Πυρκαγιές (EFFIS), αποτεφρώθηκαν 1.747.730 στρέμματα, αριθμός που αντιστοιχεί στο 1,3% της συνολικής έκτασης της χώρας.
«Το 2023 ήταν μια καταστροφική χρονιά όσον αφορά την έκταση και το αποτέλεσμα των δασικών πυρκαγιών», λέει στα «ΝΕΑ» ο γενικός διευθυντής Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας Ευάγγελος Γκουντούφας. Για μια αντιπυρική περίοδο που μπορεί να συγκριθεί μόνο με αυτές του 2007 και του 2021 έκανε λόγο ήδη από τις 6 Σεπτεμβρίου και η WWF Ελλάς, τονίζοντας πάντως ότι υπάρχουν ποιοτικές διαφορές, όπως η μεγαλύτερη γεωγραφική διασπορά των πυρκαγιών, ο επηρεασμός αρχέγονων δασικών οικοσυστημάτων και η καταστροφή προστατευόμενων περιοχών που είτε δεν διαθέτουν φυσικούς μηχανισμούς αναγέννησης είτε τους έχουν εξαντλήσει έπειτα από μια 20ετία διαδοχικών πυρκαγιών.
Τρεις μήνες μετά την κατάσβεση της τελευταίας εστίας στον Εβρο, τα εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα καμένων εκτάσεων παραμένουν ανοιχτή πληγή τόσο για τους κατοίκους των περιοχών που επλήγησαν όσο και για τα μοναδικής αξίας οικοσυστήματα. Τι συμβαίνει, όμως, στις πυρόπληκτες περιοχές; Ποια έργα έχουν προχωρήσει και ποια προγραμματίζονται; Ελλοχεύει κίνδυνος για πλημμύρες; Και ποιες πρωτοβουλίες προωθούνται για να μην επαναληφθεί άλλη μία αντίστοιχου μεγέθους καταστροφή την επόμενη αντιπυρική περίοδο;
Η καταστροφή και οι κίνδυνοι
Ανάμεσα στις απέραντες μαύρες εκτάσεις που άφησαν πίσω τους οι πυρκαγιές του καλοκαιριού, μικρές συστάδες πρασίνου δημιουργούν ελπίδες για την επόμενη ημέρα. Πρόκειται για άκαυτες νησίδες οι οποίες «θα λειτουργήσουν ευεργετικά τόσο για τη φυσική αναγέννηση όσο και για τη συγκράτηση των εδαφών και για την πανίδα», όπως λέει ο γενικός διευθυντής Δασών του ΥΠΕΝ. Η προετοιμασία για το δύσκολο «αύριο» της καταστροφής, άλλωστε, έχει ξεκινήσει, όπως σημειώνει ο ίδιος, ήδη από τις ημέρες της μάχης με τις φλόγες. «Μέσω των δασικών υπηρεσιών, παράλληλα με τη συνδρομή στην καταστολή των πυρκαγιών, ξεκίνησε ένας τεράστιος αγώνας δρόμου για να πάμε στην επόμενη ημέρα. Να χτίσουμε την προστασία των εδαφών και τη διαδικασία επανάκαμψης και ανασυγκρότησης των δασικών οικοσυστημάτων», υπογραμμίζει ο Ευάγγελος Γκουντούφας.
