Το όνειρο ενός αντικαρκινικού εμβολίου – ικανού να διεγείρει το ανοσοποιητικό σύστημα σε βαθμό ώστε να καταπολεμήσει τους όγκους – βρίσκεται στον ορίζοντα της επιστημονικής κοινότητας. Μάλλον δεν ήταν ποτέ τόσο κοντά όσο είναι τώρα. Επειτα από χρόνια περιορισμένων επιτυχιών σε αυτόν τον τομέα, η εδραίωση άλλων ανοσοθεραπειών και η επιτυχία του αγγελιοφόρου RNA (ή mRNA, που χρησιμοποιήθηκε στην ανάπτυξη εμβολίων κατά τη διάρκεια της πανδημίας) αναζωογόνησαν την αισιοδοξία των επιστημόνων. Τα αποτελέσματα, γράφει η ισπανική εφημερίδα «El Pais», είναι πολλά υποσχόμενα, τόσο σε μια πρόσφατη δοκιμή που εξέτασε το μελάνωμα – με ένα πρωτότυπο εμβόλιο σε συνδυασμό με μια άλλη ανοσοθεραπεία – όσο και σε άλλες προκαταρκτικές έρευνες που σχετίζονται με τον καρκίνο του παγκρέατος.
Εδώ και χρόνια, η επιτυχία των εμβολίων όσον αφορά τις μολυσματικές ασθένειες – η πιο πρόσφατη περίπτωση είναι η COVID-19 – έχει οδηγήσει σε πολλαπλές προσπάθειες αναπαραγωγής αυτών των θετικών αποτελεσμάτων σε μια ασθένεια τόσο καταστροφική όσο ο καρκίνος, που σκοτώνει 10 εκατομμύρια ανθρώπους στον κόσμο ετησίως. Ομως, δεν είναι τόσο απλό. Σε ασθένειες που προκαλούνται από ιούς και βακτήρια, τα εμβόλια συνήθως λειτουργούν προληπτικά, εκθέτοντας ένα άτομο σε μια εξασθενημένη ή ανενεργή εκδοχή του μικροβίου, έτσι ώστε το ανοσοποιητικό του σύστημα να μάθει να αναγνωρίζει αυτές τις απειλές και να είναι σε θέση να τις εξουδετερώνει όταν εμφανίζονται.
Μια οδύσσεια
Ωστόσο, ένας όγκος είναι πολύ πιο περίπλοκος και η εύρεση ενός αποτελεσματικού εμβολίου μπορεί να καταλήξει σε οδύσσεια. Ο καρκίνος είναι διαφορετικός σε κάθε ασθενή, γεγονός που αναγκάζει τους επιστήμονες να σχεδιάσουν πιο εξατομικευμένα εμβόλια. Και, σε αντίθεση με τους ιούς και τα βακτήρια – που το σώμα μας γνωρίζει ότι ανιχνεύει ως ξένους και επιβλαβείς παράγοντες – τα καρκινικά κύτταρα προέρχονται από εμάς. Μοιάζουν με τα φυσιολογικά μας κύτταρα και έχουν την ικανότητα να καμουφλάρονται και να ξεφεύγουν από τον αμυντικό στρατό του σώματος. Ως εκ τούτου, ένα εμβόλιο από μόνο του μπορεί να μην είναι αρκετό.
Παρά αυτές τις διαφορές, η ιδέα πίσω από τα εμβόλια κατά του καρκίνου είναι να εκπαιδεύσουν το ανοσοποιητικό σύστημα να αναγνωρίζει τα καρκινικά κύτταρα και να τα εξαλείφει. Για να γίνει κάτι τέτοιο χρησιμοποιούνται ως δόλωμα τα αντιγόνα όγκου (όπως τα νεοαντιγόνα). Αυτά τα μόρια – που βρίσκονται στην επιφάνεια των καρκινικών κυττάρων – διακρίνονται από τα φυσιολογικά κύτταρα. Η εύρεση των καταλληλότερων αντιγόνων και η αποτελεσματική χορήγησή τους στο εμβόλιο είναι το κλειδί για την ενεργοποίηση μιας καλής απόκρισης από το ανοσοποιητικό σύστημα και την επιτυχία του εμβολίου. Υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις, από τη χρήση εμβολίων με βάση το DNA, το mRNA (όπως τα εμβόλια για COVID-19), τα πεπτίδια, τα δενδριτικά κύτταρα ή ακόμα και την καταφυγή στους λεγόμενους ογκολυτικούς ιούς, οι οποίοι είναι μικροοργανισμοί ικανοί να ενεργοποιήσουν το ανοσοποιητικό σύστημα.
