Στο τέλος της περασμένης χρονιάς και στην χαραυγή της νέας, μια ομάδα εμπειρογνωμόνων της Ένωσης για τη Γερμανική Γλώσσα (GfdS) ανακοίνωσε ότι επέλεξε το Krisenmodus, (σε λειτουργία κρίσης) ως τη λέξη του 2023. Η επιλογή αντανακλούσε τη φαινομενικά μόνιμη κατάσταση έκτακτης ανάγκης της Γερμανίας τα τελευταία χρόνια, ξεκινώντας από την πανδημία της Covid-19 και την ενεργειακή κρίση που προέκυψε από τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας και φτάνοντας μέχρι τις πιο πρόσφατες προκλήσεις της, όπως ο πληθωρισμός και η οικονομική ύφεση και ο πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς στη Γάζα. Σε αυτές, το Βερολίνο τώρα μπορεί να προσθέσει την έκρηξη των διαδηλώσεων των αγροτών σε όλη τη χώρα, που ξεκίνησαν πριν από αρκετές εβδομάδες και τώρα έχουν φτάσει στο κέντρο της γερμανικής πρωτεύουσας.
Οι διαμαρτυρίες των αγροτών πυροδοτήθηκαν από μια δικαστική απόφασης στο τέλος του έτους, η οποία επιδείνωσε ακόμη περισσότερο τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κυβερνών συνασπισμός Ampelkoalition, ή συνασπισμός Φανάρι, που αποτελείται από τους Σοσιαλδημοκράτες του καγκελάριου Όλαφ Σολτς, τους Πράσινους και τους Ελεύθερους Δημοκράτες. Συγκεκριμένα, η απόφαση αυτή άφησε την κυβέρνηση συνασπισμού με χρηματοδοτικό κενό 60 δισεκατομμυρίων ευρώ μέχρι το 2027. Ο αγώνας που ακολούθησε για την κάλυψη της τρύπας στον προϋπολογισμό ανάγκασε τη γερμανική κυβέρνηση να επεξεργαστεί έναν εύθραυστο συμβιβασμό, που περιλαμβάνει τόσο περικοπές δαπανών όσο και αυξήσεις εσόδων, γράφει άρθρο του World Politics Review.
Ενώ οι πιθανές πολιτικές επιπτώσεις αυτών των αποφάσεων είναι πολύ νωρίς για να εξακριβωθούν, οι διαμαρτυρίες των αγροτών είναι μόνο ένα από τα πολλά προειδοποιητικά σημάδια που υποδεικνύουν μια αντίδραση από τις οργανωμένες εκλογικές ομάδες. Το 2024 όλα δείχνουν ότι θα είναι μια χρονιά συνεχών πονοκεφάλων και αντιδραστικής διαχείρισης κρίσεων για τον κυβερνητικό συνασπισμό, ο οποίος ήλπιζε αντίθετα να πάρει μια ανάσα για να βρει επιτέλους τα πατήματά του. Η δημοσιονομική κρίση, ωστόσο, θα δοκιμάσει τόσο την ανθεκτικότητα του Ampelkoalition όσο και τις πολιτικές ικανότητες των ηγετών του να βγάλουν τη Γερμανία από το Krisenmodus.
Το «φρένο χρέους»
Τα δημοσιονομικά προβλήματα της Γερμανίας έχουν τις ρίζες τους στις ειδικές δημοσιονομικές ρυθμίσεις που έγιναν για την αντιμετώπιση της πανδημίας Covid-19. Το λεγόμενο «φρένο χρέους» του γερμανικού συντάγματος περιορίζει τα δημοσιονομικά ελλείμματα σε ποσοστό όχι μεγαλύτερο από 0,35% του ΑΕΠ, εκτός αν πρόκειται για έκτακτη ανάγκη. Στην αρχή της πανδημίας, η τότε καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ επικαλέστηκε τη ρήτρα έκτακτης ανάγκης για το φρένο χρέους προκειμένου να υπερβεί το όριο των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, διαθέτοντας 200 δισεκατομμύρια ευρώ σε ένα εκτός προϋπολογισμού Ταμείο Οικονομικής Σταθεροποίησης (ESF) για να αντισταθμίσει τις επιπτώσεις της κρίσης. Όταν η κυβέρνηση συνασπισμού του Σόλτς ανέλαβε τα καθήκοντά της τον Δεκέμβριο του 2021, 60 δισεκατομμύρια ευρώ από το ταμείο παρέμεναν αδιάθετα.
