Συγγενείς των ισραηλινών ομήρων της Χαμάς εισέβαλαν την περασμένη Δευτέρα στην Κνεσέτ (το κοινοβούλιο) και απαίτησαν από τους βουλευτές να αναλάβουν δράση για την απελευθέρωση των συγγενών τους. Ανάμεσά τους ήταν και μια γυναίκα, της οποίας είχαν απαχθεί τρία μέλη της οικογένειάς της. «Μου φτάνει να γυρίσει ο ένας» τους έλεγε. Σπαρακτικό, χωρίς αμφιβολία, αλλά επίσης ενδεικτικό του είδους της σύγκρουσης που εξελίσσεται στην Παλαιστίνη, όπως θα εξηγήσω παρακάτω.
Είχαν προηγηθεί και άλλα σχετικά επεισόδια, με πρώτο τον δημόσιο προπηλακισμό μιας υφυπουργού της κυβέρνησης προ μηνός. Εκτοτε, καθώς ο πόλεμος παρατείνεται και δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα ελπίδα ειρήνευσης ή έστω εκτόνωσης του μένους, διογκώνεται και η πίεση της κοινής γνώμης προς την κυβέρνηση Νετανιάχου για την επιστροφή των ομήρων. Πυκνώνουν οι διαδηλώσεις στους δρόμους, πάντα με το ίδιο αίτημα, οι διαμαρτυρόμενοι έχουν πια εγκατασταθεί μονίμως έξω από την κατοικία του ισραηλινού πρωθυπουργού, γενικώς βλέπουμε ότι η αποφασιστικότητα του Ισραήλ να καταστρέψει τη Χαμάς δοκιμάζεται καθημερινά στους δρόμους από την πίεση της κοινωνίας, για να ξαναβρεί η ζωή τους φυσιολογικούς ρυθμούς της και να σωθεί ό,τι τέλος πάντων σώζεται από τη ζωή των ίδιων και των αγαπημένων τους προσώπων. Φυσικό είναι να συμβαίνει αυτό, νομίζω, διότι το Ισραήλ πολιτισμικά είναι χώρα της Δύσης κι ας βρίσκεται στη Μέση Ανατολή. Υπάρχουν βέβαια οι ακραίοι ορθόδοξοι Εβραίοι, που μάλιστα μετέχουν στην κυβέρνηση και ευθύνονται, σε μεγάλο βαθμό, για την πολιτική του Νετανιάχου στο Μεσανατολικό. Είναι μειοψηφία όμως και απέναντί τους έχουν το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας, που πιέζει για να μη χαθούν και άλλες ζωές. Πώς εξηγείται αυτό;
Επειδή, όπως το καταλαβαίνω εγώ, οι περισσότεροι Ισραηλινοί γνωρίζουν καλά μέσα τους ότι μόνο αυτή η ζωή που ζούμε τώρα υπάρχει. Μετά επιστρέφουμε «εις το μεγάλο Τίποτε», που λέει ο Καβάφης. Λίγο ή πολύ, η αντίληψη αυτή, για τη μοναδικότητα της ζωής του καθενός μας, χαρακτηρίζει τις σύγχρονες κοινωνίες της Δύσης και οφείλεται σε αυτό που, για την οικονομία του λόγου, θα το ονόμαζα θάνατο ή απουσία, αν σας τρομάζει η λέξη, του Θεού. Σε όλες τις δυτικές κοινωνίες δεν είναι πια η θρησκεία ούτε βέβαια η πίστη σε κάποια αιωνιότητα οι δυνάμεις που διαμορφώνουν την αντίληψη για την αξία της ζωής. Από την ώρα που δεν υπάρχει άλλη, αυτή η μοναδική που μας δόθηκε γίνεται πολύτιμη. Οι προβολές μας στο μέλλον εκτείνονται μέχρι τα όρια της ζωής του καθενός μας ή, το πολύ, μέχρι τη ζωή των παιδιών μας. Ετσι, η δυστυχισμένη γυναίκα, της οποίας η Χαμάς κρατάει τρεις συγγενείς της, γνωρίζει ότι δεν υπάρχει κάποια επόμενη ζωή όπου θα συναντηθεί ξανά μαζί τους. Γι’ αυτό της αρκεί να γυρίσει ζωντανός έστω και ένας.
Από την πλευρά των Παλαιστινίων και της Χαμάς, όμως, βλέπουμε να συμβαίνει το αντίθετο. Εκεί, χρησιμοποιούν τις ζωές των δικών τους και των παιδιών τους ως ασπίδα και δεν διστάζουν να τις θυσιάσουν. Φτιάχνουν υπόγεια κέντρα διοίκησης κάτω από νοσοκομεία, εγκαθιστούν αποθήκες οπλισμού και συστοιχίες πυραύλων δίπλα σε σχολεία, γενικώς δίνουν την εντύπωση ότι όχι μόνο δεν τους νοιάζουν οι απώλειες ζωών, αλλά τις επιδιώκουν κιόλας. Γιατί; Επειδή, λόγω της θρησκείας τους, πιστεύουν ότι έχουν την αιωνιότητα με το μέρος τους. Επομένως, όσο πιο πολλοί οι νεκροί τόσο καλύτερα για αυτούς, διότι, αφενός, οι νεκροί ως «μάρτυρες» κερδίζουν την αιώνια ζωή και, αφετέρου, με το αίμα τους ποτίζουν το μίσος ώστε να διαιωνίζεται η σύγκρουση. Μπορούν να περιμένουν 200 χρόνια, που λέει ο λόγος, χάρη στην αυταπάτη της αιωνιότητας. Αυτό είναι, νομίζω, το πολιτισμικό υπόβαθρο του Μεσανατολικού, πέρα από το εδαφικό βεβαίως. Ο πόλεμος γίνεται ανάμεσα σε δύο αντικρουόμενες αντιλήψεις για το τι είναι η ζωή. Σε ένα τέτοιο είδος σύγκρουσης, έχω την εντύπωση ότι μακροπρόθεσμα κερδισμένοι βγαίνουν οι τρελοί…
ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΗ
Επικοινώνησε μαζί μου ο πρώην υπουργός Τάκης Θεοδωρικάκος και με βεβαίωσε ότι ουδέποτε βγήκε από το έρκος των οδόντων του η δήλωση που του απέδωσα στη στήλη της περασμένης Πέμπτης σχετικά με τον πολιτικό γάμο των ομοφύλων. Τον πιστεύω, αναγνωρίζω το λάθος μου και ζητώ συγγνώμη τόσο από τον ίδιο όσο και από τους αναγνώστες της στήλης. Ουδείς άσφαλτος, όπως είχε πει η Αντζελα Δημητρίου και είχε δίκιο ― και επί της ουσίας και γραμματικά.