Δεν είναι μικρό πράγμα να σε λέει το κοινό με το μικρό σου όνομα και μάλιστα χωρίς διαφημιστική προσταγή. Η τραγουδίστρια Ιουλία Καραπατάκη το πέτυχε ήδη και το καταλαβαίνεις αν τη δεις είτε στον Σταυρό του Νότου με την μπάντα της, είτε δίπλα στον Σωκράτη Μάλαμα και σε πραγματικά πολύ κόσμο, είτε σε μικρούς χώρους. Την ίδια ώρα η Ιουλία είναι μια απλή καθημερινή γυναίκα που δεν χάνει το χαμόγελό της. Ισως όλο αυτό δεν οφείλεται απλώς στις ποιότητες που έχει ως άνθρωπος, μα και στο γεγονός πως έχει συνειδητοποιήσει και το υπερασπίζεται πως η μουσική είναι μαραθώνιος, καθημερινό άθλημα, θέλει αφοσίωση και μελέτη.
Από τη γενιά των μουσικών σχολείων έφτασε να τραγουδά αμέσως και εδώ και οκτώ χρόνια να συμπράττει με τον Μάλαμα ή τον Θανάση Παπακωνσταντίνου και μπροστά σε ένα πραγματικά ευρύ κοινό που όμως πια τη θεωρεί «δική του». Ανάμεσα στις συμπληγάδες της νέας φόρμας του Ιντερνετ και των κοινωνικών δικτύων αλλά και της κλασικής και αθάνατης σχέσης με τον κόσμο, η Ιουλία στέκεται καλά και στα δύο.
Να ξεκινήσουμε από το τώρα. Κάνετε τα λάιβ σας στον Σταυρό του Νότου και πλέον το κοινό σας λέει «πάμε στην Ιουλία»…
Και χαίρομαι πολύ γι’ αυτό. Είμαι και Καραπατάκη, είμαι και Ιουλία.
Εννοώ πως έχετε κάνει ένα βήμα. Συγκροτείτε το κοινό σας σε αυτή τη φάση. Πώς είναι αλήθεια αυτή η σχέση όταν διαμορφώνεται και είναι σε εξέλιξη;
Είναι αληθινή, είναι ανοιχτή. Είναι σημαντικό να είσαι έτσι απέναντι σε αυτόν που έρχεται να σε δει και να σε ακούσει. Μια σχέση που χτίζεται είναι όλο αυτό. Αν του αρέσεις, θα ξανάρθει.
Σας καθορίζει το κοινό ακόμη και στο τι θα παίξετε;
Προσπαθώ να μη με καθορίζει, σίγουρα θα του κάνω τα χατίρια γιατί παίζοντας μουσική κάπου πρέπει να απευθυνθούμε. Αλλά θέλω να περάσω κι εγώ καλά, έχω ανάγκη να εκφραστώ και να επικοινωνήσω, άρα σίγουρα έχω να στείλω και το δικό μου μήνυμα. Τα αγαπημένα μου δηλαδή.
Υπάρχει χώρος για έναν νέο καλλιτέχνη;
Πρέπει να είσαι και λίγο τυχερός, να κάτσουν όλα καλά. Πολλοί άνθρωποι είναι καλοί και δεν έχουν πάντα την ευκαιρία ή τον τρόπο να το πουν, να βρουν το πάτημα.
Εχετε κι ένα δικό σας σιγά σιγά ρεπερτόριο. Λέτε και τραγούδια άλλων. Εχει μια ισορροπία αυτό;
Προς το παρόν τα τραγούδια των άλλων που λέω είναι περισσότερα. Ευελπιστώ στο μέλλον να έρχεται, περισσότερο, για το δικό μου ρεπερτόριο. Αυτή είναι η επιτυχία.
Πώς είναι το κοινό σήμερα; Εβλεπα μια φωτογραφία από μια συναυλία πρόσφατα που όλοι τράβαγαν φωτογραφίες με το κινητό τους. Ανήκετε βέβαια σε μια γενιά καλλιτεχνών που αυτό είναι δεδομένο.
Σίγουρα το έχω συνηθίσει, αλλά δεν το θεωρώ και φυσιολογικό. Νομίζω πως όταν βλέπεις κάτι ή το ακούς εκείνη τη στιγμή, αυτό είναι αναντικατάστατο και δεν υπάρχει λόγος να κυνηγάς την εικόνα του συνέχεια. ΟΚ, θα τραβήξεις ένα βιντεάκι ίσως για να το έχεις ή κάτι που αγαπάς πολύ. Εγώ ως ακροάτρια δεν τραβώ πια φωτογραφία. Το αποφάσισα νωρίς αφού το θέμα είναι η στιγμή που ζεις και αυτό που τελικά θα μείνει μέσα σου και μέσα στο κεφάλι σου. Τη μνήμη εκείνη τη στιγμή τη φτιάχνεις. Μας ενδιαφέρει πια να δείξουμε ότι κι εμείς ήμασταν εκεί. Παίζει ρόλο και το μέσο, το κινητό που είναι εύκολο.
