Στη Γερμανία, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ήταν περισσότερο γνωστός ως αυτός που ενώ ήταν «προορισμένος» να γίνει ο ηγέτης της CDU, της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης, είδε δύο φορές την καριέρα του να ανακόπτεται.
Την πρώτη με την απόπειρα δολοφονίας σε βάρος του το 1990 και τη δεύτερη με την ανάμειξή του στο σκάνδαλο των παράνομων χρηματοδοτήσεων που τον υποχρέωσε να εγκαταλείψει την ηγεσία του κόμματός του, ανοίγοντας το δρόμο για την Άνγκελα Μέρκελ. Γι’ αυτό και το υψηλότερο αξίωμα που έφτασε ήταν αυτό του προέδρου της Μπούντεσταγκ, της Ομοσπονδιακής Βουλής.
Από την ημέρα που ανέλαβε το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας, ταυτίστηκε με την δημοσιονομική πειθαρχία και την σκληρή λιτότητα. Ο εκλιπών ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο αυτό τον Οκτώβριο του 2009, όταν η κρίση στην παγκόσμια οικονομία βρισκόταν ακόμα προ των πυλών.
Καθόλη την διάρκεια της θητείας του, ο Σόιμπλε ήταν αν όχι ο ισχυρότερος υπουργός Οικονομικών, ένας από τους παράγοντες διαμόρφωσης των οικονομικών πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ως προς την Ευρώπη και ιδίως για την Ελλάδα, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ταυτίστηκε με τη σκληρή λιτότητα και την κοινωνικά ανάλγητη πολιτική απέναντι στους «αδύναμους κρίκους» του ευρωπαϊκού Νότου. Άλλωστε, όπως έχουν δηλώσει πολλοί Έλληνες κυβερνητικοί αξιωματούχοι, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, ήταν ο δυσκολότερος, από τους υπουργούς του Eurogroup, όταν υπήρχαν αιτήματα ελάφρυνσης του δημοσιονομικού χρέους ή «ξεκλείδωμα» των δόσεων που προέβλεπαν τα μνημόνια.
Πώς θα τον θυμούνται οι Έλληνες
Στην χώρα, το όνομα του Γερμανού υπουργού Οικονομικών έγινε πολύ γρήγορα συνώνυμο της καταπίεσης για τις σκληρές δηλώσεις του και για τα εμπόδια που έβαζε στις συνεδριάσεις του Eurogroup. Πολλές φορές μάλιστα είχαν δημοσιευτεί διάφορα σκίτσα, όπου ο γερμανός πολιτικός παρουσιάστηκε συχνά ακόμη και με ναζιστική στολή, ως «πρωθιερέας της καταστροφής».
Το 2015 ήταν η χρονιά με τις περισσότερες συνόδους κορυφής και τα Eurogroup. Εκείνη την εποχή υπήρξε η απειλή για έξοδο της χώρας από το ευρώ. Μάλιστα, μια από τις προειδοποιήσεις του Σόιμπλε προς την Ελλάδα που θυμούνται πολλοί ήταν ένας συνδυασμός αγγλικών και γερμανικών λέξεων και δη γερμανικής διαλέκτου. «Am 28., 24:00 Uhr, isch over» (στις 28 του μηνός, στις 12 το βράδυ, τελείωσε).
Ήταν η φράση με την οποία ο γερμανός υπουργός επέλεξε να στείλει αυστηρό μήνυμα στην Αθήνα, υπογραμμίζοντας την τότε καταληκτική ημερομηνία των διαπραγματεύσεων. Η διορία εξέπνευσε τελικώς, εντούτοις το δεύτερο πρόγραμμα βοήθειας προς την Ελλάδας παρατάθηκε για τέσσερις μήνες προκειμένου να δοθεί περισσότερος χρόνος στην νεοεκλεγείσα τότε κυβέρνηση Τσίπρα.
