Το μυστήριο σχετικά με τη δολοφονία της Γαλλίδας κινηματογραφικής παραγωγού, Σοφί Τοσκάν ντι Πλαντιέ στο εξοχικό της σπίτι στο Κορκ της Ιρλανδίας, παραμένει και σήμερα, 30 χρόνια σχεδόν μετά το στυγερό έγκλημα που συγκλονίζει ακόμα τη μικρή πόλη Σκαλ.
H 39χρονη Σοφί Τοσκάν ντι Πλαντιέ είχε βρεθεί ξυλοκοπημένη μέχρι θανάτου έξω από το εξοχικό της κοντά στο Σκαλ, τον Δεκέμβριο του 1996, δύο ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα, ωστόσο κάθε φορά που υπάρχει μία νέα είδηση ή το όνομα της κινηματογραφίστριας και παραγωγού γίνεται πρωτοσέλιδο, αποτελεί μία «μαχαιριά» στην καρδιά για τον αδελφό της που πάντα γυρνάει το μυαλό του σε εκείνον τον Δεκέμβριο του ’96, όταν και κλήθηκε από την ιρλανδική αστυνομία να αναγνωρίσει το πτώμα της.
Είναι μια εικόνα που έχει και θα μείνει χαραγμένη για πάντα στη μνήμη του Μπερτράν Μπουνιόλ που θυμάται με ανατριχίλα όσα αποτυπώθηκαν στο μυαλό του, όταν είδε πως το κεφάλι και το πρόσωπο της αδελφής του είχαν συνθλιβεί από ένα κομμάτι τσιμέντου βάρους 20 κιλών.
«Έσκυψα πάνω από το φέρετρο και για ένα ή δύο δευτερόλεπτα σκέφτηκα, όχι, αυτή δεν είναι η Σοφί. Το πρόσωπό της είχε αναδημιουργηθεί και έμοιαζε σαν να ήταν φτιαγμένο από κερί. Μετά είδα τα ξανθά μαλλιά της και τα χέρια της και σκέφτηκα ότι ίσως είναι αυτή. Ήταν μια εμπειρία που δεν θα ευχόμουν σε κανέναν. Είναι πάντα στο μυαλό μου», είπε χαρακτηριστικά.
Τις τελευταίες σχεδόν τρεις δεκαετίες, η οικογένεια της Σοφί Τοσκάν ντι Πλαντιέ προσπαθεί να ανακαλύψει την αλήθεια πίσω από τη δολοφονία της και να δει τον δράστη να οδηγείται ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Ωστόσο, πλέον υπάρχει μόνο απογοήτευση καθώς μετά τον θάνατο του 66χρονου Ίαν Μπέιλι, του βασικού υπόπτου για τη δολοφονία, η οικογένεια πιστεύει πως δεν θα υπάρξει φως στο αποτρόπαιο έγκλημα.
«Δεν θα μάθουμε ποτέ τις λεπτομέρειες για το τι συνέβη στην αδελφή μου»
Η Σοφί Τοσκάν ντι Πλαντιέ ζούσε στο Παρίσι με τον σύζυγό της Ντανιέλ, τον τότε πρόεδρο του γαλλικού οργανισμού προώθησης ταινιών Unifrance, και τον γιο της Πιερ Λουί, είχε επισκεφθεί την Ιρλανδία ως έφηβη και αγόρασε το σπίτι όπου δολοφονήθηκε το 1993 ως καταφύγιο και εξοχική κατοικία.
Στις 20 Δεκεμβρίου 1996 έφτασε στην Ιρλανδία με σκοπό να επιστρέψει στο Παρίσι για τα Χριστούγεννα, αλλά τρεις ημέρες αργότερα, το πτώμα της ανακαλύφθηκε από έναν γείτονα σε ένα δρομάκι κοντά στο σπίτι. Φορούσε νυχτικό και μπότες και είχε ξυλοκοπηθεί άγρια.
«Τώρα δεν θα μάθουμε ποτέ τις λεπτομέρειες για το τι συνέβη στην αδελφή μου. Αυτό είναι απογοητευτικό και αποτελεί μεγάλη λύπη γιατί για εμάς η υπόθεση δεν θα κλείσει ποτέ», είπε χαρακτηριστικά ο 64χρονος σήμερα Μπουνιόλ σύμφωνα με τον Guardian.
Η πρώτη φορά που η οικογένεια έμαθε τα θλιβερά μαντάτα ήταν όταν ο Μπουνιόλ τηλεφώνησε σε μία γειτόνισσα που φρόντιζε το σπίτι όταν έλειπε η Σοφί στις 23 Δεκεμβρίου 1996.