Το κοινό, επιμένω λίγο, είναι κι ένα νέο κοινό που ψάχνεται ή είναι το κλασικό των έντεχνων σκηνών;
Κι ένα νέο κοινό συναντάς εδώ. Ο Σταυρός του Νότου είναι από τις λίγες σταθερές σκηνές, εννοώ είναι και πιο ανθρώπινη και την επιλέγουν οι καλλιτέχνες.
Ο ήχος, η μπάντα σάς ενδιαφέρει; Δίνετε έμφαση; Το ρωτώ γιατί είστε και μουσικός.
Δίνω πολλή σημασία, ναι. Μου αρέσει τελευταία πολύ ο ηλεκτρικός ήχος. Εχουμε κάνει και μια διασκευή πάνω σε ένα τραγούδι – εσχάτως – του Στέλιου Καζαντζίδη. Το «Μη μου λέτε γι’ αυτή». Το έχουμε μπλέξει με ένα άλλο κομμάτι. Μου αρέσει τα παλιά να τα παίζουμε με το μπουζούκι κλασικά αλλά και με ηλεκτρικό ήχο.
Η γενιά σας πάντως είναι αρκετά μουσικά ανεξίθρησκη. Πιο άφοβη.
Είμαι υπέρ αυτού, η μουσική – πιστεύω – είναι διαχρονική. Θα τη μεταφέρεις στο τώρα με νέα μέσα συχνά και με τις ιδέες που έχεις τώρα. Ετσι συχνά τα κομμάτια επιβιώνουν και στον χρόνο.
Ο ήχος αλλάζει μέσα στην εποχή; Σήμερα, ας πούμε, ποιος ήχος κυριαρχεί;
Ο ηλεκτρικός ήχος, ο ήχος του υπολογιστή αλλά σε σχέση με τα φυσικά όργανα. Εχουμε πολλά προγράμματα σήμερα, ψαχνόμαστε πιο πολύ. Υπάρχει όμως και μια έντονη στροφή στο παραδοσιακό και νομίζω πως σε αυτό έχουν παίξει ρόλο τα τελευταία χρόνια τα μουσικά σχολεία.
Και εσείς είστε απόφοιτη εξάλλου μουσικού σχολείου, στην Παλλήνη…
Μέχρι μια εποχή τα νέα παιδιά μάθαιναν πιάνο και βιολί. Με τα μουσικά σχολεία επανήλθαν και όργανα που δεν παίζονταν τόσο, όπως το λαούτο ή ακόμη και η τσαμπούνα.
Πώς ήταν η δομή του μουσικού σχολείου, τι σημαντικό κρατάτε;
Κρατάω από τις σπουδές μου εκεί ότι η μουσική είναι μία. Είτε ακούς παραδοσιακά, είτε λαϊκά, είτε ρεμπέτικα, είτε Μπαχ. Ταυτόχρονα μπορούσα να ακούω μέταλ και να παίρνω 19 στη βυζαντινή. Μαθαίναμε πως δεν πρέπει να χαρακτηρίζουμε εύκολα τη μουσική. Κάθε τραγούδι εξάλλου σου προκαλεί ένα συναίσθημα. Μπορεί να σου αρέσει, μπορεί και όχι.
Το βλέπαμε και το παραδοσιακό με μια αγκύλωση για χρόνια.
Και με το ρεμπέτικο ήταν έτσι. Και τώρα υπάρχουν πολλά μαγαζιά που θέλουν να έχουν μουσική, αλλά τα μεροκάματα είναι το δύσκολο σήμερα. Και επίσης σε χώρους όπου συχνά το κοινό φωνάζει και δεν σε ακούει. Εγώ τραγουδώ παντού, και σε μικρούς χώρους και παντού. Μου αρέσει που κάθε χώρος έχει άλλη μερίδα κόσμου.
