Η 1η Ιανουαρίου κάθε χρόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες θεωρείται ως η Ημέρα Κοινού Κτήματος. Η συγκεκριμένη ημέρα σηματοδοτεί, σύμφωνα με τη νομοθεσία, το πέρασμα στη δημόσια ιδιοκτησία όλων εκείνων των έργων των οποίων η προστασία από τα πνευματικά δικαιώματα ολοκληρώθηκε.
Ετσι, εφόσον αίρονται οι περιορισμοί που είχαν θέσει για δεκαετίες οι κανόνες του copyright, κάθε δημιουργία που αποτελεί δημόσια περιουσία μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον οποιονδήποτε, να αναπαραχθεί και να μορφοποιηθεί, χωρίς να απαιτείται κάποια άδεια ή καταβολή αντιτίμου.
Η έλευση του 2024 λοιπόν έφερε την απελευθέρωση κειμένων, μουσικών, εικόνων και ιστοριών ηλικίας τουλάχιστον 95 χρόνων. Ανάμεσά τους βρίσκονται αξιοσημείωτα έργα όπως «Τα φώτα της Νέας Υόρκης», η πρώτη αυθεντική ομιλούσα ταινία μεγάλου μήκους, το βιβλίο «Ταρζάν, ο άρχοντας της ζούγκλας» του Εντγκαρ Ράις Μπάροουζ και το τραγούδι «I wanna be loved by you» από το μιούζικαλ «Good boy» που έκανε διάσημο η Μέριλιν Μονρόε στην ταινία «Μερικοί το προτιμούν καυτό».
Μίκυ Μάους
Διαθέσιμος προς κάθε χρήση είναι πλέον ο πρώτος Μίκυ Μάους της Ντίσνεϊ. Η εξέλιξη αυτή δεν αφορά τη διαδεδομένη εκδοχή του διάσημου ποντικού που γνωρίζουμε σήμερα, αλλά εκείνη που πρωτοεμφανίστηκε στην ασπρόμαυρη ταινία κινουμένων σχεδίων «Ατμόπλοιο Ουίλι» από το 1928, σε σκηνοθεσία των Γουόλτ Ντίσνεϊ και Ουμπ Αϊβερκς. Σε αυτή την εκδοχή ο Μίκυ είχε μαύρα μάτια, μικρά αφτιά και μυτερή μύτη, ενώ είχε διαρκώς κακή διάθεση και συνήθιζε να χρησιμοποιεί τα ζώα της φάρμας ως μουσικά όργανα.
Η απελευθέρωση της συγκεκριμένης εικόνας αποτελεί μια ιδιαίτερη εξέλιξη, δεδομένου ότι η Ντίσνεϊ ήταν η εταιρεία η οποία άσκησε πιέσεις στο αμερικανικό νομοθετικό σώμα ώστε να επεκταθεί χρονικά η ισχύς των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της Ντίσνεϊ, οι σύγχρονες εκδοχές του Μίκυ δεν θα επηρεαστούν από τη λήξη των πνευματικών δικαιωμάτων και θα παραμείνουν για τα καλά προστατευμένες.
«Ορλάντο» της Βιρτζίνια Γουλφ
Ενα από τα πιο εκκεντρικά έργα της Βιρτζίνια Γουλφ, το «Ορλάντο», ήταν μπροστά από την εποχή του το 1928 όταν πρωτοκυκλοφόρησε και πλέον αποτελεί δημόσιο κτήμα. Αποτυπώνει την πορεία του ανδρόγυνου Ορλάντο που ζει από τα τέλη του 16ου αιώνα έως τις αρχές του 20ού. Για τους κριτικούς της εποχής αποτελεί μια λογοτεχνική παρωδία, μια μυθιστορηματική βιογραφία μεταμφιεσμένη σ’ ένα ρομάντζο.
«Το τσίρκο» του Τσάρλι Τσάπλιν
Μία από τις πλέον αστείες αλλά λιγότερο προβεβλημένες ταινίες του Τσάρλι Τσάπλιν, «Το τσίρκο», που πλέον μπορούν όλοι οι τηλεθεατές να απολαύσουν χωρίς περιορισμούς, ταξιδεύει πίσω στο 1928 και την εποχή του βουβού κινηματογράφου. Πρωταγωνιστής είναι ο Σαρλό, ο οποίος, κυνηγημένος από την αστυνομία επειδή θεωρούν ότι είναι πορτοφολάς, εισβάλλει σ’ ένα τσίρκο. Την ώρα του προγράμματος κατρακυλάει στην πίστα και η εμφάνισή του κάνει το κοινό να γελά. Ο διευθυντής τον προσλαμβάνει αμέσως σαν κλόουν. Εκεί ερωτεύεται την ιπποκόμο, αλλά ο αντίζηλός του καταφέρνει να τον διώξει από το τσίρκο.
Ισορροπώντας εξαιρετικά ανάμεσα στο χιουμοριστικό και το δραματικό, ο Τσάπλιν απογειώνει το σωματικό θέατρο και παραδίδει μια ταινία υψηλών ταχυτήτων που το 1929 βραβεύτηκε με τιμητικό Οσκαρ.
