Ο θάνατος του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ξύπνησε σκληρές μνήμες και προκάλεσε εξάρσεις, οι περισσότερες εκ των οποίων είχαν δύο χαρακτηριστικά: αφενός πολώθηκαν σε μία αντιπαράθεση «υπέρ – κατά» με τρόπο που περισσότερο βγάζει τα εσώψυχα των αντιδρώντων παρά αξιολογεί τον αποθανόντα. Και, δεύτερον, ο χαρακτήρας τους ήταν μερικός, αποσπασματικός, περιορισμένης εμβέλειας. Και αυτό επειδή ο Σόιμπλε, αν και η Ελλάδα τον γνώρισε επώδυνα μέσα από την πτώχευσή της, υπήρξε πολύ περισσότερα από τον άνθρωπο που επέβαλε τους σκληρότερους δυνατούς όρους της, που επιχείρησε επίμονα να πετάξει τη χώρα έξω από το ευρώ και που, επιπλέον, εκμεταλλεύθηκε αυτή την κρίση πολύ πέρα από τα ίδια της τα όρια: τη χρησιμοποίησε ως μοχλό για να ενισχύσει ακόμα περισσότερο την ήδη τότε υφιστάμενη πλήρη κυριαρχία της Γερμανίας στην Ευρώπη.
Ο Σόιμπλε υπήρξε ο άνθρωπος που ενορχήστρωσε και εξετέλεσε ολόκληρη τη γερμανική πολιτική επανένωσης, την «εισβολή» της δυτικής στην πρώην ανατολική οικονομική δομή που είχε άλλωστε καταρρεύσει, τη μεταφορά της πρωτεύουσας από τη Βόννη στο Βερολίνο, την οποία ο Κολ είχε πολλές φορές αρνηθεί και εγγυηθεί ότι δεν θα γίνει μέχρι που έγινε και, τέλος, την κορωνίδα, τη δημιουργία του νέου νομίσματος, του ευρώ, που σχεδιάστηκε από τη γερμανική κυβέρνηση και τη γερμανική κεντρική τράπεζα στα μέτρα της γερμανικής οικονομίας την ώρα που αυτή είχε μόλις απλωθεί σε μία «δεύτερη» χώρα: η επανένωση έγινε το 1990, το ευρώ το 1991. Και είναι εντυπωσιακό ότι ακόμα και σήμερα αυτές δεν έχει γίνει από τους περισσότερους ακόμα αντιληπτό ότι δεν πρόκειται για δύο χωριστές, άσχετες μεταξύ τους εξελίξεις, αλλά μία και ενιαία, συνεκτικά σχεδιασμένη από τον ίδιο άνθρωπο.
Που δεν υπήρξε ούτε μία στιγμή της ζωής του «ευρωπαίος» πολιτικός, όπως τώρα διαρκώς μετά θάνατον αναφέρεται από πολλές πλευρές, αλλά, αντίθετα, ένας αφοσιωμένος εθνικιστής γερμανός πολιτικός, στοχοπροσηλωμένος στην πλήρη οικονομική, πολιτική και θεσμική επιβολή του Βερολίνου στην Ευρώπη. Μια αμιγώς καθαρή γερμανική δύναμη που δεν σταματούσε μπροστά σε τίποτα και που δεν είχε άλλο στόχο παρά την αποκατάσταση της γερμανικής ισχύος και την πλήρη επικράτηση της γερμανικής ηγεμονίας.
Οι έχοντες την άποψη ότι ο Σόιμπλε υπήρξε «Ευρωπαίος» δεν κάνουν τον κόπο να το εξηγήσουν: γράφεται και λέγεται διεθνώς χωρίς να τεκμηριώνεται, καθώς δεν μπορεί να τεκμηριωθεί: αυτή η άποψη όχι μόνον δεν υποστηρίζεται από τα γεγονότα, αλλά έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με αυτά. Οχι μόνον στα χρόνια της κρίσης από το 2009 και μετά, αλλά πολύ πιο πριν και σε πεδία με τα οποία η Ελλάδα ή και τα οικονομικά ουδεμία σχέση είχαν.
Επίσης, ο Σόιμπλε ουδέποτε υπήρξε ο ανώτερα ηθικός που ήθελε να παρουσιάζεται και που τόσο εύκολα έγινε εδώ αποδεκτό ότι ήταν: η έως τότε περίπου βέβαιη πορεία του προς την καγκελαρία σταμάτησε μέσα και από την επίθεση που είχε δεχθεί αλλά και από το γνωστό σκάνδαλο που έριξε τον Κολ, ενώ η κριτική που του ασκήθηκε στη διαδικασία της γερμανικής ενοποίησης ήταν καταιγιστική, ιδίως για το σχέδιο της κατ’ ουσίαν δωρεάν παραχώρησης όλων των ανατολικογερμανικών επιχειρήσεων στις δυτικές. Το ίδιο έγινε και με την πρωτεύουσα, όπως και με την άρνηση της Γερμανίας στην εμβάθυνση της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης άπαξ και πέτυχε τους δικούς της στόχους, της δημιουργίας μιας τεράστιας αγοράς που ήταν όλη στα πόδια της. Η Ευρώπη έμεινε για πάντα ημιτελής και αυτή είναι κύρια πηγή της κακοδαιμονίας της.
Ομως το χειρότερο είναι άλλο. Και πλησιάζει: με την εμμονή του στην έξοδο της Ελλάδας και τη συνεχή καλλιέργειά της, επισήμως και μη, υπήρξε ο αδιαμφισβήτητος πολιτικός πατέρας της δημιουργίας του ακροδεξιού κόμματος AfD, που αυτός έγινε ο καταστατικός του στόχος. Ο Σόιμπλε του δημιούργησε συνειδητά και συστηματικά τον χώρο και ευνόησε δραστικά τη γέννησή του. Τότε ξεκίνησε ως περιθωριακό γκρουπούσκουλο. Τώρα, αγγίζει πλέον την εξουσία.