Ο συνασπισμός Ampelkoalition αποφάσισε να οικειοποιηθεί ό,τι είχε απομείνει από το χρέος έκτακτης ανάγκης σε ένα Ταμείο για το Κλίμα και τον Μετασχηματισμό, το οποίο εξακολουθούσε να είναι εκτός του τακτικού προϋπολογισμού. Το ταμείο αυτό παρείχε πόρους και επενδύσεις για τη μετάβαση της Γερμανίας στην πράσινη ενέργεια, συμπεριλαμβανομένων των προσπαθειών για τη μετασκευή των κτιρίων και την απαλλαγή της βιομηχανίας από τον άνθρακα, καθώς και τη στήριξη ηλιακών πάρκων, εργοστασίων για την παραγωγή μικροτσίπ και μπαταριών ηλεκτρικών οχημάτων και δημόσιων υποδομών, όπως οι σιδηρόδρομοι.
Το σχέδιο αυτό, ωστόσο, κατέρρευσε αφού το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας έκρινε στις 15 Νοεμβρίου ότι αυτή η επαναχρησιμοποίηση των κονδυλίων έκτακτης ανάγκης για την πανδημία ήταν αντισυνταγματική. Η αντιπολιτευόμενη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση, ή CDU, αμφισβήτησε από νομικής απόψεως τα αναδιαταγμένα κονδύλια για την πανδημία για να καταφέρει πλήγμα στις βασικές προτεραιότητες της κυβέρνησης συνασπισμού, ενώ παράλληλα υπολόγιζε ότι θα επωφεληθεί από το χάος που θα προκαλούσε η απόφαση. Τα μισά από τα κονδύλια για το κλίμα είχαν ήδη δαπανηθεί, ενώ τα υπόλοιπα είχαν εγκριθεί να διατεθούν μέχρι το 2027, οπότε η κυβέρνηση βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα εκτιμώμενο ετήσιο χρηματοδοτικό κενό μεταξύ 10 και 20 δισεκατομμυρίων ευρώ για τα επόμενα τρία χρόνια, συμπεριλαμβανομένης μιας τρύπας 17 δισεκατομμυρίων ευρώ στον προϋπολογισμό του 2024.
Συνεχείς κυβερνητικές εντάσεις
Η ετυμηγορία του Συνταγματικού Δικαστηρίου προκάλεσε σοκ στη γερμανική πολιτική σκηνή, αναγκάζοντας τα τρία μέλη του κυβερνητικού συνασπισμού να βρουν μια συμβιβαστική λύση για να ξεπεράσουν τον σκόπελο που ενέσκηψε στο δρόμο τους. Μετά από εβδομάδες παρασκηνιακών διαπραγματεύσεων, ο Σολτς, μαζί με τους ηγέτες των δύο μικρότερων εταίρων, παραχώρησαν συνέντευξη Τύπου για να περιγράψουν πού σχεδίαζαν να βρουν επαρκείς εξοικονομήσεις για το 2024.
Αυτό κατέληξε να περιλαμβάνει φόρους στα καύσιμα αεροσκαφών για πτήσεις εσωτερικού και στις πλαστικές συσκευασίες, μείωση των δαπανών σε διάφορα κυβερνητικά τμήματα και οργανισμούς, περικοπές ύψους 12 δισεκατομμυρίων ευρώ στη χρηματοδότηση για το κλίμα και κατάργηση των γεωργικών επιδοτήσεων για το πετρέλαιο ντίζελ. Ως αποτέλεσμα αυτής της συμβιβαστικής συμφωνίας, η κυβέρνηση κατάφερε να τηρήσει το όριο του φρένου χρέους για το 2024, διατηρώντας παράλληλα πολλές από τις βασικές προτεραιότητες δαπανών της για την κλιματική αλλαγή και τη στρατιωτική στήριξη της Ουκρανίας.
Παρόλο που η γερμανική κυβέρνηση κατάφερε να βρει λύση για την επίλυση της άμεσης δημοσιονομικής κρίσης, το παραπάνω ανέδειξε τις διαρκείς εντάσεις στο εσωτερικό του συνασπισμού. Συγκεκριμένα, οι πολύμηνες διαπραγματεύσεις έφεραν στο προσκήνιο τις ατελείωτες εσωτερικές διαμάχες μεταξύ των τριών κομμάτων, με τους Σοσιαλδημοκράτες να πιέζουν για ισχυρές δημόσιες δαπάνες για υπηρεσίες, τους Πράσινους να υποστηρίζουν περισσότερες δημόσιες επενδύσεις για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και τους φιλικούς προς τις επιχειρήσεις Ελεύθερους Δημοκράτες να θέτουν αυστηρές κόκκινες γραμμές σε τυχόν αυξήσεις φόρων και υπερβολικές ρυθμίσεις.
