«Να τα πούμε;»
Όλοι έχουμε πει την συγκεκριμένη φράση αρκετές παραμονές Χριστουγέννων, Πρωτοχρονιάς και Φώτων.
Η θετική ανταπόκριση, το τραγούδι με ή χωρίς τη συνοδεία μεταλλικού τριγώνου ή άλλων μουσικών οργάνων και συνήθως με πολλά… λάθη και σαρδάμ, αλλά και η «ανταμοιβή» μετά χάριζαν χαρά σε όλα τα παιδιά.
Αυτό όμως που ελάχιστοι γνωρίζουν είναι το γιατί λέμε κάλαντα κάθε χρόνο; Άραγε πως προέκυψε αυτό το έθιμο;
Γιατί λέμε κάλαντα
Τα κάλαντα συχνά αναφέρονται ως εθιμικά τραγούδια του λαού μας και όχι άδικα μιας και είναι από τα λίγα έθιμα που διατηρούνται ζωντανά μέχρι και τις μέρες μας.
Ουσιαστικά πρόκειται για δημοτικά τραγούδια με εγκωμιαστικούς στίχους για τη νέα χρονιά που έρχεται και τα οποία διαδόθηκαν από γενιά σε γενιά και τα τραγουδούμε ακόμη και σήμερα.
Τα κάλαντα ψέλνουν συνήθων μικρά παιδιά, ενώ κάποιες φορές τα ακούμε να τα τραγουδούν ακόμη και ενήλικες, ή ακόμα και χορωδίες.
Ο αρχικός τους ρόλος ήταν το καλωσόρισμα του νέου έτους και γενικά η αναγγελία του χαρμόσυνου μηνύματος των γιορτών.
Από που προέρχονται τα κάλαντα
Η προέλευση του εθίμου είναι μάλλον διονυσιακή, καθώς στις αρχαίες διονυσιακές γιορτές τα παιδιά συνήθιζαν να τραγουδούν για την καλή χρονιά, κρατώντας ένα κλαδί ελιάς τυλιγμένο με μαλλί προβάτου, το οποίο συμβόλιζε την ευφορία και τη γονιμότητα.
Ετυμολογικά, η λέξη κάλαντα προέρχεται από τις Ρωμαϊκές καλένδες (δηλαδή τις πρώτες μέρες) του Ιανουαρίου, του πρώτου μήνα του χρόνου.
Μάλιστα πριν τον 2ο αιώνα π.Χ. ο πρώτος μήνας του Ρωμαϊκού ημερολογίου ήταν ο Μάρτιος κι έτσι η πρωτοχρονιά γιορταζόταν τότε. Αν και αρχικά η Εκκλησία απέρριψε τα κάλαντα ως ειδωλολατρικό έθιμο, στη συνέχεια το αποδέχτηκε και το αφομοίωσε σε τόσο μεγάλο βαθμό που κατέληξε να αποκτήσει καθαρά θρησκευτικό περιεχόμενο.
Εκτός αυτού, καθιερώθηκε να λέμε τα κάλαντα όχι μόνο την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, αλλά πριν από όλες τις μεγάλες γιορτές όπως τα Χριστούγεννα, τα Φώτα, του Λαζάρου, των Βαΐων κλπ.
Σε κάθε περίπτωση, τα κάλαντα εκτός από τα χαρμόσυνα μηνύματα των γιορτών, φέρνουν και ευχές για καλή τύχη στους νοικοκύρηδες των σπιτιών, αλλά και σε όλο τον κόσμο.