Επί ενάμιση περίπου μήνα οι αγρότες της Γερμανίας είναι στους δρόμους. Χθες ήταν ένα ακόμα αποκορύφωμα των αγροτικών κινητοποιήσεων με τη γνωστή πλέον εικόνα των τρακτέρ στους κεντρικούς δρόμους γερμανικών πόλεων και του Βερολίνου, όπου ολοκληρώνεται η ετήσια έκθεση αγροτικών προϊόντων «Πράσινη Εβδομάδα».
Η τρικομματική κυβέρνηση του καγκελάριου Ολαφ Σολτς υπαναχώρησε από τα αρχικά σχέδια να καταργήσει το αφορολόγητο των αγροτικών οχημάτων, ανέβαλε για τρία χρόνια και την κατάργηση του επιδόματος για το αγροτικό πετρέλαιο κίνησης. Αλλά οι αγρότες δεν ικανοποιούνται, ενώ τα έχουν και με την Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ. Η κυβέρνηση υπόσχεται να μειώσει τη γραφειοκρατία για τους αγρότες, να τους υποστηρίξει στη συμπίεση των τιμών από τις μεγάλες αλυσίδες, να αντιμετωπίσει τα δομικά προβλήματα του κλάδου. Τις περασμένες δεκαετίες καταγράφηκε ραγδαία μείωση των αγροτικών επιχειρήσεων στη Γερμανία. Από τις 629.000 το 1990 με την ενοποίηση της Γερμανίας έπεσαν στις 396.600 το 2001, μειώθηκαν στις 299.100 το 2010 και στις 256.000 αγροτικές επιχειρήσεις το 2022. Σήμερα, μια μεσαία αγροτική επιχείρηση υπολογίζεται ότι έχει 21.000 ευρώ ετήσιο κόστος καυσίμων. Η κατάργηση της επιδότησης του αγροτικού πετρελαίου κίνησης θα σημάνει πρόσθετη επιβάρυνση 3.000-3.500 ευρώ. Αλλά και τότε θα συνεχίσει να επιδοτείται με περίπου 40.000 ευρώ ετησίως. Το ύψος της επιδότησης εξαρτάται, βεβαίως, από το μέγεθος της επιχείρησης – για μικρές μονάδες μπορεί να είναι μονοψήφιος αριθμός, αλλά για μεγάλες φτάνει και τριψήφιο αριθμό χιλιάδων ευρώ.
Ο φιλελεύθερος υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ βρέθηκε αντιμέτωπος με τα γιουχαΐσματα των αγροτών στο μεγάλο συλλαλητήριο στην Πύλη του Βρανδεμβούργου. Αλλά δεν έκανε πίσω στην απόφαση να επιμερίσει και στους αγρότες ένα μερίδιο περικοπών στο φετινό προϋπολογισμό. «Οι αγρότες επιδοτούνται με 9 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως και μπορούν να αντέξουν τις περικοπές 300 εκατομμυρίων ευρώ» επιχειρηματολογεί ο υπουργός.
Τα τελευταία δύο χρόνια οι αγροτικές επιχειρήσεις είδαν να αυξάνονται σημαντικά τα κέρδη τους κατά 40%-45%, που σημαίνει περίπου 82.000 ευρώ κατά μέσο όρο, με μεγάλες διακυμάνσεις ανάλογα επίσης με το μέγεθος της μονάδας. Ωστόσο, η αγωνία των γερμανών αγροτών για το μέλλον τους έχει τα αίτιά της στον έντονο ευρωπαϊκό ανταγωνισμό. Η Τερέζα Σμιντ, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Νέων Γερμανών Αγροτών, ζητεί περισσότερο χρόνο για την προσαρμογή στις αλλαγές του συστήματος επιδοτήσεων, καθώς δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή οικολογική, εναλλακτική λύση στα ντιζελοκίνητα τρακτέρ. Οι αγρότες δεν τα πήγαιναν ποτέ καλά με τους οικολόγους Πράσινους. Τώρα έχουν έναν λόγο παραπάνω. Ολοκληρωμένη προστασία του κλίματος και «πράσινη» μετάβαση «προϋποθέτει μια συνολική αλλαγή συστήματος» σημειώνει ο ιστορικός ερευνητής Φέλιξ Αντερλ. Αυτό είναι που προκαλεί τη δικαιολογημένη αγωνία των αγροτών. «Επί δεκαετίες είχαν εθιστεί στην πολιτική φθηνών τιμών, στηριγμένη στις επιδοτήσεις. Οταν αυτές περικόπτονται ή κατευθύνονται σε άλλους τομείς, δικαίως φοβούνται για το μέλλον τους». Ο φόβος αυτός τροφοδοτεί τη «μεγάλη οργή» των αγροτών κατά της τρικομματικής κυβέρνησης του Βερολίνου. «Το σύνθημα “το φανάρι πρέπει να φύγει” θυμίζει το σύνθημα “Η Μέρκελ πρέπει να φύγει” στις διαδηλώσεις αντιεμβολιαστών την περίοδο της πανδημίας. Υπάρχει μια συνέχεια στις αντικυβερνητικές κινητοποιήσεις» διαπιστώνει ο ερευνητής και ειδικά στους μικρούς αγρότες μια «συσσωρευμένη επιθετικότητα».
«Συνέχεια» υπάρχει και στην προσπάθεια εργαλειοποίησης των αγροτικών κινητοποιήσεων από το ακροδεξιό AfD που εκμεταλλεύεται και το ευρύτερο αντικυβερνητικό κλίμα. Παρ’ όλα αυτά δεν διαφαίνεται μετεξέλιξη των αγροτικών κινητοποιήσεων σε διευρυμένο απεργιακό κύμα κατά της κυβέρνησης. Οι αγρότες έχουν κλαδικά αιτήματα, όπως και οι μηχανοδηγοί που με την απεργία τους ακινητοποίησαν τα τρένα στη Γερμανία μέχρι τη Δευτέρα.