Στα χαρτιά, η πρόταση να αφυπνιστεί η φυσική άμυνα του οργανισμού για την καταπολέμηση των όγκων είναι αλάνθαστη. Ωστόσο, στην πράξη οι θρίαμβοι των εμβολίων στον καρκίνο μπορούν να μετρηθούν στα δάχτυλα του ενός χεριού. Μεταξύ των προληπτικών προσεγγίσεων, το εμβόλιο κατά του ιού της ηπατίτιδας Β βοήθησε στην πρόληψη του καρκίνου του ήπατος, ενώ η ανοσοποίηση κατά του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων μείωσε τους όγκους του τραχήλου της μήτρας που προκαλούνται από αυτή τη νόσο κατά 87% μεταξύ των εμβολιασμένων. Οσον αφορά τα θεραπευτικά εμβόλια – τα οποία χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία ασθενών που πάσχουν ήδη από καρκίνο – υπάρχουν μόνο μερικά παραδείγματα σχετικής επιτυχίας: ένα κατά των όγκων του προστάτη και ένα άλλο (που προέρχεται από βακτήριο που προκαλεί φυματίωση) για τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης. Αλλά και οι δύο περιπτώσεις προσέφεραν πολύ περιορισμένα οφέλη και δεν χρησιμοποιούνται πλέον.
Λίγες οι επιτυχίες
Ο δρόμος ήταν ελικοειδής. Και, αν και πολλές ελκυστικές προκλινικές έρευνες έχουν αναπτυχθεί τις τελευταίες δεκαετίες, οι μελέτες δεν έχουν προχωρήσει περαιτέρω «λόγω πολλών φραγμών», προειδοποιεί η Λάουρα Ανγκελατς, ερευνήτρια στην ομάδα Γονιδιωματικής και στοχευμένων θεραπειών σε συμπαγείς όγκους, σε νοσοκομείο της Βαρκελώνης. Αναφέρεται στην ποικιλομορφία των συμπαγών όγκων, οι οποίοι είναι ετερογενείς και παρουσιάζουν διαφορετικά αντιγόνα και επισημαίνει τον βασικό ρόλο του περιβάλλοντος όγκου: «Τα καρκινικά κύτταρα δεν είναι μόνα τους, αλλά έχουν ανοσοκατασταλτικά κύτταρα γύρω τους που δυσκολεύουν το ανοσοποιητικό σύστημα να παρέμβει».
Ο Μιγκέλ Περάλες, ειδικός στην ανοσοθεραπεία του καρκίνου και τα εμβόλια στο νοσοκομείο Memorial Sloan Kettering της Νέας Υόρκης, αναφέρει την ετερογένεια του ίδιου του όγκου. «Διάφορα εμβόλια που μελετήθηκαν στράφηκαν μόνο κατά ενός πολύ μικρού τμήματος του όγκου. Σε πολλές περιπτώσεις, χρειάζονται μόνο μία ή δύο μεταλλάξεις καρκίνου για να υπάρξει αντίσταση στην επίδραση του εμβολίου».
Σε μια πρόσφατη συνέντευξη στην «El Pais» ο ογκολόγος Κρις Κλέμπανοφ, επίσης ερευνητής στο Sloan Kettering, επεσήμανε ότι μια από τις μεγάλες δυσκολίες για την ανάπτυξη επιτυχημένων εμβολίων ήταν «η έλλειψη ακριβούς γνώσης σχετικά με τα σωστά αντιγόνα που πρέπει να περιλαμβάνονται στο εμβόλιο». Επιπλέον, προσθέτει ο ογκολόγος, «πολλοί καρκινοπαθείς είναι μεγαλύτερης ηλικίας, πράγμα που σημαίνει ότι το ανοσοποιητικό τους σύστημα έχει γεράσει με την πάροδο του χρόνου. Και υπάρχει επίσης το γεγονός ότι οι θεραπείες – όπως η χημειοθεραπεία και η ακτινοβολία – μπορούν να βλάψουν σοβαρά το ανοσοποιητικό σύστημα. Ως εκ τούτου, βλέπουμε ασθενείς που έχουν μεγαλύτερο και πιο κατεστραμμένο ανοσοποιητικό σύστημα».
