Πολεμικό σκηνικό θύμιζαν οι εικόνες που εκτυλίχθηκαν στη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, όπως περιέγραψε στην απολογία του ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου της Αθήνας ο τότε διοικητής του Πυροσβεστικού Σταθμού της Νέας Μάκρης, Δαμιανός Παπαδόπουλος.
Ο κατηγορούμενος αναφέρθηκε στην τραγική, όπως αποδείχθηκε, έλλειψη πυροσβεστικών οχημάτων και στις προσπάθειες που έκανε για να απεγκλωβίσει κατοίκους, που προσπαθούσαν να φτάσουν στα ασθενοφόρα με εμφανή τα σημάδια της φωτιάς στο σώμα τους.
«Δεν είναι δυνατόν να χάθηκαν τόσοι άνθρωποι γιατί δεν είχαμε αυτοκίνητα. Οι άνθρωποι είναι πολύτιμοι, δεν είναι εμπόρευμα», είπε ο κατηγορούμενος με εμφανή συναισθηματική φόρτιση.
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε σε όσες προσπάθειες έκανε, με τα ανύπαρκτα μέσα που είχε, για να σώσει ανθρώπους και ότι συνάντησε και εγκλωβισμένους και καμένους.
«Οι άνθρωποι, όπου έβλεπαν καρότσα ανέβαιναν.Ψάχναμε στους θάμνους στις εννέα το βράδυ. Και κάποια στιγμή συνάντησα έναν κάτοικο της περιοχής, ο οποίος λέει ‘ρε πυροσβέστη ένα ασθενοφόρο’. Πού μένετε τον ρώτησα; Μου είπε, ‘δεν θα πάμε στο σπίτι μου γιατί η γυναίκα μου είναι καμένη. Να με πας σε ασθενοφόρο’. Έφτασα στο ασθενοφόρο. Και είδα έναν σάκο… Με έναν νεκρό. Ο οδηγός μού είπε ότι το πρωτόκολλο δεν επιτρέπει μεταφορά νεκρού με ζωντανό. Του λέω, ποιο πρωτόκολλο, εδώ γίνεται Ιράν – Ιράκ. Και του λέω, θα μπείτε μέσα, υπάρχει ένας νεκρός. Και μου είπε, ‘εγώ θα μπω, στο νοσοκομείο θέλω να πάω’», είπε απολογούμενος ο κατηγορούμενος, μεταφέροντας μία από τις σκηνές που έζησε εκείνο το βράδυ.
«Δεν φοβήθηκα όταν ήμουν καπετάνιος, πριν μπω στην Πυροσβεστική, στον Περσικό στον πόλεμο Ιράν – Ιράκ. Στο Μάτι όμως φοβήθηκα, γιατί ήμασταν εμείς και εμείς. Ζητούσαμε συνεχώς πυροσβεστικά και τα είχαν στείλει όλα στο Νταού», είπε κλαίγοντας στην απολογία του ο κατηγορούμενος, νωρίτερα.
Απευθυνόμενος προς το δικαστήριο, συμπλήρωσε: «Με συγχωρείτε. Είμαι σε σύγχυση. Είναι πρώτη φορά που είμαι σε δικαστήριο κατηγορούμενος. Αυτό που συνέβη στο Μάτι» – συνέχισε κλαίγοντας – «είναι φοβερό, τόσοι άνθρωποι… Είναι πολύτιμοι οι άνθρωποι, δεν είναι εμπορεύματα. Χάθηκαν τόσοι άνθρωποι εκεί. Είναι φοβερό. Συγχωρέστε με».
Εφιαλτικό σενάριο η οργανωμένη απομάκρυνση
«Αν πρέπει να ζητήσω οργανωμένη απομάκρυνση και εκτιμώ πως η προσπάθεια να βγάλουμε τον κόσμο θα ήταν εφιαλτική, δεν θα το κάνω. Με συγχωρείτε, αλλά δεν θα το κάνω. Ακούσαμε εδώ για τα λίγα λεπτά που απείχε η θάλασσα και άλλα περίεργα, εκ του ασφαλούς. Στην συγκεκριμένη πυρκαγιά, η θάλασσα δεν ήταν ασφαλής χώρος. Εννέα άτομα πνίγηκαν. Μία ήταν η οδός διαφυγής: Η λεωφόρος Μαραθώνος και αυτή θα έπρεπε να μείνει ασφαλής. Από τις έξι το απόγευμα δεν ήταν ασφαλής. Δύο αυτοκίνητα μπήκαν και κάηκαν και τα δύο».