Περιοχές σε συναγερμό για πλημμύρες
Πρώτη προτεραιότητα, τα έργα συγκράτησης του εδάφους, ώστε να μην υποχωρήσει μέσω των βροχοπτώσεων, κάτι που θα είχε τραγικές συνέπειες τόσο για το δασικό οικοσύστημα όσο και για τους οικισμούς στα «κατάντη», τις περιοχές κάτω από τους ορεινούς όγκους. Οι κίνδυνοι για τους κατοίκους περιοχών κοντά στις εκτάσεις που κάηκαν σε Δερβενοχώρια, Ρόδο και Πάρνηθα αποτυπώνονται αναλυτικά σε εκθέσεις που συνέταξε η WWF. Οπως αναφέρει η περιβαλλοντική οργάνωση, στα Δερβενοχώρια η πυρκαγιά επηρέασε τρεις υδρολογικές λεκάνες, με αποτέλεσμα να αναμένεται «αυξημένη επιφανειακή απορροή σε περίπτωση έντονης βροχόπτωσης» που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πλημμυρικά φαινόμενα. Μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχουν οι οικισμοί Μάνδρα, Μαγούλα, Νέα Ζωή, Ελευσίνα, Ασπρόπυργος και Αγία Σωτήρα. Στη Ρόδο, αντίστοιχα, οι περιοχές που πιθανόν διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο είναι οι οικισμοί Μάσαρη, Μαλών, Κάλαθος, Λάρδος, Κιοτάρι, Γεννάδιον και το Ασκληπιείον. Από τη φωτιά στην Πάρνηθα ενδέχεται να κινδυνεύσουν τα Ανω Λιόσια, η Φυλή και ο Ασπρόπυργος.
«Μέχρι στιγμής ευτυχώς δεν είχαμε προβλήματα από τις βροχές στις πυρόπληκτες περιοχές», σημειώνει ο Ευάγγελος Γκουντούφας, ξεκαθαρίζοντας ότι σημεία με βεβαρημένο παρελθόν, όπως η Δυτική Αττική, απασχολούν έντονα τους αρμόδιους φορείς. «Ευτυχώς, από το 2021 έχουμε υπογράψει προγραμματική σύμβαση με την Περιφέρεια Αττικής που της δίνει τη δυνατότητα να παρέμβει στο σύνολο των ρεμάτων», περιγράφει ο διευθυντής Δασών του ΥΠΕΝ, υπογραμμίζοντας ότι για τις περισσότερες περιοχές οι διαδικασίες βρίσκονται στο στάδιο δημοπράτησης του έργου. Σε κάθε περίπτωση, αποφασιστικό ρόλο διαδραματίζει η έγκαιρη ολοκλήρωση των παρεμβάσεων στους ορεινούς όγκους. Στις μελέτες της WWF τονίζεται, μεταξύ άλλων, ότι στις καμένες εκτάσεις δασών χαλεπίου (Δερβενοχώρια, Πάρνηθα) και τραχείας πεύκης (Ρόδος) με μέτριες κλίσεις 20%-50% «μπορούν να εκτελεστούν αντιδιαβρωτικά και αντιπλημμυρικά έργα (κορμοδέματα και κλαδοπλέγματα), κατόπιν σχετικής μελέτης». Ο Ευάγγελος Γκουντούφας διαβεβαιώνει, ωστόσο, ότι τα έργα έχουν ήδη ξεκινήσει σε όλα τα μέτωπα.
«Στην Αλεξανδρούπολη οι παρεμβάσεις ξεκίνησαν με χρηματοδότηση μέσω του θεσμού του Αναδόχου Αποκατάστασης και θα συνεχιστούν με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης», σημειώνει.
«Στην Πάρνηθα ξεκίνησαν παντού τα έργα. Αυτές τις μέρες ξεκινάνε οι εργασίες στα Δερβενοχώρια και στη Δυτική Αττική. Οι σχετικές μελέτες έχουν ολοκληρωθεί, ενώ εντός των επόμενων ημερών αναμένονται και οι τελευταίες εγκρίσεις. Στη Ρόδο έχουμε εγκεκριμένες μελέτες, έχουν ξεκινήσει τα πρώτα έργα αποκατάστασης και τώρα βάζουμε μπρος τα αντιδιαβρωτικά έργα. Το ίδιο θα γίνει και σε Κόρινθο και Αιγιάλεια».
