«Απολύτως επαναστατικό και πρωτοποριακό για την εποχή του», συνδέεται ενδεχομένως με ένα αόρατο νήμα με ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού, καθώς εικάζεται πως και στα δύο έργα συμμετείχε ο ίδιος αρχιτέκτονας, ο Πύθεος.
Και μπορεί το Ανάκτορο των Αιγών να μη χαρακτηρίστηκε θαύμα, ο ευρηματικός αρχιτέκτονάς του ωστόσο κατάφερε να αφήσει πίσω του ένα εξίσου σημαντικό έργο, αφού το μέγαρο που ανεγέρθηκε στα χρόνια του Φίλιππου Β’ (359-336 π.Χ.) «δεν είναι μόνο το μεγαλύτερο, αλλά μαζί με τον Παρθενώνα το σημαντικότερο κτίριο της κλασικής Ελλάδας».
Με αυτά τα λόγια, μεταξύ άλλων, παρουσίαζε πριν από 11 μήνες η επίτιμη πλέον έφορος αρχαιοτήτων και αφοσιωμένη στην οργάνωση και ανάδειξη του μείζονος σημασίας αρχαιολογικού χώρου, Αγγελική Κοτταρίδη, το Ανάκτορο των Αιγών στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Μουσείου Ακρόπολης. Εκεί, όπου με την ευκαιρία της εξ αποστάσεως ξενάγησης στο Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών, στο οποίο το συνολικής έκτασης 15.000 τ.μ. ανακτορικό συγκρότημα κατέχει καίρια θέση, προανήγγειλε και την ολοκλήρωση των εργασιών αναστήλωσης και τα εγκαίνιά του, τα οποία και πραγματοποιήθηκαν την Παρασκευή, παρουσία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.
Σκαρφαλωμένο σε περίοπτη θέση, στο άστυ των Αιγών, το ανάκτορο ανεγέρθηκε στα χρόνια του Φίλιππου Β’ (359-336 π.Χ.), ο οποίος το έθεσε στο επίκεντρο του μεγάλου οικοδομικού προγράμματος εκσυγχρονισμού της βασιλικής μητρόπολης των Μακεδόνων. Μια ανάσα μακριά από το γειτονικό θέατρο, όπου έμελλε να αφήσει την τελευταία του πνοή, το οικοδόμημα που σχεδιάστηκε για να ικανοποιήσει τη φιλοδοξία του Φίλιππου έγινε το σημείο όπου ρίζωσαν τα σχέδια ενός ακόμη πιο φιλόδοξου μακεδόνα ηγεμόνα: του διαδόχου του, Αλέξανδρου Γ’, καθώς μέσα στην τετράγωνη περίστυλη αυλή του ανακηρύχθηκε βασιλιάς, κίνηση που αποτέλεσε το πρώτο βήμα ώστε να κατακτήσει τα πέρατα του γνωστού τότε κόσμου και να χαρακτηριστεί από την Ιστορία ως Μέγας.
Χιλιάδες κεραμίδια και ανάγλυφα ακροκέραμα εξαιρετικής ποιότητας, εκατοντάδες τετραγωνικά μέτρα μαρμαροθετήματα και ψηφιδωτά, μερικά από τα οποία είναι εξαίρετα έργα τέχνης, πανάκριβες χρωστικές, χαλκός και κάθε είδους πολυτελή υλικά επιστρατεύτηκαν για να δημιουργήσουν το επιβλητικό κτίριο με το μνημειώδες πρόπυλο, που παραπέμπει σε ιερό, τις εντυπωσιακές διώροφες στοές της πρόσοψης που ανοίγονται στην πόλη και προσκαλούν τους πολίτες να κάνουν χρήση του χώρου, το μέγα περιστύλιο, γύρω από το οποίο οργανώνονται οι χώροι των συμποσίων, τη θόλο που σύμφωνα με τις επιγραφικές μαρτυρίες στέγαζε το ιερό του Πατρώου Ηρακλή, τη βιβλιοθήκη – αρχείο και το μικρότερο δυτικό περιστύλιο που εξυπηρετούσε βοηθητικές χρήσεις.
Το περιστύλιο
Καρδιά του πρωτοποριακού οικοδομήματος – που καταστράφηκε στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. από τους Ρωμαίους και λιθολογήθηκε για αιώνες – αποτελεί το μεγάλο τετράγωνο περιστύλιο με τους 16 δωρικούς κίονες σε κάθε πλευρά του, όπου στα 4.000 τ.μ. του μπορούσε να φιλοξενήσει περί τα 8.000 άτομα και να αποτελέσει τον κατεξοχήν χώρο συνάθροισης των Μακεδόνων, όπως αποδείχθηκε από τις ανασκαφές που ξεκίνησαν το 1865 και συνεχίστηκαν ως τα μέσα του 20ού αι.
Το έργο συντήρησης, στερέωσης, αποκατάστασης και αναστήλωσης του μνημείου και του περιβάλλοντος χώρου (συνολική έκταση 25.000 τ.μ.) πραγματοποιήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας από το 2007 μέχρι το 2023 ως συγχρηματοδοτούμενο έργο διαδοχικών ευρωπαϊκών προγραμμάτων, με συνολικό προϋπολογισμό 20.300.000 ευρώ.
Σημειώνεται ότι η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη δεν παρέστη στα εγκαίνια επειδή βρέθηκε θετική στον κορωνοϊό, όπως ανακοίνωσε το υπουργείο.