«Έκλαιγε και δεν καταλάβαινα τίποτα από όσα έλεγε. Απλά της είπα: ‘Πες μου, είναι η Σοφί ή όχι;’ Μου απάντησε, ναι, ήταν η Σοφί. Ήταν ένα τέτοιο σοκ, σαν να είχε πέσει ο ουρανός πάνω μας. Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί σε μια τόσο ήσυχη περιοχή της Ιρλανδίας. Ποτέ δεν φάνηκε ως επικίνδυνο μέρος».
«Η τοπική αστυνομία δεν είχε ποτέ αντιμετωπίσει κάτι παρόμοιο, γεγονός που ίσως εξηγεί την ανικανότητά της. Ο παθολόγος δεν έφτασε για 28 ώρες και μέχρι τότε η αστυνομία είχε περπατήσει σε όλο τον τόπο του εγκλήματος», προσέθεσε.
Ο βασικός ύποπτος για τη δολοφονία
Ο βασικός ύποπτος για τη δολοφονία, ο Άγγλος δημοσιογράφος Ίαν Μπέιλι, είχε μετακομίσει στην Ιρλανδία το 1991 και ζούσε σε κοντινή απόσταση από το εξοχικό της Σοφί Τοσκάν ντι Πλαντιέ. Μάλιστα ήταν γνωστός στην ιρλανδική αστυνομία για ενδοοικογενειακή βία.
Ήταν ο πρώτος δημοσιογράφος που βρέθηκε στη σκηνή του εγκλήματος και ανακρίθηκε για πρώτη φορά για τη δολοφονία τον Φεβρουάριο του 1997, προτού αφεθεί ελεύθερος χωρίς να του απαγγελθούν κατηγορίες.
Τον Ιανουάριο του 1998 συνελήφθη για δεύτερη φορά και ανακρίθηκε και πάλι για τη δολοφονία, αλλά αφέθηκε και πάλι ελεύθερος χωρίς να του απαγγελθούν κατηγορίες και ο φάκελος της υπόθεσης στάλθηκε στον Διευθυντή Δημόσιας Δίωξης (DPP).
Το 2001, ένας δικηγόρος του γραφείου του DPP, ο Ρόμπερτ Σίχαν πραγματοποίησε επανεξέταση του φακέλου και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία για την άσκηση δίωξης κατά του Μπέιλι.
Έτσι δεν παραπέμφθηκε ποτέ σε δίκη στην Ιρλανδία, αλλά καταδικάστηκε ερήμην του το 2019 από δικαστήριο του Παρισιού για την ανθρωποκτονία της Σοφί Τοσκάν ντι Πλαντιέ βάσει του γαλλικού δικαίου, το οποίο επιτρέπει σε υπόπτους να δικάζονται για εγκλήματα κατά Γάλλων πολιτών στο εξωτερικό.
Η απόφαση σήμαινε ουσιαστικά ότι ο Μπέιλι μπορούσε να ταξιδεύει ελεύθερα εντός της Ιρλανδίας, αλλά δεν μπορούσε να ταξιδέψει στο εξωτερικό, καθώς κινδύνευε να συλληφθεί και να εκδοθεί στη Γαλλία για να εκτίσει την ποινή του.
Δήλωνε αθώος μέχρι το τέλος της ζωής του
Έχοντας αντιμετωπίσει επανειλημμένα τα αιτήματα έκδοσης από τις γαλλικές Αρχές, ο Μπέιλι διέμενε στο Δυτικό Κορκ μέχρι τον θάνατό του την Κυριακή 21 Ιανουαρίου του 2024 και πάντα υποστήριζε την αθωότητά του.
Ο Μπέιλι συνέχισε να δηλώνει αθώος μέχρι το τέλος της ζωής του και εξακολουθούσε να ελπίζει σε εξιχνίαση της υπόθεσης πιστεύοντας ότι θα καθαρίσει το όνομά του.
«Τα τελευταία 27 χρόνια η ζωή μου έχει πληγεί από μια ψευδή κατηγορία ότι ήμουν ο δολοφόνος της Σοφί. Η ψευδής κατηγορία είχε ως αποτέλεσμα να χάσω την καριέρα μου, τη σύντροφό μου και την υγεία μου», δήλωσε στην Irish Sun τον Δεκέμβριο.
«Τώρα βρίσκεται σε εξέλιξη μια επανεξέταση ανεξιχνίαστης υπόθεσης, στην οποία περιμένω να συνδράμω, και η ελπίδα μου και η προσευχή μου είναι να αποκαλυφθεί η αλήθεια πριν πεθάνω. Το άγχος και οι πιέσεις που μου επιβλήθηκαν είχαν τελικά ως αποτέλεσμα ένα διπλό καρδιακό επεισόδιο από το οποίο τώρα αναρρώνω», είχε προσθέσει.
