Περί τα 770 ευρώ ετησίως χάνουν κατά μέσο όρο οι Ελληνίδες και οι Έλληνες από την έλλειψη κεφαλαιοποιητικού συστήματος συνταξιοδότησης όπως επισημαίνεται στο policy brief για το συνταξιοδοτικό που δημοσιεύει το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦΙΜ) σε συνεργασία με το ευρωπαϊκό δίκτυο EPICENTER.
Συγκεκριμένα, η μελέτη που υπογράφει ο συντονιστής ερευνητικών προγραμμάτων του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών, Κωνσταντίνος Σαραβάκος επισημαίνεται ότι η καθυστέρηση θεμελιακής μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος προς ένα ισχυρό και αναπτυξιακό κεφαλαιοποιητικό σύστημα προσανατολισμένο στις επενδύσεις είχε σημαντική επίπτωση στο εισόδημα των πολιτών, αν συγκρίνουμε τα αποτελέσματα του ελληνικού προτύπου (και άλλων παρόμοιων ευρωπαϊκών συστημάτων) με αυτά των αναπτυγμένων οικονομιών του ΟΟΣΑ.
Εάν ο κεφαλαιοποιητικός πυλώνας στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας ήταν εξίσου αναπτυγμένος όπως στις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ, η ετήσια απόδοσή του, σύμφωνα με συντηρητικές εκτιμήσεις, θα αντιστοιχούσε σε περίπου 3% του ΑΕΠ. Αυτή η απώλεια μεταφράζεται σε απώλεια κατά κεφαλήν εισοδήματος 770 ευρώ ετησίως, εξαιτίας της αναιμικής ανάπτυξης του κεφαλαιοποιητικού πυλώνα την τελευταία δεκαετία
Eάν ο κεφαλαιοποιητικός πυλώνας στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας ήταν εξίσου ανεπτυγμένος όπως στις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ, η ετήσια απόδοσή του θα αντιστοιχούσε, σύμφωνα με συντηρητικές εκτιμήσεις, σε περίπου 3-4% του ΑΕΠ.
Η Ελλάδα ήταν και παραμένει σταθερά ουραγός ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ ως προς τα κεφάλαια που διοχετεύονται σε κεφαλαιοποιητικά ταμεία συνταξιοδότησης την τελευταία δεκαετία, με μέσο όρο 0,7% έναντι 29% του ΑΕΠ.
Αξίζει να σημειωθεί πως ανάμεσα στις 4 χώρες στην ΕΕ με τα περισσότερα διαθέσιμα κεφάλαια σε κεφαλαιοποιητικά ταμεία συνταξιοδότησης βρίσκονται 3 σκανδιναβικές χώρες, η Δανία, η Σουηδία και η Φινλανδία.
Παρά τις πολλαπλές αλλαγές του συνταξιοδοτικού συστήματος μέσω νομοθέτησης, η Ελλάδα διατηρεί τη μεγαλύτερη δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ για συντάξεις ανάμεσα στις 27 χώρες της ΕΕ.
Οι πολίτες άνω των 65 ετών στην Ελλάδα έχουν μέσο καθαρό εισόδημα που αντιστοιχεί στο 95% του μέσου καθαρού εισοδήματος του συνόλου του πληθυσμού. Ο αντίστοιχος μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι στο 89%.
Ταυτόχρονα, η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος έχει να αντιμετωπίσει μία ακόμη μεγάλη πρόκληση, αυτή των δυσοίωνων δημογραφικών προβλέψεων.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ελλάδα, το προσδόκιμο ζωής για τα άτομα 65 ετών προβλέπεται να αυξάνεται σταθερά τουλάχιστον μέχρι το 2070, το ποσοστό των συνταξιούχων επί του γενικού πληθυσμού προβλέπεται να αυξάνεται μέχρι το 2050, ο δείκτης γονιμότητας προβλέπεται να αυξηθεί μόνο οριακά και η καθαρή μετανάστευση προβλέπεται ομοίως να μην μεταβληθεί σημαντικά.
Οι προτάσεις
Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, στη μελέτη διατυπώνονται συγκεκριμένες μεταρρυθμιστικές προτάσεις πολιτικής που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων:
- Τη μεταφορά των εισφορών επικουρικής σύνταξης σε ατομικούς επενδυτικούς λογαριασμούς του κεφαλαιοποιητικού πυλώνα.
- Την κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου στην επικουρική ασφάλιση και την απελευθέρωσή του μέσω μίας ανταγωνιστικής αγοράς που θα οδηγεί σε μεγαλύτερη απόδοση και θα τροφοδοτεί την πραγματική οικονομία με επενδύσεις.
- Τη χαλάρωση των περιορισμών στη νόμιμη μετανάστευση, η οποία μπορεί άμεσα να απαλύνει πτυχές του οικονομικού προβλήματος, και την αύξηση των διεθνών συμφωνιών για κάλυψη θέσεων εργασίας από πολίτες τρίτων χωρών.
- Την έμφαση σε πολιτικές που ενισχύουν την ανάπτυξη και τις πραγματικές αμοιβές μέσω της ενίσχυσης της οικονομικής ελευθερίας, καθώς η απόδοση και η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος συνδέεται άμεσα και αναπόδραστα με τις επιδόσεις της οικονομίας.
To policy brief συντάχθηκε στο πλαίσιο της συνεργασίας του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών με το ευρωπαϊκό δίκτυο EPICENTER για τη διατύπωση προτάσεων πολιτικής σε τέσσερα κρίσιμα πεδία – την ψηφιακή εκπαίδευση, την ενέργεια, τα ναρκωτικά και το συνταξιοδοτικό – με την πεποίθηση ότι αν ακούσουμε τι λένε τα δεδομένα, τότε η ανάγκη για πολιτικές που σέβονται περισσότερο τις ατομικές ελευθερίες, προάγουν την οικονομική ανάπτυξη και θεμελιώνονται σε εμπειρική έρευνα γίνεται ξεκάθαρη για να επιλύσουμε υπαρκτά και πιεστικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας και η Ευρώπη σήμερα.
Πηγή: ot.gr