Νομίζω πιο σαφές από ό,τι το έκανε ο αυστριακός κεντρικός τραπεζίτης Ρόμπερτ Χόλτσμαν δεν γίνεται. Μιλώντας στο «παγωμένο» Νταβός για το μέλλον των επιτοκίων έριξε… το θερμόμετρο ακόμα χαμηλότερα. Δεν πρέπει, είπε, να θεωρούμε δεδομένη μια μείωση των επιτοκίων το 2024 και τους άφησε όλους «ξερούς». Το έκανε μάλιστα τη στιγμή που στις αγορές τα στοιχήματα προεξοφλούσαν τουλάχιστον τέσσερις μειώσεις από το σημερινό 4%.Το ίδιο είχε υπονοήσει ο «ομοϊδεάτης» (υπέρ της σκληρής γραμμής) του Χόλτσμαν, γερμανός κεντρικός τραπεζίτης Χοακίμ Νάγκελ και ας πλήττεται περισσότερο από όλες τις οικονομίες η δική του η γερμανική, η οποία χθες επισημοποιήθηκε ότι έκλεισε την προηγούμενη χρονιά με ύφεση 0,3%. Κανονική γερμανική παράνοια. Είναι υπέρμαχοι μιας συνταγής που αποδεδειγμένα τους κάνει κακό.
Ολη αυτή η ομάδα των «σκληρών» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ομονοούν ότι αν δεν πέσει ο πληθωρισμός κάτω από το 2% σταθερά για ένα διάστημα, τα επιτόκια δεν πρέπει να ξεκινήσουν την πτωτική τους πορεία. Και πώς πέφτει ο πληθωρισμός; Με μείωση της κατανάλωσης και περιορισμό της αγοραστικής δύναμης των πολιτών. Δηλαδή με ύφεση. Αυτά σε μια φυσιολογική κατάσταση της οικονομίας. Στη σημερινή κατάσταση όπου οι γεωπολιτικές εντάσεις διαδέχονται η μία την άλλη δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αρκεί να μην ψωνίζει ο ευρωπαίος καταναλωτής για να πέσουν οι τιμές. Είναι πιθανό οι τιμές να συνεχίσουν ανοδικά, εξαιτίας των επιθέσεων των… κάθε Χούθι, αλλά να στραγγαλίζεται ταυτόχρονα η οικονομία και από τα σταθερά υψηλά επιτόκια.
Μόνο τυχαίες δεν είναι σε αυτή την κατεύθυνση ούτε οι κινητοποιήσεις των αγροτών σε μεγάλες γερμανικές πόλεις, ούτε τα λουκέτα-ρεκόρ των επιχειρήσεων στη Γερμανία που καταγράφηκαν τον τελευταίο χρόνο. Πολλοί βλέπουν συνέχιση των πτωχεύσεων και το 2024, καθώς πολλές εταιρείες-ζόμπι, που παρέμειναν ζωντανές μετά την πανδημία ως αποτέλεσμα των κρατικών επιδοτήσεων, τώρα που αυτές αποσύρονται, καταρρέουν. Παράλληλα η γερμανική ένωση αντασφαλίσεων προειδοποίησε πρόσφατα για μαζική αύξηση των αθετήσεων πληρωμών, καθώς οι ασφαλιστές πιστώσεων κατέβαλαν περισσότερα από 1,2 δισ. ευρώ το 2023, αυξημένα κατά 44% σε σχέση με το 2022. Την κατάσταση την πληρώνουν περισσότερο οι νεότερες επιχειρήσεις. Σχεδόν 300 γερμανικές startup επιχειρήσεις υπέβαλαν αίτηση αφερεγγυότητας το 2023.
Tο ερώτημα σε όλη την Ευρώπη και προφανώς κομμάτι της συζήτησης στο χθεσινό Eurogroup και το σημερινό Ecofin είναι το πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί όλη αυτή η κατάσταση. Το σίγουρο είναι ότι τα απόνερα θα φτάσουν και σε εμάς. Ηδη τα υψηλά επιτόκια δυσκολεύουν κυρίως τις ελληνικές επιχειρήσεις, αλλά λιγότερο ακόμα τους έλληνες πολίτες. Ο πληθωρισμός τρώει μέρος του νέου πλούτου που δημιουργήθηκε μετά την πανδημία.
Aν ωστόσο είναι «άρρωστη» η μεγαλύτερη οικονομία της γειτονιάς μας, πιστεύει κανείς ότι μπορεί εμείς να μην το πληρώσουμε; Δεν λέω ότι η επόμενη κρίση θα είναι αποτέλεσμα της πτώσης του μεγάλου ευρωπαϊκού οικονομικού γίγαντα. Αλλά μια επίπτωση από τους κραδασμούς θα την έχουμε. Το μήνυμα έχει φτάσει μάλλον και στην Αθήνα. Αν καταλαβαίνω καλά, οι εξοικονομήσεις στον προϋπολογισμό των εξοπλιστικών προγραμμάτων στις οποίες προχώρησε η κυβέρνηση προκάλεσαν την ικανοποίηση των Βρυξελλών. Για την αύξηση του κόστους λειτουργίας (αυξήσεις μισθών, προσλήψεις) του Δημοσίου αντίθετα δεν υπήρξε η ίδια ικανοποίηση…