Αυτή ήταν η απάντηση που έδωσε ο τότε επικεφαλής της Διοίκησης Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Αθηνών, Νικόλαος Παναγιωτόπουλος, ο όποιος τόνισε πως «ό,τι και να γινόταν θα είμαστε κατηγορούμενοι».
Ο απόστρατος αξιωματικός ήταν κάθετος στη θέση του ότι δεν «ήταν ενδεδειγμένη η οργανωμένη απομάκρυνση» στη συγκεκριμένη φωτιά, που όπως είπε «εξελίχθηκε μέσα σε 120 λεπτά κινούμενη ανατολικά, κόντρα σε κάθε προηγούμενη στην περιοχή που συνήθως είχε κίνηση δυτικά».
Όπως ανέφερε, «δεν ήταν ξεκάθαρη η ασφαλής οδός διαφυγής, ούτε το σημείο συγκέντρωσης». Ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε ότι γύρω στις έξι το απόγευμα προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον υπαρχηγό της Πυροσβεστικής, Βασίλη Ματθαιόπουλο, για να του πει ότι είχαν πληροφορία για δύο νεκρούς. Όμως, επειδή δεν τον βρήκε, ενημέρωσε άλλον αξιωματικό, ο οποίος πλέον έχει αποβιώσει.
Στην ένδεια των επίγειων δυνάμεων αναφέρθηκε με τη σειρά του και ο τότε διοικητής της Πυροσβεστικής, Νικόλας Χιώνης:
«Υπήρχε έλλειψη επίγειων και εναέριων δυνάμεων, που είχαν διατεθεί από νωρίς στη φωτιά της Κινέτας. Δυστυχώς, η Πολιτεία, λόγω της οικονομικής κρίσης, δεν διέθετε άλλα οχήματα για την εξυπηρέτησή μας. Με δική μας ευθύνη και σύμφωνη γνώμη των πληρωμάτων καθιστούσαμε επιχειρησιακά οχήματα, που θα έπρεπε να ήταν ακινητοποιημένα. Οι βλάβες ήταν συνεχείς. Μόνο αν ακούγατε τις συνομιλίες μας, θα καταλαβαίνατε για τι πράγμα μιλάμε. Όχι μόνο δεν αξιοποιήσαμε τις δυνάμεις, όπως είναι η κατηγορία, αλλά αντίθετα μιλάμε για ένδεια δυνάμεων».
Ανέφερε και αυτός ότι δεν θα ήταν εφικτή η οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση. «Εάν υλοποιηθεί ατάκτως, υπάρχει κίνδυνος για τον κόσμο που θα βγει στο δρόμο», υποστήριξε. Και πρόσθεσε πως οι κάτοικοι θα έπρεπε να έχουν διαβάσει τις οδηγίες που είναι αναρτημένες στη Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας.
«Η φωτιά ήταν σαν ένα τσουνάμι», πρόσθεσε ο κατηγορούμενος. «Εκφράζω τη βαθιά μου θλίψη στους συγγενείς των θυμάτων, αλλά η κατάσταση ήταν μη διαχειρίσιμη, μας ξεπερνούσε. Εμείς κάναμε ό,τι μπορούσαμε. Λυπάμαι που δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι ακόμα παραπάνω», είπε ο κατηγορούμενος Ν. Χιώνης, κλείνοντας την απολογία του και επαναλαμβάνοντας ότι η φωτιά τούς ξεπερνούσε και δεν μπορούσαν να σχεδιάσουν τίποτα. «Τι να κάνω με δύο αυτοκίνητα στο Βουτζά;», διερωτήθηκε για να δείξει ότι δεν μπορούσαν να αντιδράσουν διαφορετικά και ότι ο χρόνος ήταν αμείλικτος.
Η δίκη συνεχίζεται την Δευτέρα με απολογίες κατηγορουμένων.