«Ο εραστής της λαίδης Τσάτερλι» του Ντ. Χ. Λόρενς
Το έργο που έγινε διάσημο αρχικά για την απαγόρευση που συνόδευε την κυκλοφορία του για πολλά χρόνια, σήμερα είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά κείμενα της παγκόσμιας ερωτικής λογοτεχνίας και είναι δημόσια ιδιοκτησία. Ο Λόρενς έγραψε το βιβλίο με την πρόθεση να απελευθερώσει τις γενιές εκείνες που αντιμετώπιζαν το σεξ σαν κάτι το ενοχλητικό ή σαν μια μηχανική πράξη. Είναι ένα βαθιά συναισθηματικό κείμενο, που υπερτονίζει την αξία της καρδιάς σαν ένας βαθύς ερωτικός αναστεναγμός και ταυτόχρονα ένα πορτρέτο της Αγγλίας του Μεσοπολέμου.
Το βιβλίο περιγράφει τη γνωριμία, τη σχέση και τη σεξουαλική έλξη της Κόνι Τσάτερλι με τον δασοφύλακα – εργάτη στο αχανές κτήμα του λόρδου Τσάτερλι, Ολιβερ Μέλορς.
«Τα πάθη της Ζαν ντ’ Αρκ» του Καρλ Τέοντορ Ντράγερ
Ενα άλλο χαρακτηριστικό έργο του βωβού κινηματογράφου που περνάει κι αυτό στη δημόσια χρήση είναι η γαλλική ταινία του 1928, βασισμένη στα ιστορικά πρακτικά της δίκης της Ιωάννας της Λωρραίνης. Με πρωταγωνίστρια τη Ρενέ Φαλκονετί, θεωρείται ορόσημο στην ιστορία του κινηματογράφου, λόγω της άρτιας παραγωγής, της σκηνοθετικής ματιάς του Ντράγερ και της ερμηνείας της Φαλκονετί. Η ταινία επιστρέφει στο 1431 όταν η Ιωάννα της Λωρραίνης κατηγορήθηκε ως αιρετική από κληρικούς δικαστές, αποφασισμένους να την κάνουν να απαρνηθεί τους ισχυρισμούς της περί αγίων οραμάτων, και τελικά οδηγήθηκε στην πυρά. Ο Ντράγερ μεταφέρει το σχεδόν μυστικιστικό πορτρέτο μιας αγίας και εθνικής ηρωίδας, τραβώντας παράλληλες γραμμές με τον Χριστό, και μια δίκη που παραπέμπει στα Θεία Πάθη. Η Ιωάννα διεκδικεί το δικαίωμά της να πιστεύει σ’ έναν κόσμο που την εμπνέει, κι ας γνωρίζει ότι η στάση της αυτή θα την καταδικάσει σε θάνατο.
«Ο κινηματογραφιστής» του Μπάστερ Κίτον
Εναν φόρο τιμής στον κινηματογράφο, βγαλμένο από τα τέλη της δεκαετίας του 1928, αποδίδει ο Μπάστερ Κίτον στην πρώτη του ταινία με το στούντιο της MGM, που τώρα είναι ελεύθερη πνευματικών δικαιωμάτων. Η ιστορία του βωβού φιλμ βασίζεται στη γνωριμία και τον έρωτα ενός νεαρού με μια κοπέλα, η οποία δουλεύει στα στούντιο της MGM. Για να την εντυπωσιάσει, προσπαθεί εκείνος να γυρίσει όσο το δυνατόν πιο περίτεχνες ταινίες, κι αυτό είναι το μυστικό του έργου που τελικά παραδίδει ο Κίτον στους θεατές. Ο σκηνοθέτης επιστρατεύει στην πραγματικότητα όλα τα τότε γνωστά κινηματογραφικά τεχνάσματα, καταλήγοντας σ’ ένα αειθαλές εντυπωσιακό θέαμα. Στην τελευταία του σπουδαία ταινία, ο Μπάστερ Κίτον βυθίζεται στο κινηματογραφικό σύμπαν για να το χτυπήσει εκ των έσω μ’ ένα μείγμα κωμωδίας και μελαγχολίας.
«Τσάρλεστον» του Τζέιμς Π. Τζόνσον
Η συγκεκριμένη τζαζ σύνθεση γράφτηκε για να ντύσει μουσικά τον χορό τσάρλεστον. Η μουσική είναι του Τζέιμς Π. Τζόνσον και οι στίχοι του Σεσίλ Μακ. Το τραγούδι ακούστηκε για πρώτη φορά στην αφροαμερικανική κωμική μουσική παράσταση του Μπρόντγουεϊ «Runnin’ wild» που ανέβηκε το 1923 στο θέατρο Colonial της Νέας Υόρκης. Για τη σύνθεση του κομματιού ο Τζόνσον εμπνεύστηκε από τη μουσική των λιμενεργατών της Νότιας Καρολίνας κι έμελλε να επηρεάσει ολόκληρη την τζαζ σκηνή. Ο ρυθμός του χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από τους τζαζίστες της εποχής αλλά και των επόμενων δεκαετιών, φτάνοντας να γίνει ταυτόσημο του νέου είδους τσάρλεστον που γεννήθηκε μαζί του.
Οι στίχοι, αν και σπάνια πλέον τραγουδιούνται, αποτελούν κι εκείνοι σημείο αναφοράς του Μακ, ο οποίος ήταν ένας από τους πιο καταξιωμένους τραγουδοποιούς των αρχών της δεκαετίας του 1900.