Οι αγρότες στους δρόμους
Ιδιαίτερη ανησυχία στον συνασπισμό προκαλεί το γεγονός ότι ο Σολτς δεν είναι καθόλου δημοφιλής στο γερμανικό κοινό. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της ARD-DeutschlandTrend, μόνο το 20% των Γερμανών είναι ικανοποιημένο από την απόδοσή του στην καγκελαρία του, που είναι το χαμηλότερο ποσοστό από την έναρξη της σχετικής δημοσκόπησης το 1997. Η κρίση του προϋπολογισμού ενίσχυσε την επικρατούσα άποψη ότι το απόμακρο ηγετικό στυλ του αφαιρεί τις απαραίτητες ικανότητες που απαιτούνται για να μεσολαβήσει στη συνεχή διχόνοια μεταξύ των τριών κομμάτων της κυβέρνησης συνασπισμού.
Κι ενώ ο υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ των Πρασίνων προειδοποίησε ότι η απώλεια των 60 δισεκατομμυρίων ευρώ για τη χρηματοδότηση του κλίματος θα μειώσει την ανάπτυξη κατά περίπου 0,5% για τα επόμενα τρία χρόνια, σε μια εποχή που η οικονομία της χώρας παλεύει να βγει από την ύφεση, ένα αυξανόμενο ποσοστό Γερμανών οργανώνεται για να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για το σχέδιο δαπανών της κυβέρνησης. Και κανένας τομέας της γερμανικής κοινωνίας δεν έχει ταχθεί τόσο έντονα κατά της συμφωνίας όσο οι αγρότες, οι οποίοι έχουν κινητοποιηθεί σε όλη τη χώρα για να διαμαρτυρηθούν για τις προτεινόμενες περικοπές στις αγροτικές επιδοτήσεις για το πετρέλαιο ντίζελ.
Επί του παρόντος, λόγω αυτών των φορολογικών ελαφρύνσεων για τα γεωργικά οχήματα, οι αγρότες πληρώνουν περίπου τη μισή τιμή της βενζίνης σε σχέση με τους κανονικούς οδηγούς. Οι πολιτικοί και οι υποστηρικτές του περιβάλλοντος υποστηρίζουν ότι οι επιδοτήσεις αυτές στρεβλώνουν την αγορά και αυξάνουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Όμως οι αγρότες υποστηρίζουν ότι οι επιδοτήσεις ντίζελ αποτελούν σανίδα σωτηρίας και ότι η κατάργησή τους θα μπορούσε να αποτελέσει καρφί στο φέρετρο για πολλούς μεταξύ τους που αγωνίζονται να τα βγάλουν πέρα. Λίγο μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας για τον προϋπολογισμό, πραγματοποίησαν διαμαρτυρίες σε όλη τη χώρα ως επίδειξη δύναμης για να επιδείξουν το πολιτικό τους βάρος.
Το περιβόητο Krisenmodus
Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση, η κυβέρνηση υπαναχώρησε από το αρχικό της σχέδιο και ανακοίνωσε ότι θα καταργήσει σταδιακά τις φορολογικές ελαφρύνσεις έως το 2026. Αυτό ωστόσο δεν ήταν αρκετό για να κατευνάσει τα παράπονα των αγροτών, οι οποίοι απαιτούν να συνεχιστούν οι επιδοτήσεις επ’ αόριστον. Την περασμένη εβδομάδα, οι αγρότες ξεκίνησαν πενθήμερη διαμαρτυρία σε όλη τη Γερμανία, κατά την οποία χιλιάδες τρακτέρ έκοψαν την πρόσβαση σε κύριες οδικές αρτηρίες κυκλοφορίας σε αστικές περιοχές. Οι διαμαρτυρίες αυτές φτάνουν τώρα στο ζενίθ τους μέσα στο Βερολίνο.
Όλα δείχνουν ότι ο γερμανικός συνασπισμός δεν θα βγει σύντομα από το περιβόητο Krisenmodus. Και καθώς η Γερμανία διαθέτει επί του παρόντος 29 ειδικά ταμεία που θα μπορούσαν να επηρεαστούν από την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, οι μάχες για τον προϋπολογισμό θα συνεχιστούν για μια κυβέρνηση συνασπισμού που αγωνίζεται να συμβιβάσει τα πολλά αντικρουόμενα συμφέροντά της. Μέσα σε όλα πολλοί αναλυτές φοβούνται επίσης ότι το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), του οποίου η δυναμική στις δημοσκοπήσεις αυξάνεται συνεχώς, θα κεφαλαιοποιήσει περαιτέρω την αυξανόμενη δυσφορία του κοινού.
Οι ελπίδες της Γερμανίας για επιστροφή στη σταθερότητα το 2024 έχουν ήδη διαψευστεί, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, και οι απροσδόκητες εξελίξεις που θα ακολουθήσουν έχουν ήδη θέσει ευρέως το ερώτημα αν η κυβέρνηση συνασπισμού θα καταφέρει να επιβιώσει έναντι όλων αυτών των προβλημάτων.