Το πρώτο της πτυχίο ήταν μάρκετινγκ και επικοινωνία. Το δεύτερο, στο Μιλάνο, είχε να κάνει με οικονομία και διαχείριση στην τέχνη και τον πολιτισμό. Εκεί ανακάλυψε τον χώρο και την αγορά της σύγχρονης τέχνης ως πεδίο προσωπικής ανάπτυξης και εξέλιξης.
Η Χριστίνα Παπαδοπούλου οργανώνει και διευθύνει στην Αθήνα το παράρτημα της διεθνούς γκαλερί Gagosian. Ενός χώρου τέχνης που εκπροσωπεί τα περισσότερα από τα σημαντικά ονόματα σύγχρονων καλλιτεχνών που κυκλοφορούν στην παγκόσμια αγορά της τέχνης. Με δικά της κριτήρια έκανε προτάσεις στα κεντρικά γραφεία της Νέας Υόρκης για να φέρει στην Αθήνα ιστορικά ονόματα, όπως έργα του Cy Tombly και του Brice Marden, του γλύπτη Giuseppe Penone, να καλέσει νεότερους καλλιτέχνες, όπως η Vera Lutter, ο Theaster Gates, ο Rick Lowe, για να δημιουργήσουν νέα έργα με κάποια ελληνική επιρροή. Η Χριστίνα Παπαδοπούλου μόλις έχει επιστρέψει από ταξίδι στην έκθεση του Μαϊάμι και κύκλο επισκέψεων καλλιτεχνών της Νέας Υόρκης.
Για το πρόγραμμα της νέας χρονιάς έχει εξασφαλίσει άλλο ένα βαρύ όνομα της σύγχρονης τέχνης, ο οποίος επισκέφθηκε νησιά του Αργοσαρωνικού και των Κυκλάδων δημιουργώντας στο κινηματογραφικά μυθικό εργαστήριό του μία νέα σειρά έργων μεγάλης κλίμακας. Ορισμένα από αυτά θα παρουσιαστούν προσεχώς στην αθηναϊκή γκαλερί. Αινιγματική αλλά χαρούμενη, δεν αποκαλύπτει ημερομηνίες αφού κάποιες λεπτομέρειες της έκπληξης που έρχεται από τα κεντρικά της Ευρώπης βρίσκονται ακόμη σε στάδιο επεξεργασίας. Αλλωστε η ώσμωση καλλιτεχνών με το εγχώριο στοιχείο είναι η αδυναμία της οδηγώντας σε σύγχρονους διαλόγους.
Τι φέρατε από το Μαϊάμι;
Είναι μια εμπορική έκθεση. Δεν είναι ένας θεσμός όπως η Μπιενάλε στη Βενετία, οπότε έτσι κι αλλιώς θα έχει πάντα εκείνους που θα το βλέπουν από άλλη οπτική. Αλλά είναι ένας πολύ σημαντικός θεσμός. Παλαιότερα έβγαζε περισσότερο την αίσθηση και την εικόνα του μέρους όπου πας να περάσεις καλά. Είχε πολλά ωραία πάρτι. Αυτή η εικόνα έχει «θολώσει» γιατί το Μαϊάμι παίζει πολύ σημαντικό ρόλο για τους συλλέκτες από τη Λατινική Αμερική επειδή η φορολογία είναι μεγάλη και η γραφειοκρατία για τις μεταφορές των έργων τέχνης στη Νότια Αμερική είναι περίπλοκη. Με αυτές τις συνθήκες το Μαϊάμι είναι μία καλή ευκαιρία για τη συγκέντρωση συλλεκτών από τη Βόρεια και τη Νότια Αμερική. Το μειονέκτημα όταν εργάζομαι σε ένα Αrt Fair είναι ότι συνήθως περνάω αρκετό χρόνο στο περίπτερο της γκαλερί, οπότε δεν βλέπω τόσο πολλά όσα θα δει ένας επισκέπτης. Αλλά και πάλι η συγκεκριμένη διοργάνωση δεν έχει τη δυναμική της ελβετικής Art Basel στη Βασιλεία, όπου οι εκθέσεις των μουσείων και των καλλιτεχνικών οργανισμών στη γύρω περιοχή και τη Ζυρίχη είναι πολύ σημαντικές. Το Art Basel για εμένα είναι το πιο σημαντικό, επειδή είναι μία μικρή πόλη και όλοι είναι αφοσιωμένοι σε αυτό. Είναι καθαρά επαγγελματική υπόθεση, δεν υπάρχει το στοιχείο μιας πόλης που είναι διασκεδαστική. Το Μαϊάμι συνδυάζει την τέχνη με επιλογές ωραίων στιγμών. Μπορείς να κάνεις και μια βουτιά το πρωί, είναι όλοι χαλαροί, έχει ωραίο καιρό. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι σοβαρό επαγγελματικό περιβάλλον.
