«Ναυαρχίδα μας είναι τα δημόσια πανεπιστήμια. Αυξάνουμε τη χρηματοδότησή του μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, απόγραφειοκρατικοποιούμε το Δημόσιο Πανεπιστήμιο, το διεθνοποιούμε και ταυτόχρονα λύνουμε το θέμα του κρατικού μονοπωλίου», είπε στην ΕΡΤ ο Κυριάκος Πιερρακάκης.
Παράλληλα, ο υπουργός Παιδείας γνωστοποίησε ότι το νομοσχέδιο για τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα έρθει εντός του μήνα στη Βουλή για διαβούλευση.
«Ίσως η μόνη χώρα που δεν έχει μη κρατικά πανεπιστήμια»
Ερωτηθείς γιατί θεωρεί ότι θα αναβαθμιστεί η ανώτατη παιδεία από τη λειτουργία μη κρατικών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, απάντησε ως εξής: «Πρώτον, η Ελλάδα είναι ίσως η μόνη χώρα που δεν έχει μη κρατικά πανεπιστήμια. Εκ των πραγμάτων σε όλο τον κόσμο αυτή τη στιγμή αυτό έχει λυθεί. Αυτό όμως δεν λέει κάτι από μόνο του. Η δεύτερη παράμετρος έχει να κάνει με το ποια είναι η κατάσταση στο πεδίο. Έχουμε 40.000 Έλληνες φοιτητές στο εξωτερικό. Αυτός ο αριθμός σε απόλυτα νούμερα είναι μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο αριθμό των Ισπανών ή των Άγγλων. Η Πορτογαλία, που έχει συγκρίσιμο πληθυσμό, έχει πολύ λιγότερους, περίπου το ένα τέταρτο. Αυτό λοιπόν κάτι λέει γενικά για το σύστημά μας. Άρα εδώ δεν υπάρχει μια στρατηγική μόνο για τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Υπάρχει μια στρατηγική για τα πανεπιστήμια».
Η χώρα να μετατραπεί σε περιφερειακό κέντρο εκπαίδευσης
«Όλα αυτά μαζί θα μας δώσουν σαν δυνατότητα το να μείνουν εδώ οι περισσότεροι από αυτούς τους 40.000 Έλληνες που σπουδάζουν στο εξωτερικό. Αφετέρου, η Ελλάδα να κατακτήσει κάτι που δεν το έχει κατακτήσει. Κάτι που έχει κάνει -ας πούμε- η Κύπρος με έναν άλλο τρόπο: Να γίνει περιφερειακό κέντρο εκπαίδευσης», είπε.
«Ήδη έχουμε ξεκινήσει τη διεθνοποίηση του ελληνικού Δημοσίου Πανεπιστημίου. Πάρα πολλά μεταπτυχιακά τα οποία παρέχουμε είναι αγγλόφωνα. Θα πρέπει να κάνουμε και τα δύο. Θα πρέπει να παρέχουμε πολλά αγγλόφωνα προγράμματα, εφόσον τα ίδια τα πανεπιστήμια το επιθυμούν, να τα παρέχουν – αφενός. Αφετέρου να μπορούμε να παρέχουμε και τα ελληνόφωνα προγράμματα με εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, με τέτοιου τύπου δυνατότητες ανάμεσα σε άλλα, που θα προβλέπονται στο νέο μας νόμο, για να μπορέσουμε να κατακτήσουμε αυτό. Τα παραρτήματα που έχουμε σήμερα είναι λίγο πάνω από 30 κολλέγια. Τα κολλέγια αυτά πράγματι παρέχουν επαγγελματικά δικαιώματα, δεν παρέχουν ακαδημαϊκά δικαιώματα», πρόσθεσε.
Ερωτηθείς τι θ’ αλλάξει για τους αποφοίτους και τα επαγγελματικά δικαιώματά τους, απάντησε: «Όλα αυτά έχουν να κάνουν με το πώς κατά κάποιον τρόπο είχαμε αυτή την εξέλιξη μέσα στον χρόνο της πολιτικής της χώρας για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Γιατί στα κολέγια η χώρα ΄΄σύρθηκε΄΄ να αναγνωρίσει επαγγελματικά δικαιώματα μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω συγκεκριμένων κρίσεων των ευρωπαϊκών δικαστηρίων. Και υπό αυτή την έννοια έχουμε ανισότητες σε αυτές τις οντότητες των κολλεγίων. Κάποια θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι ποιοτικά, άλλα είναι πανεπιστήμια ΄΄του ενός ορόφου΄΄. Θα έλεγε κανείς ότι στην ελληνική κοινή γνώμη, ο κόσμος δεν θεωρεί πανεπιστήμιο κάτι που είναι σε έναν όροφο».
«Έχουμε ήδη άνω των τριάντα δομών στην Ελλάδα που παρέχουν πλήρη επαγγελματικά δικαιώματα. Η διαφοροποίηση είναι ότι δεν παρέχουν ακαδημαϊκά δικαιώματα. Εμείς θέλουμε μέσα από μια τελολογική ανάγνωση του Συντάγματος, υπό το φως του ενωσιακού δικαίου, η χώρα έμμεσα να ανακτήσει την κυριαρχία στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Θέτοντας αυστηρά κριτήρια για τα παραρτήματα. Λέγοντας, δηλαδή, ότι εφόσον είναι μη κερδοσκοπικά και εφόσον πληρούν μια σειρά από πολύ αυστηρές προϋποθέσεις, τις κοινά αποδεκτές προϋποθέσεις, σε συνάρτηση με την έγκριση της Εθνικής μας Ανεξάρτητης Αρχής για την Ανώτατη Εκπαίδευση, να δώσουμε και το ακαδημαϊκό δικαίωμα. Άρα, πλήρη ισοτιμία με τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια», συμπλήρωσε.
«Το επαγγελματικό δικαίωμα θα έλεγε κανείς ότι είναι το μείζον. Επειδή συνεχίζουμε να έχουμε αυτή την απαγόρευση, έστω και για το τελευταίο κομμάτι των ακαδημαϊκών δικαιωμάτων, αυτό γεννάει ένα διεθνές ΄΄σινιάλο΄΄ ότι η Ελλάδα είναι ένα έθνος εκπαιδευτικά ανάδελφο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ότι έχει αυτή την ιδιαιτερότητα. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, σημαντικές πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να έρθουν στη χώρα μας από μεγάλα ξένα πανεπιστήμια, δεν έρχονται διότι θεωρούν ότι έχουμε αυτήν την ιδιαιτερότητα ως προς το πώς έχουμε χειριστεί την πολιτική μας για την ανώτατη εκπαίδευση», κατέληξε.