Κατά τον Ευάγγελο Γκουντούφα, ο θεσμός της αναδοχής έχει συμβάλει στην επιτάχυνση των αντιδιαβρωτικών παρεμβάσεων. Ειδικότερα, μέχρι στιγμής έχουν διατεθεί από ιδιώτες πάνω από 10 εκατ. ευρώ, ενώ από κρατικούς και κοινοτικούς πόρους έχουν εξασφαλιστεί άλλα 86 εκατ. ευρώ για τον Εβρο και 29 εκατ. ευρώ για τη Ρόδο. Στην Πάρνηθα το σύνολο των αντιδιαβρωτικών έργων καλύφθηκε από αναδόχους αποκατάστασης.
Ανθρωπογενείς παρεμβάσεις
Οι κατεστραμμένες περιοχές δεν κινδυνεύουν μόνο από τις πλημμύρες, αλλά και από πιθανές ανθρωπογενείς παρεμβάσεις. Γι’ αυτό και στις σχετικές μελέτες της η WWF επισημαίνει ότι επιβάλλεται η άμεση κήρυξη όλων των καμένων δασικών οικοσυστημάτων ως αναδασωτέων εκτάσεων, κάτι που, εξάλλου, προβλέπεται και από το Σύνταγμα. Οπως ξεκαθαρίζει ο γενικός διευθυντής Δασών του ΥΠΕΝ, οι σχετικές διαδικασίες έχουν ολοκληρωθεί για το σύνολο των περιοχών που επλήγησαν.
Περιβαλλοντικές οργανώσεις, όμως, χτυπούν καμπανάκι και για την ανάγκη προστασίας των πληγεισών περιοχών από επιβαρυντικές οικονομικές δραστηριότητες. Η WWF ζητά «ρύθμιση της βοσκής για μια πενταετία σε όλη την έκταση των καμένων δασικών οικοσυστημάτων με επανέλεγχο για πιθανή παράταση», ενώ στις 27 Οκτωβρίου με κοινή τους επιστολή προς το ΥΠΕΝ εννέα περιβαλλοντικές οργανώσεις ζητούσαν «την αναστολή αδειοδότησης αιολικών σταθμών με άδεια παραγωγού, βεβαίωση παραγωγού ή βεβαίωση ειδικών έργων» στην περιοχή του Εβρου με «ρητή νομοθετική ρύθμιση», κατά τα πρότυπα της Βόρειας Εύβοιας. Είχε προηγηθεί, στις 25 Σεπτεμβρίου, καταγγελία της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας για αδειοδότηση αιολικού σταθμού από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Μακεδονίας – Θράκης «εντός της καμένης έκτασης και μέσα στην περιοχή Natura», στο νότιο δασικό σύμπλεγμα του Εβρου.
Απαντώντας, ο Ευάγγελος Γκουντούφας περιγράφει πως κατόπιν της καταγγελίας «το ΥΠΕΝ και η Γενική Διεύθυνση Δασών με έγγραφο ανακοίνωσαν ότι αναστέλλονται προς το παρόν όλες οι διαδικασίες εγκατάστασης ΑΠΕ εντός της περιμέτρου της συνολικά καείσας έκτασης». Ετσι, μέχρι στιγμής «έχουν παγώσει όλες οι διαδικασίες», ενώ οι δασικές υπηρεσίες «δεν προχωρούν σε πρωτόκολλο εγκατάστασης, ακόμα και για αδειοδοτημένες ΑΠΕ». Στις υπόλοιπες περιοχές τυχόν αιτήματα εγκατάστασης ΑΠΕ εντός των καμένων εκτάσεων θα εξετάζονται κατά περίπτωση. Ο γενικός διευθυντής Δασών του ΥΠΕΝ, πάντως, ξεκαθαρίζει ότι αποτελούν μύθο τα περί εμπρησμών προκειμένου να τοποθετηθούν ανεμογεννήτριες, καθώς η δασική νομοθεσία αλλά και το Συμβούλιο της Επικρατείας επιτρέπουν τη δημιουργία αιολικών πάρκων τόσο σε δάση όσο και σε κηρυγμένες αναδασωτέες εκτάσεις.