Η επικαιρότητα των δύο πολέμων, στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, έχει επηρεάσει το εμπόριο της τέχνης;
Ναι, βέβαια. Αλλά κυρίως η μεγαλύτερη πτώση βαραίνει τον τομέα της δευτερογενούς αγοράς, δηλαδή οι τιμές που σημειώνονται στις δημοπρασίες παρουσιάζουν φέτος μείωση. Στην πρωταρχική αγορά, δηλαδή έργα που έρχονται από τα στούντιο καλλιτεχνών απευθείας ή από ιδρύματα καλλιτεχνών, δεν υπάρχει κάτι ανάλογο. Η ζήτηση είναι ακόμα πολύ δυνατή και συνήθως μεγαλύτερη της προσφοράς.
Η αρνητική ψυχολογία του παρόντος επηρεάζει τη ζήτηση ανάμεσα στα παλιά μεγάλα και πιο σίγουρα ονόματα απέναντι σε νεότερους σύγχρονους καλλιτέχνες;
Πάντα οι πιο νέοι καλλιτέχνες έχουν έναν βαθμό δυσκολίας να πείσουν τους αγοραστές. Γιατί έχεις λιγότερα στοιχεία για να γνωρίζεις πώς θα εξελιχθεί ένας καλλιτέχνης. Ο κόσμος γενικά, όταν υπάρχουν συνθήκες αβεβαιότητας, τείνει να ρισκάρει λιγότερο και να προτιμάει να κάνει πιο σταθερές και διαχρονικές επιλογές.
Ποιες είναι οι ιδέες σας για την Αθήνα τη νέα χρονιά σε σχέση με την πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί;
Μου φαίνεται ότι η Ελλάδα καταρχήν έχει μια αντίθετη πορεία από τη δυτική οικονομία. Θα έλεγα ότι φαίνεται να έχει μια ιδιαίτερη άνθηση, μια αισιοδοξία. Η οικονομία της φαίνεται να πηγαίνει καλά, υπάρχει θετική ενέργεια και με έναν τρόπο δίνει την αίσθηση ότι τα καλύτερα έρχονται. Η Αθήνα είναι μια πόλη όπου μπορεί να συνδυάσει κανείς και τη διασκέδαση. Για τους καλλιτέχνες είναι θελκτική γιατί έχει το δικό της μείγμα αρχιτεκτονικής και αρχαιολογίας και εμπεριέχει όλη την ενέργεια της νεανικής δημιουργίας. Εχει πολύ ιδιαίτερο χαρακτήρα, πάνω στον οποίο θεωρώ ότι έχει γίνει ωραίο marketing τα τελευταία χρόνια. Οπότε η εικόνα που έχω από τον κόσμο που συναντώ, τον κόσμο των μεγάλων καλλιτεχνών, είναι ότι εκδηλώνει μεγάλη επιθυμία να κάνει εκθέσεις στην Αθήνα και να φτιάξει καινούργια έργα για τον χώρο εδώ. Τους αρέσει πολύ ο χώρος της γκαλερί, γιατί έχει ιδιαίτερη αρχιτεκτονική. Δηλαδή οι καλλιτέχνες ψάχνουν να κάνουν κάτι διαφορετικό από το να είναι σε έναν βιομηχανικό χώρο ή σε ένα λευκό εκθεσιακό κουτί σε μια μητρόπολη. Τους αρέσει αυτός ο διάλογος με έναν χώρο ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής, με την πόλη, με την αρχαιολογία, την ιστορία, το φως της πόλης.
Το φως αυτό τους φέρνει αντιμέτωπους με το έργο τους;
Σχεδόν κανένας καλλιτέχνης δεν έχει θελήσει να προσθέσει επιπλέον τεχνητό φωτισμό. Οσο μπορεί το αφήνει σχεδόν στο φυσικό φως που διαχέεται στον χώρο μας. Ακόμα και τα λευκά πανό που κατεβαίνουν στα παράθυρα για να απομονώνεται ο χώρος και να γίνεται ουδέτερος, δεν τα προτιμάνε. Οι περισσότεροι θέλουν να βλέπουν τον διάλογο των έργων τους με τη φύση από το απέναντι αλσύλλιο αλλά και με τη γύρω οικιστική αρχιτεκτονική. Ακόμα και σε καλλιτέχνες όπως ο Μπράις Μάρντεν, ο οποίος ήταν πολύ συγκεκριμένος στον τρόπο που τοποθετούσε τα έργα του, άρεσε αυτός ο διάλογος με τον χώρο, δηλαδή έπαιξε πολύ με την αρχιτεκτονική.
