Τον Φεβρουάριο του 1851, στη Μεσημβρινή Αίθουσα του Αστεροσκοπείου του Παρισιού ο γάλλος φυσικός Ζαν Μπερνάρ Λεόν Φουκό παρουσίασε το πείραμά του με το ελεύθερο εκκρεμές (ένα αρκετά μακρύ σχοινί, ώστε να ελαττώνεται το φαινόμενο της μείωσης των ταλαντώσεων, και ένα βάρος τέτοιο, ώστε να κρατάει το σχοινί τεντωμένο). Το πείραμά του επαναλήφθηκε έπειτα από μερικές εβδομάδες στο Πάνθεον του Παρισιού. Το εκκρεμές του Φουκό ήταν η πρώτη δυναμική απόδειξη ότι η Γη κινείται και δεν μένει σταθερή σε ένα σημείο.
Κατά αντιστοιχία, ο κοινωνιολόγος Βασίλης Βαμβακάς χρησιμοποιεί τις ταλαντώσεις ως μεταφορά στους επιστημονικούς συλλογισμούς του μελετώντας την πρόσφατη πορεία της ελληνικής κοινωνίας στο νέο του βιβλίο «Το εκκρεμές» (εκδ. Archive), αναλύοντας φαινόμενα της πολιτικής και της κουλτούρας στην εποχή των συνεχών κρίσεων. Στην περίπτωση του ελληνικού εκκρεμούς το πολιτισμικό στοιχείο, όπως ισχυρίζεται, είναι εκείνο που βοηθά να κατανοήσουμε τις ταλαντώσεις της ελληνικής αντιφατικότητας καθώς η κοινωνία του 21ου αιώνα μετεωρίζεται μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας.
Η μελέτη του διαπερνά τις θεωρίες συνωμοσίας, την αντιπαγκοσμιοποίηση, τη ρητορική μίσους, το Netflix, τον Τσίπρα και τον Βαρουφάκη, τον Τσιόδρα και τον Τσιτσιπά, το «Master Chef», παλιά και νέα φαινόμενα που αναδύονται από τη διαρκή κίνηση του ελληνικού εκκρεμούς.
Η περίπτωση του τραπ
Η ανίχνευσή του για τις επιπτώσεις της κρίσης, όπως και η πλούσια βιβλιογραφία που παραθέτει καθιστούν την έρευνά του σημαντική στην ανάλυση των συγκρούσεων και των αντιφάσεων που επικάθονται, για παράδειγμα, στις πτυχές της ελληνικής ποπ κουλτούρας: τραγούδι, τηλεόραση, σάτιρα, σπορ σκιαγραφούν την αμφιθυμία της ελληνικής πολιτισμικής πραγματικότητας.
Ο Βαμβακάς με τα επιστημονικά εργαλεία του κοινωνιολόγου της μαζικής επικοινωνίας αναλύει στίχους της τραπ και ανασύρει το φαινόμενο που προκαλεί δημόσιο ενδιαφέρον: «Αυτό που ξενίζει πολλούς είναι η μεγάλη επιτυχία του τραπ, δηλαδή εκείνης της υποκατηγορίας των τραγουδιών της ραπ που επαίρεται για την κουλτούρα της διακίνησης ναρκωτικών και τον πλούτο που αποκομίζουν τα μέλη της. Στην περίπτωση του τραπ, έχουμε τη μελοποίηση ενός επιτηδευμένου κυνισμού άγνωστου στις πολιτικοποιημένες γενιές του παρελθόντος. Αυτό που φέρνει πολλούς σε αμηχανία με τα εκατομμύρια views στο YouTube της τραπ μουσικής είναι ότι έχουμε να κάνουμε με ένα μουσικό ιδίωμα που προέρχεται (πραγματικά ή φαντασιακά) από το κοινωνικό περιθώριο και εξιδανικεύει όλα τα αρνητικά χαρακτηριστικά του “συστήματος”, το οποίο όχι μόνο δεν το εχθρεύεται αλλά κάνει τα πάντα – πουλάει την ψυχή του στον διάβολο – για να μπει σε αυτό.
Την ώρα που η μουσική βιομηχανία στην Ελλάδα φαίνεται να περνάει μια πρωτόγνωρη ύφεση, το μόνο λαϊκό στοιχείο μουσικής παραγωγής είναι αυτό της τραπ [(t)rap], έχοντας σχεδόν πλήρως αντικαταστήσει τη δημοφιλία της εμπορικής λαϊκής μουσικής των προηγούμενων δεκαετιών ή αναγκάζοντάς τη να συνδιαλλαγεί μαζί της (π.χ. συναυλία Αργυρού και 50 Cent στο Ολυμπιακό Στάδιο τον Οκτώβρη του 2022)».
