Αντιμέτωπος με την παραίτηση δύο αντιπροέδρων του κυβερνώντος Συντηρητικού Κόμματος – του Λι Αντερσον και του Μπρένταν Κλαρκ-Σμιθ –, καθώς και με μια νέα ανταρσία βουλευτών του, βρέθηκε χθες και προχθές ο Ρίσι Σούνακ, εξαιτίας της διαφωνίας που διατύπωσαν αναφορικά με το νομοσχέδιο το οποίο ρυθμίζει τη μεταφορά προσφύγων και μεταναστών στη Ρουάντα, έπειτα από τη σχετική συμφωνία που έχει υπογραφεί με την κυβέρνησή της.
Οι «αντάρτες» ανήκουν στη σκληρή δεξιά πτέρυγα των Τόρις, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι σε αυτούς περιλαμβάνονται η πρώην πρωθυπουργός, Λιζ Τρας, η μέχρι πρόσφατα υπουργός Εσωτερικών, Σουέλα Μπρέιβερμαν, καθώς και άλλα γνωστά και σημαίνοντα στελέχη – ενώ στο πλευρό τους τάχθηκε και ο επίσης πρώην πρωθυπουργός, Μπόρις Τζόνσον.
Χωρίς στήριξη
Η αλήθεια είναι, βεβαίως, ότι οι «αντάρτες» εκτιμούσαν εξαρχής πως λίγοι βουλευτές θα επέλεγαν τελικώς να καταψηφίσουν το σύνολο του νομοσχεδίου, όπως επίσης και ότι οι τροπολογίες τους θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να περάσουν, ειδικά καθώς δεν είχαν τη στήριξη ούτε των Εργατικών ούτε άλλων κομμάτων – όπως, άλλωστε, διαπίστωσαν και στην προκαταρκτική ψηφοφορία της Τρίτης.
Αυτό αποδείχθηκε και από το τελικό αποτέλεσμα, καθώς εγκρίθηκε με 320 «υπέρ» έναντι 276 «κατά». Παρ’ όλα αυτά, μέσα από τη συγκεκριμένη διαδικασία και καθώς πέτυχαν να «υπενθυμίσουν» την ισχυρή παρουσία τους, οι ρωγμές στις τάξεις των Συντηρητικών έγιναν ακόμα πιο εμφανείς. Κι αυτό είναι κάτι που προφανώς έχει τη δική του ιδιαίτερη σημασία, μια και το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ήδη εισέλθει σε εκλογική χρονιά και οι δημοσκοπήσεις δίνουν στην αξιωματική αντιπολίτευση ευρύ (διψήφιο) προβάδισμα και προβλέπουν άνετη επικράτησή της.
Ο Κιρ Στάρμερ
Σε αυτό το φόντο, ο ηγέτης των Εργατικών, Κιρ Στάρμερ, δεν έχασε την πρώτης τάξης ευκαιρία που του παρουσιάστηκε για να εξαπολύσει νέα επίθεση στην κυβέρνηση και προσωπικά στον Σούνακ. Επιχείρησε, μάλιστα, να «διεμβολίσει» τις γραμμές των Τόρις, ισχυριζόμενος πως τα περίπου 120 εκατ. στερλίνες από τα χρήματα των φορολογουμένων που έχει διαθέσει μέχρι στιγμής το Λονδίνο στη Ρουάντα, ως πρώτη δόση με βάση τη συμφωνία, δεν έχουν φέρει κανένα αποτέλεσμα. Οσο για την αντιπρόταση που παρουσίασε, συνίσταται σε μια πολιτική που έχει ως πυλώνες την καλύτερη φύλαξη των συνόρων και μια πιο αποτελεσματική και ταχεία διαδικασία σε επίπεδο απελάσεων και επαναπροωθήσεων.
Υπενθυμίζεται πως το επίμαχο νομοσχέδιο είχε εγκριθεί αρχικά από το κοινοβούλιο, αλλά είχε αναπεμφθεί από το ανώτατο δικαστήριο της χώρας. Το αποτέλεσμα ήταν η κυβέρνηση Σούνακ να αναγκαστεί να το αναθεωρήσει σε ορισμένες πλευρές του (αν και όχι στην ουσία του) – προκαλώντας, έτσι, την αντίδραση τόσο της ακραίας Δεξιάς όσο και της φιλελεύθερης πτέρυγας των Συντηρητικών.