Αν και τότε οι σχέσεις Ελλάδας – Γερμανίας είχαν επιδεινωθεί, η Γερμανίδα Καγκελάριος μετά από λίγο καιρό έδειξε ότι διαφωνεί με την διαχείριση του ελληνικού ζητήματος από τον υπουργό της κυβέρνησης της, πράγμα που οδήγησε τον Σόιμπλε στην παραίτηση. Μάλιστα, ο ίδιος είχε αναφέρει ότι «Κανείς δεν μπορεί να αναγκάσει έναν υπουργό να ενεργήσει αντίθετα με τη συνείδησή του, εάν το προσπαθήσει κανείς θα μπορούσα να πάω στον πρόεδρο και να ζητήσω την απαλλαγή μου», είχε πει ο υπουργός, διευκρινίζοντας όμως ότι δεν σκεφτόταν το ενδεχόμενο παραίτησης.
Κάποια από τα πιο «πιπεράτα» αποσπάσματα των συνεντεύξεων του
Είναι πολλές οι φορές που ο Σόιμπλε είχε μιλήσει για τις κινήσεις του σε ότι αφορά την Ελλάδα. Άλλωστε, ήταν ένα πρόσωπο που πρωταγωνίστησε κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους της ευρωζώνης. Ο πρώην πρόεδρος της Bundestag και πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, που έφυγε από τη ζωή στα 81 του χρόνια, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Handelsblatt τον Νοέμβριο του 2022 είχε εστιάσει στην εικόνα που παρουσίαζε η Ελλάδα σε οικονομικό επίπεδο, επιμένοντας ότι ήταν σωστή η πρότασή του για προσωρινή έξοδό της από την Ευρωζώνη κατά τη διάρκεια της κρίσης.
«Από νωρίς συμβούλεψα τους Έλληνες συναδέλφους μου: Χρειάζεστε το εργαλείο της εξωτερικής υποτίμησης για να κάνετε την οικονομία σας και πάλι ανταγωνιστική. Γι’ αυτό και θα πρέπει να φύγετε προσωρινά από τη Νομισματική Ένωση και θα μπορέσετε να επιστρέψετε αργότερα σε αυτήν. Τέτοιες συμβουλές δεν είναι δημοφιλείς, αλλά ήταν από οικονομικής απόψεως σωστές. Μια εσωτερική υποτίμηση μέσω των μισθών είναι πολιτικά μη βιώσιμη», είχε δηλώσει στην Handelsblatt και, απαντώντας στο σχόλιο του δημοσιογράφου ότι «η Ελλάδα τελικά τα κατάφερε και παρέμεινε στην Ευρωζώνη», υποστήριξε: «Όμως η Ελλάδα πλήρωσε ακριβό τίμημα, η ζημιά σε κοινωνικό επίπεδο είναι μεγάλη. Πλέον η Ελλάδα δεν βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος».
Ουσιαστικά, ο Σόιμπλε σε όλη τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης εκπροσώπησε μια βαθιά ριζωμένη στη Γερμανία αντίληψη για τη δημοσιονομική πειθαρχία. Δεν ήταν μια αντίληψη που προέκυπτε από κάποια οικονομική εκτίμηση, αλλά πολύ περισσότερο από την πεποίθηση ότι εάν μια χώρα δεν τηρούσε τους δημοσιονομικούς κανόνες αυτό διαμόρφωνε όρους ενός «ηθικού κινδύνου» συνολικά για την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Αυτό μπορεί να εξηγήσει και γιατί ενώ ήταν οπαδός μιας τιμωρητικής λιτότητας τα κράτη που ήταν εντός του ευρώ, ταυτόχρονα ήταν έτοιμος να συζητήσει μια «συντεταγμένη» έξοδο από το ευρώ για όποια χώρα δεν άντεχε τους όρους.