Πώς ξεκινάτε τη δική σας περιπέτεια με τη μουσική;
Ηταν και οι δύο μηχανολόγοι, οι γονείς μου, ακούγανε μουσική βέβαια. Ετυχε ο άνδρας της αδελφής της μητέρας μου να είναι διευθυντής σε μουσικό σχολείο. Εκείνη δεν θέλει τότε να πάω σε ένα απλό δημόσιο της γειτονιάς – δουλεύουν και πολύ εκείνη την εποχή. Γράφομαι τότε για κιθάρα στο Αττικό Ωδείο της Ηλιούπολης. Με σκοπό να πάω στο Μουσικό της Παλλήνης, όπου πάω και Γυμνάσιο και Λύκειο. Και ξεκίνησα χωρίς να έχω στο μυαλό μου πως θα γίνω μουσικός ή τραγουδίστρια. Στη Γ’ Λυκείου κάναμε και ένα σχήμα όπου παίζαμε ρεμπέτικα. Μου έτυχε λίγο μετά να πάω να δουλέψω σε μαγαζί, στους Ρακοσυλλέκτες του Κώστα του Καλδάρα. Πήγαινα δύο φορές την εβδομάδα και κάπως ήλθε όλο αυτό μόνο του.
Και η τομή ποια είναι που αλλάζει την καριέρα σας;
Πέρασαν πολλά χρόνια. Αρχισα να δουλεύω πολύ και για μακρά περίοδο σε πολλά μαγαζιά.
Η Kompania πότε ήλθε στη ζωή σας;
Τότε έφευγε από την μπάντα η Κατερίνα Τσιρίδου για να κάνει τη δική της πορεία και επικοινώνησε μαζί μου ο Σωτήρης ο Παπατραγιάννης. Ηταν σημαντική αλλαγή, πήγαμε πολύ σε Ευρώπη, ταξίδεψα πολύ, γράψαμε δίσκο έξω, στη Σουηδία. Τότε τα παίζαμε πιστά τα ρεμπέτικα και τα λαϊκά. Κάποια στιγμή, όταν έφυγε ο Νίκος ο Πρωτόπαπας, πήραμε τον Γιώργο τον Παπαδόπουλο κιθαρίστα και μετά βάλαμε μπάσο και κρουστά και άλλαξε σιγά σιγά το ύφος. Αποφασίσαμε να τα κάνουμε όλα ηλεκτρικά, το μπάσο έγινε ακουστικό μπάσο, η κιθάρα έγινε ηλεκτρική, βάλαμε τύμπανα αντί για κρουστά. Βέβαια τώρα επειδή είναι πολλά τα λάιβ, και με τη δική μου μπάντα και με τον Σωκράτη Μάλαμα, πήγε λίγο πίσω η δουλειά μου με την Kompania.
Ουσιαστικά, είστε σε τρία σχήματα!
Ναι, ή τέσσερα. Με τον Μάλαμα, με την μπάντα μου, με την Kompania και με τους Ατάρ Τουτάρ, που είναι οι παιδικοί μου φίλοι. Με αυτούς παίζουμε ακόμη λιγότερο.
Πώς συναντιέστε με τον Σωκράτη Μάλαμα και τον Θανάση Παπακωνσταντίνου;
Βασικά μου έστειλε ένα μήνυμα ο γιος του Θανάση, ο Κωνσταντής, να μου πει να κάνω δεύτερες φωνές σε έναν δίσκο των Θανάση – Σωκράτη. Και πήγα στο στούντιο Αχός πάνω στη Λάρισα και γράψαμε. Η εμπειρία μου ήταν σπουδαία. Ο Θανάσης είναι ένας πράος άνθρωπος, ανοιχτός, έχει άποψη για τη ζωή. Με έκανε και αισθάνθηκα πολύ άνετα και όμορφα. Ο χώρος επίσης παίζει έναν μεγάλο ρόλο. Να γράφεις δηλαδή μέσα στα βουνά. Σίγουρα γράφεις αλλιώς αν είσαι σε επαφή με τη φύση, όλα αυτά στο Μεταξοχώρι. Πάω, γράφω, βγαίνει ο δίσκος (σ.σ.: με τίτλο «Με στόμα που γελά») και τον Ιούνιο με πήραν από τον Σωκράτη να με ακούσει για να μπω στην μπάντα του. Τώρα είμαστε μαζί επτά χρόνια.
Και εμφανίζεστε συναυλιακά μαζί με Θανάση και Σωκράτη αμέσως.
Μεγάλη τύχη, ναι.
Γίνεται μια συζήτηση σήμερα για το κοινό των συναυλιών του Θανάση. Για το πώς ξεσπά, για τα καπνογόνα, για όλα αυτά.