Ελληνική ύπαιθρος και τηλεοπτικές σειρές
Στο ελληνικό εκκρεμές η τηλεόραση εξακολουθεί να διαμορφώνει την πραγματικότητα. Στον χάρτη με τις ελληνικές σειρές είναι η ύπαιθρος που ξεχωρίζει καθώς αποτελεί διαχρονικό θέμα τηλεοπτικής μυθοπλασίας και διαμορφώνει τον «εξωτισμό εσωτερικού τύπου», για τον οποίο ο καθηγητής στο ΑΠΘ παρατηρεί πως στις σύγχρονες δημοφιλείς σειρές η ελληνική επαρχία, κυρίως για λόγους νατουραλιστικής δραματοποίησης, γίνεται το σκηνικό μιας αξεδιάλυτα σύγχρονης και οπισθοδρομικής κοινωνίας (π.χ. «Αγγιγμα ψυχής», «Πειρασμός», «Τζιβαέρι», «Της αγάπης μαχαιριά»).
Η γραφικότητα ή η αγριότητα της φύσης και των κατοίκων της υπαίθρου ενισχύει τα περίπλοκα ερωτικά πάθη, τις εμπλοκές του κουτσομπολιού, τις ψυχικές πιέσεις και τα ηθικά διλήμματα. Η παραδοσιακή κοινωνία του Κάμπου, της Μάνης, της Κρήτης και η βίαιη επίλυση των διαφορών προσφέρουν το κατάλληλο έδαφος για κλιμάκωση τόσο της ερωτικής επιθυμίας όσο και του κινδύνου που αυτή συνεπάγεται. «Αυτόν τον δρόμο ενός εσωτερικού εξωτισμού φαίνεται να ακολουθούν οι επιτυχίες των νέων καθημερινών σειρών.
Σίγουρα σε αυτό συνέβαλε η επιτυχία της σειράς “Αγριες μέλισσες”, με τη διαφορά ότι οι φετινές σειρές δεν μεταφέρονται στο αυταρχικό και πατριαρχικό παρελθόν του θεσσαλικού κάμπου, όπως έκανε η σειρά του ΑΝΤ1, αλλά στο απολύτως σύγχρονο παρόν της Κρήτης και της Μάνης, όπου σκιαγραφούνται επίμονα στοιχεία τοπικιστικών, παραδοσιακών και βίαιων αξιών».
Στο πιάτο του σεφ
Σε ένα πιάτο σερβιρισμένο με μια καλοδουλεμένη συνταγή και διακοσμημένο με καλλιτεχνική ορμή ο Β. Βαμβακάς εντοπίζει ίχνη τηλεοπτικού εκμοντερνισμού μιας κοινωνίας που βαδίζει στην αυτοπραγμάτωση. Οπως γράφει ο ίδιος για το τηλεριάλιτι του «Master Chef» στην Ελλάδα, πρόκειται για μια εκπομπή που επιτρέπει να εικονοποιηθούν στοιχεία μιας «νέας λαϊκότητας», την οποία και προσδιορίζει ως φορέα επανεκτίμησης της χειρωνακτικής εργασίας – τέχνης και επιστροφής σε μηχανισμούς εκπαίδευσης που προτάσσουν την πειθαρχία, την οργάνωση, την αξιολόγηση, κατευθύνοντας προς μια προσγειωμένη φιλοδοξία γύρω από την ατομική επιτυχία.
Τόπο στα νιάτα θα δώσει η μελέτη του «Εκκρεμούς», εντοπίζοντας τη δυσφορία τους για την επαγγελματική ανασφάλεια. «Οσο και αν θέλουμε να ανακαλύψουμε νεανικές επαναστάσεις, όσο και αν θέλουμε να ανακυκλώνουμε κλισέ για “άσωτους” νέους και “ευάλωτους” ηλικιωμένους εξαιτίας της πανδημίας, το μεγαλύτερο πρόβλημα/επιθυμία της νεότητας παραμένει η χαμένη κανονικότητα του παρελθόντος. Το ότι οι ζωές και οι προοπτικές των νεότερων δεν προδιαγράφονται παρόμοιες με των παλιότερων».
Ο συγγραφέας θα ολοκληρώσει το σύγχρονο πορτρέτο με το δυστύχημα στα Τέμπη. Οι τάσεις αναστοχασμού, εκσυγχρονισμού και εμβάθυνσης του εκδημοκρατισμού από το 2019 δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα παραμείνουν αδιαμφισβήτητες ή ανυποχώρητες. Κι αυτό όχι γιατί κάποιο αντίπαλο «στρατόπεδο» δείχνει ιδιαίτερα ισχυρό ώστε να καταστήσει τον εθνολαϊκισμό ή άλλο πολιτικό αναχρονισμό και πάλι ηγεμονικό.
«Ο κίνδυνος, εάν η λέξη είναι σωστή, προέρχεται από το γεγονός ότι οι δυνάμεις που μπορούν να υποσκάψουν τον νέο “αισιόδοξο” και σίγουρα λιγότερο πολωμένο κύκλο στον οποίο κατά ένα μεγάλο ποσοστό έχει μπει το ελληνικό εκκρεμές, βρίσκονται δίπλα και μέσα στο “ενάρετο” μέτωπο. Το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών επιβεβαίωσε όχι ότι η παλιά Ελλάδα είναι εδώ, αλλά ότι η σύγχρονη Ελλάδα ήταν, είναι και παραμένει πολλαπλά αντιφατική». Γι’ αυτό άλλωστε και κινείται.