Για 16η ημέρα η οικογένεια του Μπάμπη Κούτσικου «χτενίζει» το Μεσολόγγι ψάχνοντας ένα στοιχείο για την εξαφάνισή του.
Συγγενείς και φίλοι του 31χρονου, με τη βοήθεια εθελοντικών ομάδων, τον αναζητούν σπιθαμή προς σπιθαμή.
Τα ίχνη του νεαρού χάθηκαν το βράδυ της Πέμπτης 4 Ιανουαρίου και οι ελπίδες για να βρεθεί ζωντανός λιγοστεύουν όσο περνούν οι μέρες.
Μέχρι στιγμής δεν έχει εντοπιστεί ούτε το πτώμα του άτυχου νεαρού, ενώ ο βασικός ύποπτος για την δολοφονία του, ο 50χρονος κρεοπώλης, δεν παραδέχεται τίποτα στις αρχές.
«Να μιλήσουν θέλω»
Η μητέρα του Μπάμπη μιλά στο «Φως στο Τούνελ» και η αγωνία στα μάτια της, κόβει την ανάσα.
«Λογικά ξέρουν. Κάποιος έχει δει κάτι. Να μιλήσουν θέλω. Πηγαίνω στα χωράφια να ψάξω και νομίζω θα μου μιλήσει το παιδάκι μου. Θα μου πει “μαμά εδώ είμαι”. Δεν μπορεί να χάθηκε. Το παιδί δεν είναι βελόνι. Και αυτός ο ίδιος να μιλήσει. Δεν γλιτώνει έτσι και αλλιώς. Είμαι 100% σίγουρη ότι το έχει κάνει. Εμένα μου μιλούσε πολύ ειρωνικά εκείνη την ημέρα. Ήταν φίλος του. Σηκώθηκε, πήγε στο χωριό, τεσσεράμισι ώρες μακριά και να μην πάρει ένα τηλέφωνο; Να μου πει, Γεωργία βρήκες τίποτα από τον Μπάμπη; Σαν φίλος. Αυτός τον πήγε εκεί. Ήταν πολύ στεγνός. Μου το έφαγε πισώπλατα το παιδί», λέει.
Ο 50χρονος κρεοπώλης είχε δανειστεί από τον Μπάμπη 17.000 ευρώ, και ο τελευταίος του τα ζητούσε πίσω επίμονα.
Η ίδια διευκρινίζει πως αποκλείεται ο Μπάμπης να φορούσε ρούχα για κυνήγι, αφού το παντελόνι το έχει σπίτι. Λέει ότι πρέπει να φορούσε μαύρο δερμάτινο μπουφάν και αθλητικά παπούτσια.
«Όπου και να πήγαινε μου έλεγε ότι θα πάει για καφέ, ότι θα πάει για κυνήγι, για να μην ανησυχώ. Εκείνη την ημέρα, δε μου είπε τίποτα. Ο κολλητός του φίλος μου είπε πού θα πήγαινε», αναφέρει.
«Το γνώριζα ότι του χρωστούσε λεφτά»
Ο συνήγορος και η οικογένεια του αγνούμενου μιλούν για ένα προμελετημένο έγκλημα που δεν έχει μόνο έναν δράστη και τονίζουν ότι το κίνητρο είναι οικονομικό. Ο 50χρονος κρεοπώλης είχε δανειστεί από τον Μπάμπη 17.000 ευρώ, και ο τελευταίος του τα ζητούσε πίσω επίμονα.
«Από αυτόν έχει γίνει. Γιατί χρωστούσε τα χρήματα. Τον πήγαινε αύριο και αύριο. Το γνώριζα ότι του χρωστούσε λεφτά από το καλοκαίρι. Του είχε δανείσει κοντά έναν χρόνο. Όλα μαζί, μαζεμένα 17.000 ευρώ. Τα 7.000 ευρώ είναι μέσω e-banking, περασμένα φαίνονται, τα άλλα είναι στο χέρι λογικά», υπογραμμίζει.