Συνδυασμός εμβολίων και ανοσοθεραπειών
Τα αποτελέσματα έχουν αρχίσει να φαίνονται σε όγκους στους οποίους μέχρι τώρα άλλες ανοσοθεραπείες από μόνες τους δεν είχαν σημειώσει επιτυχία. Μια προκαταρκτική μελέτη για τον καρκίνο του παγκρέατος – έναν από τους πιο θανατηφόρους τύπους καρκίνου – έδειξε ότι ένα εμβόλιο, σε συνδυασμό με αναστολέα σημείου ελέγχου και χημειοθεραπεία, κατάφερε να ενεργοποιήσει το ανοσοποιητικό σύστημα σε οκτώ από τους 16 ασθενείς στη δοκιμή. Κανένας από αυτούς τους οκτώ ασθενείς δεν παρουσίασε υποτροπή κατά τη διάρκεια της 18μηνης διάρκειας της μελέτης.
Υπάρχουν πολλές γραμμές έρευνας σε εξέλιξη, αλλά οι πλατφόρμες mRNA είναι, σύμφωνα με τους ειδικούς, μια από τις πιο υποσχόμενες προσεγγίσεις. «Η επανάσταση έρχεται με τη μορφή των νέων εμβολίων mRNA και των εργαλείων που μας επιτρέπουν να ενισχύσουμε τα νεοαντιγόνα και να κάνουμε εμβόλια κατά παραγγελία. Εάν καταφέρουμε να ενεργοποιήσουμε αποτελεσματικά το ανοσοποιητικό σύστημα χρησιμοποιώντας πλατφόρμες RNA που μας επιτρέπουν να παράγουμε εμβόλια με 24 νεοαντιγόνα, θα επιτύχουμε πολύ σημαντικές αποκρίσεις. Αυτός είναι ο δρόμος προς τα εμπρός» εξηγεί ο Αλβάρεθ-Βαλίνα.
Οι επιστήμονες συμφωνούν ότι τα εμβόλια κατά του καρκίνου από μόνα τους δεν αρκούν. Τα πιο ενθαρρυντικά αποτελέσματα έχουν παρατηρηθεί σε θεραπείες σε συνδυασμό με άλλες θεραπείες. Αυτή η κοινή προσέγγιση μπορεί μερικές φορές να ξεπεράσει το εχθρικό μικροπεριβάλλον του όγκου που δεν επιτρέπει στο ανοσοποιητικό σύστημα να λειτουργήσει. «Ειδικά σε συμπαγείς όγκους – σε συνδυασμό με αναστολείς σημείων ελέγχου – τα εμβόλια mRNA θα σημαίνουν αύξηση στον αριθμό ασθενών που ανταποκρίνονται σε θεραπείες μακράς διάρκειας» προσθέτει.
Πρωτότυπο σκεύασμα κατά του μελανώματος χρησιμοποιεί mRNA
Παρά τις αποτυχίες, η έρευνα συνεχίζεται αναζητώντας προληπτικά εμβόλια για ομάδες υψηλού κινδύνου – για παράδειγμα, ασθενείς που πάσχουν από σύνδρομο Lynch, που είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν καρκίνο του παχέος εντέρου – και, κυρίως, θεραπευτικά εμβόλια, ιδίως την τελευταία δεκαετία. Υπάρχουν εκατοντάδες έρευνες σε εξέλιξη που εξετάζουν τις δυνατότητες των εμβολίων σε πολλαπλούς όγκους, όπως γλοιώματα, γλοιοβλάστωμα, όγκοι ουροθηλίου, καρκίνος ωοθηκών και τραχήλου και καρκίνος λεπτού και παχέος εντέρου, μεταξύ άλλων. Ο Πίτερ Δ. Κατσίκης, ερευνητής στο Τμήμα Ανοσολογίας στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Erasmus στο Ρότερνταμ, έχει συγγράψει αναλύσεις σχετικά με τις προκλήσεις της ανάπτυξης εξατομικευμένων εμβολίων. Ωστόσο, τονίζει ότι η επιτυχία της ανοσοθεραπείας τα τελευταία χρόνια «αναπτέρωσε το ενδιαφέρον για τα εμβόλια κατά του καρκίνου. Ενα εμβόλιο κατά των νεοαντιγόνων του καρκίνου αναμένεται να βελτιώσει την ανοσοθεραπεία και ίσως να επεκτείνει την εφαρμογή του σε όγκους που δεν ανταποκρίνονται σε αυτό».
