Η ζωή έχει μια μοναδική ικανότητα: συνεχίζει να κυλάει με τους δικούς της ρυθμούς, χωρίς να νοιάζεται αν θέλουμε να την επιταχύνουμε ή να την επιβραδύνουμε. Αυτή διαμορφώνει την επικαιρότητα. Ποιος θυμόταν, χουχουλιασμένος στη λακκούβα του καναπέ του, την περίοδο της καραντίνας, ποια ήταν τα σχέδια που έκανε τον Ιανουάριο του 2020; Ποιος φανταζόταν τον Ιούλιο του 2022, όταν πολιτικοί και δημοσιογράφοι σχεδίαζαν τις πρώτες πραγματικά ελεύθερες καλοκαιρινές διακοπές μετά την πανδημία, ότι το βασικό θέμα συζήτησης τις επόμενες εβδομάδες θα ήταν οι υποκλοπές; Ποιος μπορούσε να προβλέψει λίγο πριν από τις περσινές κάλπες πως, σε τέσσερις μόλις μήνες ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε πρόεδρο ένα εντελώς άγνωστο πρόσωπο; Γεγονότα πάντα υπήρχαν, πάντα θα υπάρχουν. Για όλους, εκτός από εκείνους για τους οποίους κάποια στιγμή η ζωή κόπηκε στη μέση.
Εχει περάσει ένας χρόνος παρά ένας μήνας από το δυστύχημα των Τεμπών. Συζητούσαμε εκείνες τις μέρες πολύ για το σοκ του μαζικού θανάτου που θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί, για τη διαχρονική κακοσυντήρηση του σιδηροδρομικού δικτύου, για τις πολιτικές ευθύνες, για την οσμή του καμένου σώματος που διαπερνούσε τις οθόνες και τις περιγραφές από το σημείο. Οι σοροί ταυτοποιήθηκαν και κηδεύτηκαν, τα στοιχεία του δυστυχήματος βγήκαν στο φως, οι υπουργοί παραιτήθηκαν, η αντιπολίτευση φώναξε. Και η επικαιρότητα συνεχίστηκε: ήρθαν άλλα θέματα που κάλυψαν τα Τέμπη, που κέρδισαν χρόνο και προσοχή από την κοινή γνώμη και τα ΜΜΕ. Ηρθαν διπλές εκλογές: οι μόνοι που έμειναν να φωνάζουν, γιατί ο αρμόδιος υπουργός που διαβεβαίωνε για την ασφάλεια ενός τρένου που φέρεται να ήξερε ότι δεν ήταν ασφαλές είναι εκ νέου υποψήφιος, ήταν οι οικογένειες που έθαψαν τους δικούς τους. Στις Σέρρες, από την άλλη, ο αρμόδιος υπουργός ήρθε πρώτος σε σταυρούς. «Συγγνώμη ζητείς όταν σκουντάς κάποιον στον δρόμο, όχι όταν σκοτώνεις το παιδί του».
Οι βουλευτές που συμμετείχαν στην εξεταστική επιτροπή άκουσαν χθες τη Μαρία Καρυστιανού, μητέρα της Μάρθας, με κατεβασμένο το κεφάλι. Κάπου στην πορεία, τα Τέμπη έγιναν πεδίο μικροκομματικής αντιπαράθεσης. Η ίδια κυβέρνηση, που εξελέγη με καθαρή πλειοψηφία, διάλεξε την πρόταση για Εξεταστική που θα δυσκόλευε περισσότερο την απόδοση ευθυνών στα πρόσωπα που βρίσκονταν στο πολιτικό τιμόνι την περίοδο που έγινε το δυστύχημα, ανοίγοντας το χρονικό εύρος και βάζοντας στόχο τις διαχρονικές ευθύνες – που είναι πραγματικότητα και χοάνη μαζί. Η παρουσία μιας μητέρας που παρέλαβε καμένα κόκαλα για να θάψει ήταν η υπενθύμιση πως όσο ευρεία κι αν είναι η έρευνα, αυτά που συνέβησαν στα Τέμπη είναι πολύ συγκεκριμένα: έχουν αρχή, μέση και τέλος. Και οι ευθύνες συγκεκριμένες είναι – και η δουλειά της Επιτροπής δεν είναι να τσακώνεται για τα διαδικαστικά, αλλά να τους δώσει ονόματα. Να επιτρέψει στην υπόθεση να φτάσει στη Δικαιοσύνη για όλους.
Είναι τετριμμένο, ίσως και κάπως ηθικοπλαστικό, να μιλάμε για χρέος. Ομως, για να συμβούν τα Τέμπη, κανείς δεν έκανε τη δουλειά του σωστά – ούτε οι πολιτικοί ούτε οι επιχειρησιακοί ούτε καν οι δημοσιογράφοι, που δεν ρώτησαν και δεν πίεσαν ποτέ, που δεν πήραν χαμπάρι τίποτα. Και τώρα, μπροστά στην επικαιρότητα που δεν σταματάει να τρέχει, τα Τέμπη είναι για όλους αστερίσκος, υποσημείωση. Αυτό που θα μπορούσε να είχε συμβεί σε κάθε άνθρωπο που ανέβηκε έστω και μια φορά σε αυτό το τρένο από την Αθήνα για τη Θεσσαλονίκη δεν τους συνέβη.