Δάνειζε τα χρήματα σε τρίτους;
Το «Φως στο Τούνελ», στην προσπάθειά του να φωτίσει το θρίλερ του Μπάμπη Κούτσικου, μίλησε με πρόσωπο – κλειδί.
Πρόκειται για τον άνθρωπο, που άνοιξε άμεσα τον δρόμο για την αναζήτησή του, ο μόνος που γνώριζε με ποιον είχε ραντεβού εκείνη τη νύχτα, αφού ο Μπάμπης του εκμυστηρευόταν όλα όσα συνέβαιναν. Είναι ο παιδικός του φίλος που βρισκόταν στο Μεσολόγγι για τις διακοπές των εορτών.
«Το τελευταίο διάστημα ήταν σκεπτικός, τον “έτρωγε” αυτό με τα χρήματα που είχε δανείσει. Αυτός ο κρεοπώλης, του είχε πει ότι θα πάρει τα χρήματα. Του είχε δώσει 10.000 πέρυσι την Πρωτοχρονιά. Το δεύτερο ποσό που του είχε δώσει, επειδή τον έκραξα εγώ τότε, άργησε να μου το πει», λέει χαρακτηριστικά.
Στη συνέχεια, μιλάει για τον κρεοπώλη ο οποίος, όπως αναφέρει, δεν ήταν και ο πιο ήρεμος άνθρωπος.
«Όταν ήμασταν έξω για καφέ, μπορεί να έλεγε ο Μπάμπης φεύγω, πάω από τον Μ… στο κρεοπωλείο. Δεν πολυμιλούσαν στο τηλέφωνο. Γενικά ήταν γνωστοί. Ήταν φίλος ενός άλλου φίλου του Μπάμπη. Εγώ αυτόν τον είχα δει πέντε φορές στη ζωή μου. Την τελευταία φορά είχε πει κάτι ακραίο αυτός ο κύριος, ο θεός να τον κάνει κύριο, και γι’ αυτό δεν ήθελα να βγαίνω μαζί του. Καμάρωνε που κάποιος που δεν ήθελε το σκυλάκι του, πήγαινε αυτός και… καταλαβαίνετε… Έβαζε τέλος στη ζωή του ζώου, το σκότωνε δηλαδή. Εγώ αυτά δεν τα δέχομαι και αντέδρασα αλλά με ηρέμησε ο Μπάμπης».
«Τις τελευταίες μέρες τα πρωινά, του έλεγε θα πάμε στο Αγρίνιο να πάρουμε τα χρήματα. Του είχα πει και εγώ και η μητέρα του που γνώριζε για τη συναλλαγή, ότι δεν έχεις εσύ καμία δουλειά να πας στο Αγρίνιο για να πάρεις χρήματα. Γιατί ο Μ… έλεγε στον Μπάμπη ότι τα χρήματα τα είχε πάρει και τα είχε δώσει σε κάποιον άλλον από το Αγρίνιο», συμπληρώνει.
Το μεσημέρι της μέρας που εξαφανίστηκε, όπως αναφέρει, είχαν βρεθεί και ήταν ήρεμος.
«Το απόγευμα της Πέμπτης που ήμουν με τη μητέρα μου και τον ξάδερφό του, τον κάλεσα στο τηλέφωνο και του είπα αφού θα έφευγε για Ιταλία να βρεθούμε. Μου είπε ότι θα πήγαινε για κυνήγι με το συγκεκριμένο άτομο. Τον ρώτησα δύο φορές κιόλας αν είναι σίγουρος. Και του λέω εντάξει φίλε, αν πας να προσέχεις και τα σχετικά. Από εκείνη την στιγμή και έπειτα δεν κατάφερα να τον βρω ξανά, όσο κι αν προσπάθησα», καταλήγει.