Περίπου την εποχή που ο Homo sapiens έκανε τα πρώτα του βήματα στη σαβάνα της Αφρικής, ένας ανθρωποειδής γίγαντας με ύψος τριών μέτρων ζούσε σε αποικίες στα δάση της Νότιας Κίνας.

Ήταν ο περίφημος γιγαντοπίθηκος, Gigantopithcus blacki, το μεγαλύτερο πρωτεύον θηλαστικό που γνωρίζουμε, με βάρος γύρω στα 250 κιλά.

Ο πελώριος πίθηκος συνεπαίρνει τη φαντασία των παλαιοντολόγων από την ανακάλυψή των απολιθωμάτων τον περασμένο αιώνα. Το μόνο που γνωρίζαμε ως τώρα είναι ότι ο γίγαντας εξαφανίστηκε πριν φτάσει στην Κίνα ο σύγχρονος άνθρωπος.

«Η ιστορία του G.blacki είναι ένα αίνιγμα στην παλαιοντολογία. Πώς εξαφανίστηκε αυτό το γιγαντόσωμο πλάσμα σε μια περίοδο που άλλα πρωτεύοντα επιζούσαν και άκμαζαν;» διερωτάται ο Γιγκτσί Τσανγκ της Κινεζικής Ακαδημίας Επιστημών.

Έπειτα από μια δεκαετία ερευνών στο εργαστήριο και τα δάση της νότιας Κίνας, ο Τσανγκ και οι συνεργάτες του φαίνεται ότι βρήκαν την οριστική απάντηση στο μυστήριο.

Όπως αναφέρουν στο περιοδικό Nature, ο προϊστορικός Κινγκ Κινγκ έπεσε θύμα της κλιματικής αλλαγής και της υπερβολικά επιλεκτικής δίαιτάς του πριν από περίπου 300.000 χρόνια.

Σύγκριση μεγέθους ανάμεσα στον γιγαντοπίθηκο, τον ουρακοτάγκο, τον γορίλα και τον χιμπατζή (Macquarie University)

Giganto

Ο γιγαντοπίθηκος, γνωστός και με το υποκοριστικό Giganto, έγινε διεθνώς γνωστός το 1935, όταν ο γερμανός παλαιοντολόγος Γκούσταβ φον Κένιγκσβαλντ βρήκε σε ένα φαρμακείο του Χονγκ Κονγκ έναν τεράστιο τραπεζίτη που πωλούταν με την ετικέτα «δόντι δράκου». Σύντομα βρήκε άλλα τέσσερα απολιθωμένα δόντια σε καταστήματα της πόλης και αναγνώρισε ότι προέρχονταν από πίθηκο.

Μεγάλες αποστολές πεδίου που πραγματοποιήθηκαν τη δεκαετία του 1950 αποκάλυψαν περίπου 2.000 δόντια και τέσσερα τμήματα σιαγόνας σε ασβεστολιθικά σπήλαια της Νότιας Κίνας.

Άλλα οστά δεν έχουν ανακαλυφθεί και παραμένει ασαφές πώς έμοιαζε το ζώο.

Για τη νέα μελέτη, κινέζοι, αμερικανοί και αυστραλοί ερευνητές επισκέφθηκαν εκατοντάδες σπηλιές και επέλεξαν 22 από αυτές για να χρονολογήσουν ιζήματα της περιόδου κατά την οποία έζησε ο G.blacki.

Τα ιζήματα χρονολογήθηκαν με έξι διαφορετικές μεθόδους, όπως η τεχνική της φωταύγειας, η οποία εκτιμά πότε ήταν η τελευταία φορά που το υλικό εκτέθηκε στο φως, η ραδιοχρονολόγηση και η ανάλυση κόκκων γύρης.

Τα αποτελέσματα επέτρεψαν στους ερευνητές να σχεδιάσουν το χρονολόγιο της ακμής και της πτώσης του γιγαντοπιθήκου.

Προσαρμογή ή θάνατος

«Πριν από 2,3 εκατομμύρια χρόνια, η περιοχή αυτή ήταν ένα μωσαϊκό πυκνών δασών και λειμώνων, όπου ο Giganto απολάμβανε αφθονία νερού και μια πλούσια δίαιτα καρπών και λουλουδιών όλη τη διάρκεια του χρόνου» λέει η δρ Κίρα Ουέσταουεϊ του Πανεπιστημίου Μακουάρι στον Καναδά, μέλος της ερευνητικής ομάδας.

Ο γίγαντας μοιραζόταν το δάσος με άλλα πρωτεύοντα, συμπεριλαμβανομένου του Pongo weidenreichi, προγόνου του σημερινού ουρακοτάγκου.

Η αρχή του τέλους ήρθε πριν από 600 με 700 χιλιάδες χρόνια, όταν οι εναλλαγές των εποχών έγιναν πιο έντονες, οι βροχοπτώσεις μειώθηκαν και τα πυκνά δάση έδωσαν τη θέση τους σε λιβάδια.

Οι παλαιοντολόγοι ερεύνησαν εκατοντάδες σπηλιές στο ασβεστολιθικό τοπίο της νότιας Κίνας (Yingqi Zhang / IVPP- CAS)

Όταν οι καρποί λιγόστεψαν, ο ουραγκοτάγκος P. weidenreichi μπόρεσε να προσαρμοστεί: το σώμα του μίκρυνε ώστε να εξοικονομεί ενέργεια και το διαιτολόγιό του εμπλουτίστηκε με φύλλα και έντομα.

Όχι όμως και ο Giganto. Περιορισμένος στο έδαφος και επιλεκτικός στη διατροφή του, ο γιγαντοπίθηκος περιοριζόταν σε μια δίαιτα από φλοιούς και κλαδάκια όταν δεν υπήρχαν διαθέσιμοι καρποί.

Ως αποτέλεσμα, τα δόντια των τελευταίων του είδους, τα οποία χρονολογούνται στα 295.000 χρόνια, φέρουν ενδείξεις υποσιτισμού και  χρόνου στρες, λένε οι ερευνητές.

«Τα συμπεράσματα της μελέτης μού φαίνονται πολύ πειστικά» σχολίασε στον δικτυακό τόπο του Science ο Ενρίκο Καπελίνι, παλαιοντολόγος του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης που δεν συμμετείχε στην έρευνα.

«Οι συντάκτες της μελέτης προσφέρουν λεπτομερείς και πειστικές ενδείξεις» πρόσθεσε ο Ζυλιέν Λούιζ του Πανεπιστημίου Γκρίφιθ στον Καναδά, ο οποίος επίσης δεν συμμετείχε στη μελέτη.

«Η ιστορία αυτή προσφέρει ένα μάθημα για την εξαφάνιση» σχολίασε εκ μέρους της ερευνητικής ομάδας η δρ Ουέσταουεϊ.

«Η αδυναμία του να προσαρμοστεί στις μεταβαλλόμενες συνθήκες οδήγησε στην πτώση του μεγαλύτερου πρωτεύοντος θηλαστικού που έζησε ποτέ στη Γη».