Αντιμέτωπες με μία διπλή απειλή βρίσκονται οι ΗΠΑ, και κατ’ επέκταση η Δύση. Από τη μία πλευρά, και μόλις ένα 24ωρο μετά την εκτόξευση ενός βαλλιστικού πυραύλου μικρότερου βεληνεκούς, η Βόρεια Κορέα εκτόξευσε χθες έναν διηπειρωτικό βαλλιστικό πύραυλο στερεού καυσίμου ικανό – σύμφωνα με ιάπωνα αξιωματούχο – να διανύσει περισσότερα από 15.000 χιλιόμετρα και κατά συνέπεια να πλήξει οποιοδήποτε σημείο «σε όλη την επικράτεια των ΗΠΑ».
Από την άλλη, οι φιλοϊρανοί αντάρτες Χούθι της Υεμένης επιτέθηκαν χθες με drones επιφανείας σε δύο ακόμα εμπορικά πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ στη Γάζα, προσθέτοντας έξι επιπλέον ονόματα, ανάμεσά τους η BP, η νορβηγική Equinor και η γερμανική Hapag-Lloyd, στον κατάλογο των ναυτιλιακών εταιρειών μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και των εταιρειών υδρογονανθράκων που αναστέλλουν μέχρι νεωτέρας τον πλου μέσω της Ερυθράς Θάλασσας.
Και αν στην περίπτωση της Βόρειας Κορέας, οι ΗΠΑ δεν έχουν πολλά περιθώρια αντίδρασης πέραν των σκληρών δηλώσεων και των στρατιωτικών επιδείξεων δύναμης, όπως η προχθεσινή άφιξη του αμερικανικού πυρηνοκίνητου υποβρυχίου USS Missouri στην πόλη-λιμάνι Μπουσάν της Νότιας Κορέας, έναντι των Χούθι πληροφορίες τις θέλουν να εξετάζουν το ενδεχόμενο βομβαρδισμού θέσεών τους στην Υεμένη, παρά τον κίνδυνο κλιμάκωσης των περιφερειακών εντάσεων και πυροδότησης ενός ολοκληρωτικού πολέμου στη Μέση Ανατολή.
Από όταν ξεκίνησε ο πόλεμος ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Χαμάς, οι φιλοϊρανοί Χούθι έχουν διαταράξει τη διεθνή ναυτιλία γύρω από την Αραβική Χερσόνησο, αρχικά επιτιθέμενοι, με ρουκέτες και drones, σε εμπορικά πλοία που συνδέονται με το Ισραήλ και πιο πρόσφατα επιτιθέμενοι σε πλοία που ισχυρίζονταν (συχνά εσφαλμένα) ότι κατευθύνονταν προς το Ισραήλ. Το Σάββατο, ο εκπρόσωπος του Χούθι Μοχάμεντ Αμπντέλ Σαλάχ δήλωσε ότι έχουν ξεκινήσει συνομιλίες με τη μεσολάβηση του Ομάν για τις θαλάσσιες «επιχειρήσεις» των ανταρτών, μία πρώτη ένδειξη ότι ίσως είναι έτοιμοι για αποκλιμάκωση της έντασης. Παράλληλα, όμως, προειδοποίησε ότι οι αντάρτες θα συνεχίσουν να εξαπολύουν επιθέσεις εναντίον πλοίων αν δεν παραδοθούν περισσότερα τρόφιμα και ιατρικά εφόδια στη Λωρίδα της Γάζας.
Στην πραγματικότητα, οι επιθέσεις κλιμακώνονται: στο στόχαστρο μπήκε χθες το νορβηγικής ιδιοκτησίας M/V Swan Atlantic καθώς και το MSC Clara, ένα πλοίο με σημαία Παναμά. Και ήδη, πολλές μεγάλες εταιρείες θαλάσσιων μεταφορών, συμπεριλαμβανομένης της MSC, της μεγαλύτερης στον κόσμο ναυτιλιακής για κοντέινερ, έχουν ανακοινώσει ότι θα αποφεύγουν την Ερυθρά Θάλασσα και τον Κόλπο του Αντεν, στέλνοντας τα πλοία τους να κάνουν τον (πολύ μεγαλύτερο) περίπλου της αφρικανικής ηπείρου. Αυτό σημαίνει όμως πολύ μεγαλύτερο κόστος μεταφοράς καθώς και ασφαλίστρων. Ενώ λοιπόν μέχρι τώρα οι ΗΠΑ απαντούσαν προσεκτικά, η κλιμάκωση των επιθέσεων, η ζημιά που προκαλείται στην παγκόσμια οικονομία, αλλά και η εγχώρια κριτική που αποδυναμώνει τον Τζο Μπάιντεν ενόψει των αμερικανικών προεδρικών εκλογών της επόμενης χρονιάς, τις αναγκάζουν σύμφωνα με το Politico να αναθεωρήσουν τη θέση τους.
«Οπως έχουμε αποδείξει στο παρελθόν», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ένας εκπρόσωπος του Πενταγώνου, ο στρατηγός Πάτρικ Ράιντερ, «ο στρατός μας δεν θα διστάσει να αναλάβει δράση όπου το θεωρούμε απαραίτητο, μεταξύ άλλων και για την προστασία από ενέργειες στον θαλάσσιο τομέα που θα μπορούσαν να απειλήσουν τα στρατεύματά μας». Το αεροπλανοφόρο Dwight Eisenhower έχει ήδη μετακινηθεί από τον Περσικό Κόλπο στον Κόλπο του Αντεν, ενώ τρία αντιτορπιλικά έφτασαν πρόσφατα στη Μεσόγειο, μπροστά στον Λίβανο προκειμένου να ενισχύσουν την ομάδα κρούσης του αεροπλανοφόρου Gerald R. Ford. Σύμφωνα με τη Haaretz, οι ΗΠΑ έχουν στείλει τις τελευταίες ημέρες μέσω παρασκηνιακών διαύλων μηνύματα στους Χούθι προειδοποιώντας τους να σταματήσουν τις επιθέσεις. Παράλληλα, επιδιώκουν την ενεργοποίηση και διεύρυνση μιας υπάρχουσας πολυεθνικής ναυτικής δύναμης κατά της πειρατείας και της τρομοκρατίας, της Combined Task Force 153, η οποία αυτή τη στιγμή έχει τη βάση της στο Μπαχρέιν, ώστε να συμπεριληφθούν στην εντολή της και οι Χούθι – μετά το Ισραήλ, ο αμερικανός υπουργός Αμυνας, Λόιντ Οστιν, αναμενόταν χθες στο Μπαχρέιν, με το ζήτημα της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας στην κορυφή της ατζέντας.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν θα μπορούσε να χαρακτηρίσει εκ νέου τους Χούθι τρομοκρατική οργάνωση, θα ήταν ωστόσο σαν να παραδεχόταν ότι έκανε λάθος όταν ακύρωσε, το 2021, τη σχετική απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ, με την ελπίδα να διευκολύνει την παράδοση ανθρωπιστικής βοήθειας στην κατεστραμμένη από τον πόλεμο Υεμένη. Οσο για την επιθετική απάντηση που φέρεται να εξετάζει, με βομβαρδισμούς θέσεών τους στην Υεμένη, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο Μάικλ Χόροβιτς, επικεφαλής πληροφοριών στο Le Beck International, «αυτή θα ήταν μια κίνηση γεμάτη κινδύνους».