Από τους καλλιτέχνες που έχει προσκαλέσει η Gagosian στην Αθήνα ποιος είναι ο πιο γοητευμένος με το σύγχρονο παρόν;
Σίγουρα είναι ο Μπράις Μάρντεν γιατί είναι ο καλλιτέχνης ο οποίος ήρθε μαζί με τη γυναίκα του στην Ύδρα πριν από 50 χρόνια και έκτοτε έρχονται κάθε χρόνο. Εκτός από μία χρονιά, όταν γεννήθηκε η μία τους κόρη. Αυτή τη σχέση των Μάρντεν με την Ελλάδα δεν μπορεί κανείς άλλος να την ξεπεράσει.
Τι εντυπώσεις είχαν οι δύο καλλιτέχνιδες από το Λος Αντζελες που δείχνουν τώρα τα έργα τους;
Η Χίλαρι Πέκις και η Λίλι Στόκμαν ενθουσιάστηκαν. Ηταν η πρώτη τους φορά στην Αθήνα και έζησαν την πόλη. Πέρα από τις επισκέψεις σε αρχαία μνημεία, ανακάλυψαν διαφορετικές γειτονιές από το κέντρο της Αθήνας έως τον Πειραιά και εντυπωσιάστηκαν από τη γευσιγνωστική σκηνή. Η Λίλι Στόκμαν έχει μεγαλώσει με την «Οδύσσεια». Πηγή έμπνευσης για την κοινή έκθεσή τους αποτέλεσε σε έναν βαθμό η μετάφραση της «Οδύσσειας» σε ιαμβικό πεντάμετρο από την Εμιλι Γουίλσον το 2018. Η Πέκις και η Στόκμαν δανείστηκαν φορμαλιστικά στοιχεία από τη μετάφραση της Γουίλσον για να χτίσουν τη δομή που πλαισιώνει τα ζωγραφικά τους έργα. Και ο τίτλος της έκθεσής τους, «Nostos», παραπέμπει στο ταξίδι επιστροφής του ήρωα, με άμεση φυσικά αναφορά στο δεκαετές ταξίδι του Οδυσσέα προς την Ιθάκη μετά τον Τρωικό Πόλεμο. Οπότε γνώριζαν περισσότερα από αυτό που νομίζουμε. Και πολλές φορές συμβαίνει οι ξένοι καλλιτέχνες να γνωρίζουν περισσότερα από αυτά που ξέρουμε εμείς. Γιατί όταν κάτι είναι δικό σου και μεγαλώνεις σε αυτό, του δίνεις λιγότερη σημασία και προσοχή. Δηλαδή στα μάτια των καλλιτεχνών το γόητρο της Ελλάδας αντέχει.
Θα συνεχίσετε ως γκαλερί να οργανώνετε παράλληλες εκθέσεις των καλλιτεχνών σας σε ελληνικά μουσεία, όπως στο Κυκλαδικό Μουσείο με τον Σάι Τόμπλι και στο Μπενάκη με τους Θίαστερ Γκέιτς και Ρικ Λόου;
Εμείς διευκολύνουμε αυτό που συμβαίνει πάντα. Σε οποιοδήποτε άλλο εικαστικό κέντρο είναι σύνηθες. Επειδή απώτερος σκοπός είναι οι καλλιτέχνες να εμπλουτίσουν το βιογραφικό τους με εκθέσεις σε μουσεία. Τα μουσεία τούς ενδιαφέρουν και τους ίδιους πολύ περισσότερο από το να κάνουν μια εμπορική έκθεση. Και εμείς προσπαθούμε να στηρίξουμε καλύτερα τις αποφάσεις τους. Ξεκινάει περισσότερο από έναν διάλογο μεταξύ των καλλιτεχνών και των διαφόρων μουσείων και οργανισμών και εμείς το διευκολύνουμε αν χρειαστεί. Αυτός είναι ο ρόλος μας.
Νιώθετε ότι είστε ψυχολόγος των καλλιτεχνών ή μάνατζέρ τους;
Θα έλεγα, τίποτα από τα δύο. Υπάρχουν άλλοι συνάδελφοι οι οποίοι λειτουργούν σαν σύνδεσμοι μεταξύ της γκαλερί και των καλλιτεχνών. Εγώ δεν έχω αυτή την αρμοδιότητα. Δεν έχει τύχει ίσως και επειδή ο χρόνος μου ήταν περισσότερο δοσμένος στη λειτουργία του χώρου, στην οργάνωση του εκθεσιακού προγράμματος, σε όλα αυτά τα ταξίδια. Δεν μου άφησαν πολύ χρόνο να αφοσιωθώ σε αυτό. Θα έλεγα ότι συνεργάζομαι με τους καλλιτέχνες, αλλά πάντα υπάρχει και ένας συνάδελφος ο οποίος θα είναι ο ψυχολόγος, παράλληλα μάνατζερ, παράλληλα καλύτερος φίλος.