Στην Ιρλανδία οι άνθρωποι είναι διχασμένοι: πολλοί είναι πεπεισμένοι ότι ήταν ένοχος- άλλοι θεωρούν ότι αδικείται.
«Δεν θα έχουμε ποτέ την αλήθεια, δεν θα έχουμε ποτέ δικαιοσύνη»
Ο Μπουνιόλ δεν έχει ιδέα αν η ιρλανδική έρευνα για την ανεξιχνίαστη υπόθεση θα σταματήσει. «Ας ελπίσουμε ότι δεν θα συμβεί αυτό και ίσως τώρα που ο Μπέιλι είναι νεκρός να εμφανιστούν μάρτυρες που μπορεί να φοβόντουσαν», είπε ακόμα.
Ο θείος της Σοφί Τοσκάν ντι Πλαντιέ, Ζαν Πιερ Γκαζό, ο οποίος δημιούργησε μια ένωση αναζητώντας δικαίωση για την ανιψιά του, δήλωσε τη Δευτέρα: «Από την αρχή υπήρχαν επαρκείς αποδείξεις για να γίνει δίκη στην Ιρλανδία. Αυτός (ο Μπέιλι) καταδικάστηκε στη Γαλλία. Συνοψίζοντας, για εμάς ήταν ο δολοφόνος και τώρα είναι νεκρός και η απογοήτευση προέρχεται από το γεγονός ότι δεν θα έχουμε ποτέ ομολογία από το ίδιο του το στόμα. Δεν θα έχουμε ποτέ την αλήθεια. Δεν θα έχουμε ποτέ δικαιοσύνη. Αυτοί ήταν πάντα οι μοναδικοί μας στόχοι, όχι η εκδίκηση. Το μόνο πρόσωπο που θα μπορούσε να μας δώσει την αλήθεια είναι το πρόσωπο που διέπραξε τη δολοφονία και τώρα δεν το έχουμε», ανέφερε αρχικά.
«Έχουν περάσει 27 χρόνια που η οικογένεια διεξάγει εκστρατεία. Θέλουμε να μάθουμε τι συνέβη. Μπορούμε να φανταστούμε κάθε είδους πράγματα, να έχουμε κάθε είδους υποθέσεις, αλλά θέλουμε να μάθουμε τις λεπτομέρειες για το τι συνέβη στα τελευταία δευτερόλεπτα της ζωής της Σοφί και αυτό φαίνεται να είναι κάτι θεμιτό για την οικογένεια, τους φίλους και τη Δικαιοσύνη».
«Οι λεπτομέρειες δεν θα έφερναν ποτέ πίσω την αδελφή μου, αλλά τουλάχιστον θα είχαμε τις απαντήσεις»
Τη Δευτέρα, ο Μπουνιόλ ενημέρωσε τον πατέρα του, Ζορτζ, 97 ετών για τον θάνατο του Μπέιλι. Η μητέρα του, Μαργκερίτ, δεν είναι καλά και δεν έχει ενημερωθεί.
«Ο πατέρας μου το πήρε άσχημα. Ήταν σαν ένα χτύπημα στο κεφάλι. Εδώ και 27 χρόνια αυτή η υπόθεση αναπηδά τακτικά και κάθε φορά μας ξαναφέρνει σε αυτή. Πρώτον, ο Μπέιλι, ο οποίος στη Γαλλία είναι ο δολοφόνος, διέφυγε της τιμωρίας και δεύτερον δεν θα μάθουμε ποτέ τι συνέβη. Το μόνο που ψάχνουμε είναι η αλήθεια. Τώρα δεν θα τη μάθουμε ποτέ από το στόμα του δολοφόνου της. Και δεν είμαι εγώ ή η οικογένεια που θεωρούμε τον Μπέιλι δολοφόνο, αλλά η γαλλική Δικαιοσύνη που τον έκρινε ένοχο για φόνο», είπε ακόμα ο Μπουνιόλ.
«Η γνώση των λεπτομερειών δεν θα έφερνε ποτέ πίσω την αδελφή μου, αλλά τουλάχιστον θα είχαμε τις απαντήσεις στα ερωτήματά μας», προσέθεσε.
Ακόμα δήλωσε ότι τα μέλη της οικογένειας επισκέπτονται τακτικά το σπίτι στην κομητεία Κορκ, το οποίο τώρα ανήκει στον γιο της Σοφί Τοσκάν ντι Πλαντιέ.
«Είχε ένα γραφείο δίπλα σε ένα παράθυρο όπου μπορούσε να βλέπει το φως από τον φάρο του Φάστνετ. Είναι πάντα δύσκολο για τις πρώτες δύο ώρες μετά την άφιξή μας, αλλά μετά από αυτό το σπίτι είναι το μέρος όπου βρίσκουμε τη Σοφί», κατέληξε ο Μπουνιόλ.