Με την 21η επίσημη μεταξύ τους συνάντηση, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Βίκτορ Ορμπαν – δύο ηγέτες οι οποίοι έχουν χαρακτηριστεί ως τα «κακά παιδιά» του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης – έβαλαν χθες έναν ακόμη κρίκο στην αλυσίδα των στενών διακρατικών και προσωπικών σχέσεων που έχουν αναπτύξει. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πρόεδρος της Τουρκίας επισκέφθηκε τη Βουδαπέστη για δεύτερη φορά μέσα στους τελευταίους τέσσερις μήνες – η προηγούμενη ήταν στις 20 Αυγούστου. Μεσολάβησε η συνάντησή του με τον Ορμπαν στις 2 Νοεμβρίου στην πρωτεύουσα του Καζακστάν, Αστάνα, στο περιθώριο της συνόδου του Οργανισμού Τουρκικών Κρατών (OTS), στον οποίο η Ουγγαρία συμμετέχει με το καθεστώς του παρατηρητή, καθώς ο Ορμπαν προωθεί μια πολιτική σαφώς πιο φιλική προς τις χώρες της Ανατολής και της Ασίας.
«Η Ουγγαρία δεν μπορεί ποτέ να είναι ασφαλής χωρίς την Τουρκία» δήλωσε κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου ο Ορμπαν, εκθειάζοντας τον ρόλο του συνομιλητή του τόσο στο Προσφυγικό όσο και στη συμφωνία Ρωσίας – Ουκρανίας για την εξαγωγή σιτηρών (η οποία, πλέον, είναι ανενεργή). Ο Ερντογάν, από την πλευρά του, έκανε λόγο για «αγαπητό φίλο», ενώ αναφέρθηκε στην προεδρία της ΕΕ που αναλαμβάνει η Ουγγαρία το δεύτερο εξάμηνο του 2024, υπογραμμίζοντας την «πλήρη στήριξη» του Ορμπαν στην ένταξη της Τουρκίας.
Η Συνθήκη Φιλίας
Αξίζει να σημειωθεί ότι η χθεσινή επίσκεψη Ερντογάν – ο οποίος συνοδευόταν από πολυπληθή αντιπροσωπεία υπουργών και άλλων κρατικών παραγόντων, ενώ είχε συνάντηση και με την ομόλογό του, Καταλίν Νόβακ – πραγματοποιήθηκε με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών από την υπογραφή της Συνθήκης Φιλίας και την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες, στις 18 Δεκεμβρίου 1923. Λίγο μετά, δηλαδή, από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας από τον Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος επιχείρησε να κλείσει το ρήγμα που είχε προκαλέσει το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Με την ευκαιρία αυτή δε, πέρα από τις συμφωνίες που υπογράφηκαν, ανακηρύχθηκε και επισήμως το 2024 ως «Πολιτιστικό Ετος Τουρκίας – Ουγγαρίας».
Ο στόχος που έχει τεθεί εξαρχής ήταν οι «στρατηγικές σχέσεις» που υπάρχουν ήδη, με βάση τις συμφωνίες του 2013, να αναβαθμιστούν σε «ενισχυμένη εταιρική σχέση». Κάτι που, προφανώς, περιλαμβάνει τη συνεργασία σε όλους σχεδόν τους τομείς. Την οικονομία, όπου εκφράστηκε η επιδίωξη η αξία των εμπορικών συναλλαγών να αυξηθεί από τα 3,3 δισ. δολάρια που είναι σήμερα στα 6 δισ. σε ετήσια βάση, ενώ τονίστηκε ότι 500 περίπου εταιρείες δραστηριοποιούνται στην ουγγρική αγορά. Στην ενέργεια, επίσης, με την Τουρκία να φιλοδοξεί να γίνει βασικός προμηθευτής της Ουγγαρίας σε φυσικό αέριο – πιθανότατα και ρωσικό, το οποίο θα μεταπωλεί.
Η εξωτερική πολιτική
Ειδικά όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, ωστόσο, είναι γεγονός ότι ενώ στο ζήτημα του πολέμου στην Ουκρανία Ορμπαν και Ερντογάν ακολουθούν σχεδόν ταυτόσημη (και φιλική προς τη Μόσχα) πολιτική, ενώ Τουρκία και Ουγγαρία παραμένουν οι δύο μοναδικές χώρες που δεν έχουν εγκρίνει την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, οι θέσεις που έχουν εκφράσει αναφορικά με όσα συμβαίνουν στη Γάζα και συνολικά στη Μέση Ανατολή αποκλίνουν. Διά του λόγου το αληθές, ενώ η Αγκυρα επικρίνει σφοδρά το Ισραήλ και προσωπικά τον Νετανιάχου, ενώ εμφανίζεται ως προστάτιδα των Παλαιστινίων, η Βουδαπέστη κινείται πολύ πιο κοντά στις θέσεις του εβραϊκού κράτους, τόσο συνολικά όσο και στο συγκεκριμένο θέμα.
Υπενθυμίζεται, τέλος, ότι ο Ορμπαν ήταν ο πρώτος ξένος ηγέτης που έσπευσε να συγχαρεί τον πρόεδρο της Σερβίας, Αλεξάντερ Βούτσιτς (με τον οποίο διατηρεί καλές σχέσεις και ο Ερντογάν), για το αποτέλεσμα των εκλογών της Κυριακής. Και αυτό, παρά το ότι δεν υπάρχουν επίσημα αποτελέσματα, ενώ η αντιπολίτευση και οι διεθνείς παρατηρητές έκαναν λόγο για εκτεταμένες παρατυπίες και στη διαδικασία και για φαινόμενα χειραγώγησης στο διάστημα που προηγήθηκε.