«Κατηγορήθηκα ότι παραήμουν γενναιόδωρος με την Ελλάδα»
Τον Οκτώβριο του 2018 ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μιλώντας στη Deutsche Welle και την εκπομπή Conflict Zone είχε αναφερθεί για ακόμη μία φορά στη χώρα μας λέγοντας «κατηγορήθηκα ότι παραήμουν γενναιόδωρος με την Ελλάδα».
Ειδικότερα, κληθείς να σχολιάσει το γεγονός ότι στη διαμάχη με την ιταλική κυβέρνηση η Κομισιόν αποφάσισε για πρώτη φορά να απορρίψει έναν εθνικό προϋπολογισμό, ο Σόιμπλε προχώρησε σε έναν παραλληλισμό με την Ελλάδα. «[…] Θα χαιρόμουν εάν όλοι αυτοί που τα λένε σήμερα αυτά για την Ιταλία με είχαν στηρίξει όταν προσπαθούσαμε να εξηγήσουμε στους Έλληνες ότι πρέπει να σεβαστούν τους κανόνες». Ο ίδιος αντικρούει πάντως την κατηγορία ότι στο παρελθόν «το παρατράβηξε» με την Ελλάδα.
«Όχι. Η κατηγορία στο κοινοβούλιό μου ήταν ότι παραήμουν γενναιόδωρος με την Ελλάδα. Και αυτό ήταν αλήθεια διότι οι Έλληνες δεν τηρούσαν τους κανόνες. Ωστόσο όλα αυτά τα κάναμε με τον κατάλληλο τρόπο» είχε επίσης πει.
«Έχω ήσυχη τη συνείδησή μου»
Τον Ιούλιο του 2022 ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μιλώντας στην εφημερίδα «NEA Σαββατοκύριακο» είχε πει ότι είχε ήσυχη τη συνείδησή του για τις επιλογές του αναφορικά με τη χώρα μας αφού το κίνητρό του ήταν να βοηθήσει και όχι να βλάψει τους Έλληνες.
Μάλιστα, είχε πει πως «η Ελλάδα πέτυχε πολλά». «Η κρίση δεν ξεπεράστηκε τελεσίδικα – κυρίως υπό το φως και των επίκαιρων συνθηκών. Αλλά εκείνο που ισχύει είναι: Η Ελλάδα πέτυχε πολλά! Και αυτό δείχνει ότι η δουλειά που έγινε δεν πήγε χαμένη. Χρειάστηκε να απαιτήσουμε πολλά από την Ελλάδα, αλλά πρωτίστως η Ελλάδα χρειάστηκε να απαιτήσει πολλά από τον εαυτό της. Το αντίτιμο για την εσωτερική υποτίμηση, την οποία έπρεπε να υποστεί η Ελλάδα, είναι πολύ βαρύ για τους Έλληνες πολίτες. Αλλά αυτή ήταν μία απόφαση των Ελλήνων και όχι άλλων Ευρωπαίων» είχε δηλώσει.
Αναφερόμενος δε στον κίνδυνο του Grexit το 2015 ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είχε σημειώσει στα «NEA»: «Αυτό είχε προτείνει η μεγάλη πλειοψηφία των υπουργών Οικονομικών στο Eurogroup. Και ξέρετε επίσης ότι στην Ελλάδα ορισμένοι υποστήριζαν πως είναι καλύτερο για τη χώρα. Αλλά δεν πέρασε στο Συμβούλιο αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων για καλά σταθμισμένους λόγους. Μετά ο Τσίπρας με την προκήρυξη νέων εκλογών έκανε ένα θαρραλέο βήμα και απέσπασε ξανά μία πλειοψηφία για την αντίθετη πολιτική, από εκείνην με την οποία είχε εκλεγεί. Ήταν αξιοσημείωτη η προσφορά του, η οποία διευκόλυνε τη διάδοχη κυβέρνηση στη διαμόρφωση της βάσης για τη σταθεροποίηση της Ελλάδας. Αυτό αξίζει να αναγνωριστεί».