Από τη μία η λεγόμενη κουλτούρα της αφύπνισης και οι παλιές αξίες που έχουν εγκατασταθεί – και καλά έχουν κάνει – με καινούργιες λέξεις και νέα «τοπία» στην κοινωνία: συμπερίληψη, ενσυναίσθηση, ορατότητα. Και προπάντων, ενδυνάμωση των γυναικών. Αυτά είναι τα ζητούμενα της εποχής μας. Είναι στ’ αλήθεια όμως; Διότι από την άλλη, καμουφλαρισμένο στα social media, ελλοχεύει ένα τέρας. Το τέρας ενός διεστραμμένου ευδαιμονισμού.
Την πιο διαστροφική εκδοχή του τη βλέπουμε στα κλιπάκια των τράπερ. Φωτογραφίες με δεσμίδες χαρτονομισμάτων, «θέλω κότερα, ελικόπτερα» και άλλα που κινούνται από τη γραφικότητα έως τη χυδαιότητα – οι οποίες, πολύ συχνά, συνυπάρχουν. Αυτά είναι έκδηλα, φτιαγμένα άλλωστε για να σοκάρουν και να προκαλούν. Εύκολα να εντοπιστούν, να κριθούν, να κατακριθούν, να περιγραφούν ως παραδείγματα προς αποφυγή και να γίνονται από τους πιτσιρικάδες (πολύ συχνά ασυνείδητα, κατά τη γνώμη μου) παραδείγματα προς μίμηση.
Υπάρχει όμως και μια άλλη εκδοχή αυτού του διεστραμμένου ευδαιμονισμού. Που δεν «βγάζει μάτι» αλλά αποδεικνύεται το ίδιο επικίνδυνη. Αν δει κάποιος αλλοδαπός τα social media νέων κυρίως κοριτσιών αλλά και αγοριών, θα νομίζει ότι στην Ελλάδα ζούμε την εποχή της αστακομακαρονάδας στο φουλ. Ακριβές τσάντες, ακριβά παπούτσια, ακριβά αξεσουάρ, ακριβά ρούχα, μια εμμονή με τις μάρκες, με τα σινιέ που λέγαμε παλιά, κι ας είναι και «μαϊμούδες». Θεωρούσα πως ήταν μια μανία που είχε υποχωρήσει προ πολλού. Πως ακόμη και εκείνη τη χλιδάτη πρώτη δεκαετία του millennium αποτελούσε επίδειξη νεοπλουτισμού, διότι μόνο τη ματαιοδοξία και καθόλου την ευζωία υπηρετεί μια τσάντα των πέντε χιλιάδων ευρώ. Κορόιδο πιάστηκα.
Και ακόμη, φωτογραφίες από διακοπάρες (έτσι λέγονται στη νέα, «κοσμοπολίτικη» αργκό), μπροστά από πισίνες (έστω και ξενοδοχειακές), μέσα ή έξω από πανάκριβα αυτοκίνητα (χωρίς να διευκρινίζεται ποιος είναι ο ιδιοκτήτης), πάνω σε μικρά ιστιοπλοϊκά, αλλά τι σημασία έχει αυτό όταν το «μοντέλο» ποζάρει σαν να βρίσκεται στο κατάστρωμα της «Χριστίνας». Ή μάλλον όχι της «Χριστίνας», μην τα κάνουμε όλα ίσιωμα. Της θαλαμηγού ρώσου μεγιστάνα. Και φαγιά, πολλά φαγιά. Σούσι φωτογραφισμένα από όλες τις πιθανές γωνίες λήψης. Στρείδια, μύδια, όχι, προς Θεού, σαφρίδια. Γαρίδες, καραβίδες, αστακομακαρονάδες και στο βάθος να ξεκουράζονται σαμπάνιες.
Τα κορίτσια (τα αγόρια της κατηγορίας δεν τα έχω μελετήσει καλά, δεν είναι άλλωστε τόσο εύκολα «αναγνώσιμα») που κάνουν αυτά τα stories, μοιάζουν τα περισσότερα, λόγω του ισοπεδωτικού styling. Μαύρα ίσια μακριά μαλλιά, ζωγραφισμένα φρύδια, ζωγραφισμένα χείλη, βλεφαρίδες – τέντες και νύχια μακριά, μυτερά σαν γερακιού ή τετράγωνα σαν σπάτουλες. Και εντελώς απροσδιόριστη ηλικία.
Παγίδες
Παρακολουθώ τις τελευταίες ημέρες τα ρεπορτάζ για το κύκλωμα εκπόρνευσης ανηλίκων που «ξηλώθηκε» στον Κολωνό. Διαβάζω μαρτυρίες των θυμάτων, βλέπω τα «δολώματα». Εκατό, εκατό πενήντα ευρώ για μια «συνεύρεση», πέντε συνευρέσεις σε μία ημέρα. Εξομολογήσεις που λένε καθόλου εμμέσως και εντελώς σαφώς ότι το «τυράκι» ήταν η υπόσχεση της μεγάλης ζωής. Να ζήσουν και τα κορίτσια στον Κολωνό τη χλιδή που βλέπουν στο Ινσταγκραμ – και που δεν αντιλαμβάνονται ότι μπορεί να είναι κι αυτή «μαϊμού» όπως και κάποιες από τις σινιέ τσάντες. Ή μάλλον όχι ακριβώς τη μεγάλη ζωή αλλά την ινσταγκραμική πόζα της. Ναι, φαίνεται ότι κρατάνε στο χέρι με τα μακριά νύχια το τελευταίο μοντέλο του smartphone.
Να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Η σεξεργασία είναι ένα επάγγελμα καθ’ όλα σεβαστό – και απολύτως χρήσιμο – όταν ασκείται με ελεύθερη βούληση. Οταν ουδείς άνθρωπος σε εξαναγκάζει ή σε εκβιάζει να το κάνεις. Και ένα είδος εξαναγκασμού είναι και η πλύση εγκεφάλου, το κοινώς λεγόμενο «μπίρι μπίρι». Ειδικά σε ηλικίες που δεν έχει μεστώσει ακόμη η εφηβεία. Και ειδικά όταν στον εικονικό κόσμο του Διαδικτύου η πόζα της χλιδής κυκλοφορεί ως πρότυπο.
Μήπως λοιπόν, ανάμεσα σε όλα τα άλλα «επείγοντα» της εποχής, να βάλουμε και ένα ακόμη; Να επαναπροσδιορίσουμε την έννοια της χλιδής. Ή, έστω, να μάθουν τα νέα παιδιά να διαχωρίζουν το «είναι» από το «φαίνεσθαι». Δύσκολο, πολύ δύσκολο για την εποχή της εικόνας.