Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη πολύ σωστά επεσήμανε ότι είναι τουλάχιστον παράδοξο οι αρχαιοφύλακες να διαμαρτύρονται επειδή η έκδοση των εισιτηρίων ανατίθεται σε ιδιωτικές εταιρείες, ενώ την ίδια ώρα διαμαρτύρονται ότι ο αριθμός τους δεν επαρκεί για να κάνουν τη δουλειά τους σωστά. Ακριβώς για τον λόγο αυτόν, λοιπόν, για να απαλλάξει τους αρχαιοφύλακες από τα καθήκοντα εισπρακτόρων στις εισόδους των αρχαιολογικών χώρων, η κυβέρνηση αποφάσισε να αναθέσει τα καθήκοντα αυτά σε άλλους.

Δεν θα έπρεπε να έχει σημασία για τους αρχαιοφύλακες αν θα είναι υπάλληλοι ιδιωτικών εταιρειών αυτοί, θα έπρεπε να έχει σημασία ότι θα είναι άλλοι και, επομένως, οι ίδιοι θα ελαφρυνθούν. Θα έπρεπε να χαίρονται και να πανηγυρίζουν, διότι το συγκεκριμένο μέτρο τους κάνει τη ζωή πιο εύκολη, οπότε θα έχουν περισσότερο χρόνο να αφιερωθούν στα αρχαία τα οποία τόσο αγαπούν και στα οποία έχουν αφιερώσει τη ζωή τους ανιδιοτελώς (διότι ο γλίσχρος μισθός του υπουργείου δεν μετράει, βεβαίως…), όπως καταλαβαίνουμε από τις ανακοινώσεις του συλλόγου του.

Εντούτοις, οι αρχαιοφύλακες το έχουν πάρει πολύ στραβά. Τόσο στραβά, ώστε προχθές έκλεισαν απροειδοποίητα την Ακρόπολη για να προειδοποιήσουν (sic) την κυβέρνηση. Η παράδοξη στάση τους σε οδηγεί σε πονηρές σκέψεις. Σε κάνει, λ.χ., να σκέφτεσαι ότι, για να θέλουν αυτοί να ελέγχουν τη ροή των εσόδων στους αρχαιολογικούς χώρους, κάποιο οικονομικό συμφέρον θα έχουν. Σπεύδω να διευκρινίσω ότι, προσωπικώς, όχι μόνο δεν το πιστεύω αυτό, αλλά καταδικάζω και όποιον τολμά να το εκστομίσει.

Ξέρετε όμως; Αυτό θα σκεφτούν πολλοί (ζούμε στη χώρα του εξυπνότερου λαού του κόσμου, μη ξεχνάμε…), γι’ αυτό και εγώ το γράφω, προκειμένου να αναδείξω τον κίνδυνο για τους αρχαιοφύλακες. Επομένως, ίσως θα πρέπει να το σκεφτούν ψυχραιμότερα οι αγωνιζόμενοι αρχαιοφύλακες και να αρχίσουν να συμφιλιώνονται – σιγά σιγά, όχι απότομα – με τον 21ο αιώνα…

Προτού αφήσω την Ακρόπολη ασφαλή στα χέρια των αρχαιοφυλάκων, που είμαι βέβαιος ότι τη νοιάζονται περισσότερο από τον καθένα, να χειροκροτήσω την απόφαση για την αύξηση της τιμής του εισιτηρίου. Επιτέλους! Βαρέστε τους στο κεφάλι αλύπητα! (Μεταφορικώς, εννοείται…) Να ρωτήσω, όμως, το εξής: η τιμή αυτή θα ισχύει και για τα μέλη του ΚΚΕ, που συχνά-πυκνά μπουκάρουν στην Ακρόπολη και κρεμάνε από τον βράχο τα κουρέλια τους; Θέλω να πω, συμφωνεί το ΚΚΕ; Ρωτώ επειδή, ως έχοντες προνομιακή χρήση του μνημείου, οι σύντροφοι του ΚΚΕ  είναι κατά ένα ποσοστό αφεντικά στην Ακρόπολη, οπότε θα έπρεπε να ερωτηθούν…