Το παρατήρησα τόσο έντονα το φαινόμενο μετά την πανδημία. Κλείσανε μια γενιά στα ντουζένια της στο σπίτι. Ηθελε να ξεδώσει, έγινε και λίγο μόδα όλο αυτό. Η γενιά που μεγάλωσε με αυτούς τους καλλιτέχνες θέλει σήμερα να πάει τα παιδιά της να τους ακούσουν. Τα κοινά είναι ξεχωριστά των δύο, αλλά υπάρχει και ένας κύκλος που εφάπτεται. Πρώτη φορά βγήκα στον Σταυρό με τον Μάλαμα. Κι έχασα τα λόγια μου. Από τα 70 άτομα, να πας στα 500 ή 600 είναι ένα σοκ. Το τεράστιο κοινό το είδα πρώτη φορά στο Πάρκο Νερού και με τους δύο.
Τι μάθατε στη σκηνή και από αυτή σας τη σύμπραξη;
Και οι δύο έχουν μια σοβαρότητα και μια αφοσίωση γι’ αυτό που κάνουν, μια καλή στάση απέναντι στη νύχτα, σου μαθαίνουν να στέκεσαι. Ο Θανάσης ψάχνεται συνέχεια μουσικά, αλλάζει ήχο. Είναι ένα μεγάλο μάθημα. Αυτό το ταξίδι δεν σταματάει. Αν αρχίσεις να βαριέσαι, έχεις χάσει το παιχνίδι.
Ναι στη διασκευή, όχι στη δηθενιά.
Δισκογραφικά τι έχετε κάνει και τι ετοιμάζετε;
Δισκογραφικά ετοιμάζουμε κάτι πολύ προσωπικό με τον Αγη Παπαπαναγιώτου. Ως τώρα έχω κάνει πολλές συμμετοχές αλλά και έναν δικό μου δίσκο με τον Φώτη Σιώτα και τον Θοδωρή Γκόνη (σ.σ. «Τα Δεύτερα») και συμμετοχή σε άλμπουμ με τον Αρη Κούκο και τη Μάτα Αδαμογιάννη (σ.σ. «Με την καρδιά στη θάλασσα»).
Η γενιά σας πάντως δεν κάνει δίσκους…
Υπάρχει το ΥouΤube. Το κλειδί και το μεγάλο μέσο για να φτάσεις στο κοινό είναι το λάιβ.
Τελευταία κάνατε με τον Θωμά Κωνσταντίνου και τον Tiny Jackal το «Περπατούσα αφηρημένη» της Βιτάλη διασκευή.
Είναι αυτά τα νέα ακούσματα, τα πειράγματα που μου αρέσουν πολύ. Δεν συμφωνώ βέβαια με όλα στις διασκευές. Υπάρχει κίνδυνος δηθενιάς. Πρέπει να υπάρχει ένας σεβασμός στο πρωτότυπο.
Πιστεύετε σε διαχωρισμούς;
Οι ταμπέλες μας βοηθούν. Κάθε είδος όμως μουσικής κάτι έχει να δώσει. Είτε είναι καψούρα είτε είναι Μπαχ.
Τι θα κάνετε προσεχώς;
Θα κάνουμε με τον Σωκράτη από τα τέλη Ιανουαρίου στον Σταυρό, παράλληλα μόνη μου εκεί και βέβαια τις εμφανίσεις με την Kompania.
Εχετε πάει σε όλη την Ελλάδα με τις συναυλίες.
Εχω πάει σε μέρη που αλλιώς δεν θα είχα πάει. Για παράδειγμα στο Λιόπρασο Τρικάλων, ψηλά αρκετά, με τη δική μου μπάντα. Ο δρόμος για εκεί όλος στροφές – φίδι για να ανέβεις σε ένα πλάτωμα μαγικό.
Παίζει ρόλο το Ιντερνετ σήμερα;
Σήμερα έχουμε πολλή πληροφορία στη μουσική αλλά απαιτεί αναλυτικά εργαλεία όλο αυτό.
Προλάβατε πανηγύρι, έχετε δουλέψει;
Εχω δουλέψει στην Κορομηλιά, κοντά στην Καλαμάτα, είχα το λαϊκό πρόγραμμα. Πολύ δύσκολο και το κοινό.
Εχετε επιρροές;
Αυτά που ακούς πολύ, είναι μέσα σου. Εχω πολύ Πόλυ Πάνου μέσα μου. Χασκήλ, Τζόπλιν κ.ά. Μου αρέσει να τις ακούω όλες αυτές. Κάποια πράγματα δεν τα αγγίζω. Π.χ. αρνούμαι να κάνω αμανέ. Κάθε πράγμα θέλει την τέχνη του.