Σήμερα ξυπνήσαμε μέσα στον χειμώνα. Στις 05:27 σημειώθηκε το χειμερινό ηλιοστάσιο. Η σημερινή μέρα θα έχει διάρκεια 9 ώρες και 31 λεπτά. Και από αύριο θα αρχίσει να παίρνει λεπτά από τη νύχτα. Στην Ελλάδα μετράμε τον χρόνο λες και υπάρχουν δύο εποχές. Μιλάμε για τους χειμώνες και τα καλοκαίρια μας. Η άνοιξη και το φθινόπωρο αντιμετωπίζονται περίπου ως αμήχανα, ενδιάμεσα διαστήματα. Ο δε χειμώνας θεωρείται περίπου ως αναγκαίο κακό που μεσολαβεί από το ένα καλοκαίρι στο άλλο. Δεν αγαπάμε τον χειμώνα. Το ακούς στα δελτία ειδήσεων όταν αναγγέλλεται ότι θα κάνει κρύο στο τέλος Δεκεμβρίου. Η καλοκαιρία θεωρείται πλέον αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα. Το βλέπεις και στα μαγαζιά που κρατούν τα τραπεζάκια έξω, κάτω από τις σόμπες. «Δεν κάνει κρύο στην Ελλάδα, κρύο δεν έκανε ποτέ». Και έτσι έχουμε στριμώξει τον χειμώνα στη γωνία, τον απωθούμε ως απρόσκλητο, παράταιρο επισκέπτη. Η χώρα είναι θερινή, από όποια πλευρά και αν το δεις.
Ομως ο χειμώνας είναι μία έντιμη εποχή. Δεν έχει τις πλάνες του καλοκαιριού, την υπέρμετρη αισιοδοξία της άνοιξης και τη μελαγχολία του φθινοπώρου. Και δεν εγείρει απαιτήσεις. Δεν σου ζητάει να είσαι χαρούμενος και fit. Σε ντύνει με φαρδιά ρούχα, σου επιτρέπει να κρύψεις τις ατέλειες που με σκληρότητα αναδεικνύει το καλοκαίρι. Δεν σε καλεί να ερωτευτείς, να χαρείς σώνει και καλά τη ζωή. Ούτε σε γεμίζει με νοσταλγία για τα ξενύχτια που έκανες κάποτε στην παραλία. Ο χειμώνας δεν καλεί σε ανανέωση. Σε δέχεται όπως είσαι, μέσα στο χοντροκομμένο πανωφόρι σου και στα λασπωμένα μποτάκια σου.
Μεγαλώνουμε μαθαίνοντας ότι τα καλά της ζωής βρίσκονται στα καλοκαίρια μας. Από εκεί δεν είναι και οι περισσότερες φωτογραφίες μας; Στις πιο χαρούμενες φοράμε κοντομάνικα. Ετσι όμως χάνουμε τη ζωή, δεν αξιολογούμε σωστά τις μέρες μας. Η πραγματική ζωή δεν είναι στα καλοκαίρια. Είναι σε αυτά τα απογεύματα του χειμώνα που νυχτώνει νωρίς και εσύ στέκεσαι στο μποτιλιάρισμα παίζοντας νευρικά τα χέρια στο τιμόνι.
Και τι θα γίνει αν φύγουν;
Χαιρετίζουμε τη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων. Ακουσα, άλλωστε, τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Θράκης να καλοδέχεται τη μεταρρύθμιση, λέγοντας ότι ο συναγωνισμός θα ευνοήσει τα ιδρύματα του Δημοσίου. Ακριβώς. Σε πρώτο στάδιο, λοιπόν, θα δημιουργηθούν παραρτήματα πανεπιστημίων του εξωτερικού. Τέλειο. Ερχονται μεγάλα ιδρύματα. Αν έρθει το Χάρβαρντ να πάμε και στο αεροδρόμιο για την υποδοχή. Ωστόσο κανένας δεν σκέφτεται και το ενδεχόμενο, τα ιδρύματα, να φύγουν ακριβώς όπως ήρθαν.
Φανταστείτε να έρθει το Κολούμπια (ή Κολάμπια, θέλω να ακούσω τον Κασσελάκη σχετικά) και μόλις ανοίξει το μαγαζί να του σπάσουν τα τζάμια με μολότοφ, να γίνουν μερικά ωραία ντου για κατάληψη και καθημερινά στους τοίχους να εκτίθενται αφίσες και γκράφιτι. Πόσο λέτε να μείνει εδώ; Εκτός και αν προσφέρει διδακτορικούς τίτλους πάνω στην ελληνική περίπτωση.
Τι περιμένετε από την Εκκλησία;
Η κυβέρνηση, τα δελτία ειδήσεων, ας πούμε και η κοινή γνώμη, παρακολουθούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις τοποθετήσεις της Εκκλησίας για τον γάμο των ομοφύλων. Ακολουθούν σχόλια πολιτών στα social που καταγγέλλουν τον σκοταδισμό της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, συγκρίνοντας, μάλιστα, με τα βήματα προόδου που επιχειρεί να κάνει το Βατικανό – ο Πάπας προφανώς αναγνωρίζει ότι τα ομόφυλα ζευγάρια αποτελούν ένα σεβαστό κομμάτι της πνευματικής του πελατείας που οφείλει να μην αγνοήσει.
Ομως, να με συγχωρείτε, όλοι εσείς που επικρίνετε την Εκκλησία για τη στάση της, τι ακριβώς περιμένετε; Η Εκκλησία πορεύεται με ένα πλαίσιο αρχών, με ένα εγχειρίδιο χρήσης που γράφτηκε πριν από μερικούς αιώνες. Προς τι η έκπληξη, λοιπόν; Η είδηση και μάλιστα με συγκλονιστικές διαστάσεις θα ήταν αν έλεγε κάτι διαφορετικό. Από το να κάνουμε χάζι στις αντιδράσεις των ιεραρχών, είναι πιο φρόνιμο να αναρωτηθούμε πάνω στο αυτονόητο: γιατί η πολιτεία πρέπει να αποδίδει πάντα τόσο βάρος στη γνώμη της Εκκλησίας για θέματα κοσμικού ενδιαφέροντος;