Ο ΑΝΥΠΟΦΟΡΟΣ

Επειδή παρακολουθώ πάντα τις συνεδριάσεις της Βουλής σε επίπεδο αρχηγών από την αρχή μέχρι το τέλος, είμαι σε θέση να πω ότι μακράν η ενοχλητικότερη παρουσία στη Βουλή είναι του Κυριάκου Βελόπουλου. Αγορεύει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που προωθούσε τα προϊόντα του από την τηλεόραση. Η ίδια αγριάδα, το ίδιο αγοραίο ύφος, πάντα επιθετικός, τερατολόγος, φωνακλάς και ανυπόφορος. Μόλις αυτός ανεβαίνει στο βήμα, εγώ κλείνω τον ήχο στο λάπτοπ και πού και πού θα ρίξω καμιά ματιά, επειδή έχει γούστο να τον βλέπεις να γουρλώνει, να κοκκινίζει, να μορφάζει, να χειρονομεί και να μην ακούγεται τίποτα.

Αυτό κάνω εγώ, που είμαι υποχρεωμένος να παρακολουθώ τη Βουλή, κατάλαβα όμως ότι το ίδιο έκαναν αυτή τη φορά και οι υπουργοί της ΝΔ στη συζήτηση του προϋπολογισμού. Ο κ. Βελόπουλος συνηθίζει απευθύνεται προσωπικά σε υπουργούς και να τους προκαλεί, με σκοπό εκείνοι να απαντήσουν και να γίνει μια σκηνή από εκείνες που θα δείξουν τα δελτία ειδήσεων. Με bullying και προπηλακισμούς καταφέρνει να αποσπά τα 15 δεύτερα δημοσιότητας που δικαιούται και αυτός. Το κόλπο όμως το έχουν καταλάβει πια όλοι, έτσι αυτή τη φορά οι υπουργοί της ΝΔ συνεννοήθηκαν να μην τσιμπήσουν στις προκλήσεις του κ. Βελόπουλου και το τήρησαν. Ετσι, ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης έμεινε επί 50 λεπτά στο βήμα να ωρύεται και να προκαλεί, χωρίς να ασχοληθεί κανείς μαζί του, ώσπου κουράστηκε και κατέβηκε. Προτείνω να το καθιερώσουν. Είναι αυτό που του χρειάζεται.

Οφείλω όμως να υπερασπιστώ τον πρόεδρο σε ένα ζήτημα που έθεσε ο Αδωνις Γεωργιάδης. Ο υπουργός Εργασίας αποκάλυψε ότι ως πασόκο πήρε τον κ. Βελόπουλο από το χέρι και τον πήγε για μεταγραφή στον Καρατζαφέρη. Ο πρόεδρος το παραδέχθηκε, «ναι, ήμουν πατριωτικό ΠΑΣΟΚ», είπε. Ωστόσο δεν ήταν σωστό εκ μέρους του κ. Γεωργιάδη ότι το είπε ως μομφή, πολύ περισσότερο επειδή ο ίδιος είναι υπουργός Εργασίας και θα έπρεπε να αναγνωρίζει την εργασία στις ποικίλες μορφές της. Ακούστε, λοιπόν, ποια είναι η αλήθεια γύρω από τον κ. Βελόπουλο και τις σχέσεις του με το ΠΑΣΟΚ. Κατ’ αρχάς, να ξεκαθαρίσουμε ότι καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή!

Φτωχό παιδί ήταν ο Κυριάκος Βελόπουλος, έπρεπε να δουλέψει και από κάπου έπρεπε ν’ αρχίσει. Το ΠΑΣΟΚ ήταν τότε η μεγάλη μπίζνα που προσλάμβανε μαζικά. Πήγε λοιπόν, δούλεψε εκεί, έμαθε την τέχνη και άνοιξε το δικό του μαγαζάκι. Πού είναι το μεμπτό δεν βλέπω. Πιστεύω, δε, ότι ο κ. υπουργός θα συμφωνήσει μαζί μου, δεδομένου ότι είναι υπέρμαχος της επιχειρηματικότητας – νοουμένης μεταφορικώς, εν προκειμένω.