Ανοιξε ξανά η πόρτα
Ορισμένες μελέτες, μάλιστα, άνοιξαν ξανά την πόρτα στην ελπίδα. «Τα αποτελέσματα είναι ελπιδοφόρα» επιβεβαιώνει ο Λουίθ Αλβάρεθ-Βαλίνα, επικεφαλής της Κλινικής Ερευνητικής Μονάδας Ανοσοθεραπείας Καρκίνου στο Εθνικό Ερευνητικό Κέντρο Καρκίνου της Ισπανίας. Οι φαρμακευτικές εταιρείες Moderna και Merck, για παράδειγμα, μελετούν ένα πρωτότυπο εμβόλιο κατά του μελανώματος που χρησιμοποιεί την πλατφόρμα mRNA. Και, σύμφωνα με τις δύο εταιρείες, αυτό το σκεύασμα – σε συνδυασμό με το αντίσωμα πεμπρολιζουμάμπη, έναν αναστολέα σημείου ελέγχου, το οποίο αποτελεί τύπο φαρμάκου ανοσοθεραπείας που βοηθά στην απενεργοποίηση των φρένων που τοποθετεί ο όγκος στο ανοσοποιητικό σύστημα – κατάφερε να μειώσει τον κίνδυνο υποτροπής. Τα ποσοστά θνησιμότητας μειώθηκαν κατά 44% σε μια κλινική δοκιμή φάσης ΙΙ. Η Φάση ΙΙΙ βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη. «Σε λίγα χρόνια» προβλέπει ο επιστήμονας «θα έχουμε εμβόλια, ενώ εξατομικευμένα εμβόλια θα μπορούσαν να φτάσουν στην κλινική πολύ σύντομα».
Ανοσογονικοί όγκοι
Οι τρέχουσες δοκιμές εστιάζονται ιδιαίτερα στους πιο ανοσογονικούς όγκους – δηλαδή σε αυτούς που είναι αναγνωρίσιμοι από το ανοσοποιητικό σύστημα και όπου η ανοσοθεραπεία συνήθως λειτουργεί. Οσο περισσότερα νεοαντιγόνα παρουσιάζει ένας όγκος τόσο πιο ανοσογονικός θα είναι. Το μελάνωμα είναι ένα παράδειγμα, αλλά όχι το μοναδικό. «Οι όγκοι που προκαλούνται από τον καπνό – όπως οι όγκοι του πνεύμονα ή της ουροδόχου κύστης – δημιουργούν επίσης πολλά ανώμαλα νεοαντιγόνα. Σε αυτές τις ασθένειες, αυξάνεται ο χρόνος απόκρισης, προσθέτοντας ένα αυτόλογο εμβόλιο στην ανοσοθεραπεία, φτιαγμένο από τον όγκο του ίδιου του ασθενούς» εξηγεί ο Γιοζέπ Ταμπερνέρο, διευθυντής του Ινστιτούτου Ογκολογίας στη Μαδρίτη.
Ο Περάλες υπογραμμίζει επίσης τα «υποσχόμενα αποτελέσματα στον καρκίνο του πνεύμονα» ενός εμβολίου DNA. «Αποδείχθηκε ότι έναν χρόνο μετά την έναρξη της θεραπείας περισσότεροι ασθενείς στην ομάδα του εμβολίου ήταν ακόμη ζωντανοί από εκείνους που είχαν λάβει χημειοθεραπεία».