Είχα πολλά χρόνια να πάω στο Δίπορτο. Είναι ανοιχτό μόνο μεσημέρι, όταν στην εφημερίδα αρχίζουν οι συσκέψεις. Ο Καμίνης, αντιθέτως, είναι τακτικός θαμώνας. Οταν κατέβηκα λοιπόν την απότομη σκάλα και μπήκα στο μαγαζί, είχε ήδη καθαρίσει ένα πιάτο με γαρίδες και είχε κατεβάσει ένα ποτηράκι ρετσίνα. «Μη τη στραβοκοιτάς, είναι η καλύτερη ρετσίνα που κυκλοφορεί», μου είπε. Πριν προλάβω να καθίσω, άφησε με φούρια ο Μήτσος στο τραπέζι ένα πιάτο με ντομάτες και τυρί. «Είναι τουλουμοτύρι από το χωριό», μου είπε. «Κάπου άφησα το ποτήρι μου. Το όνομά σου;».
Το στίγμα από τις δύο θητείες του Γιώργου Καμίνη στον Δήμο Αθηναίων είναι ανάμεικτο. Αλλοι ξεχωρίζουν τη δράση του υπέρ των φτωχών, των μεταναστών και των αστέγων, την αποφασιστική του στάση απέναντι στη Χρυσή Αυγή, τις παρεμβάσεις του στο εμπορικό τρίγωνο του κέντρου, το ότι μάζεψε τα χρέη στον Δήμο, στον 9,84, στην Τεχνόπολη. Αλλοι μένουν στο αιώνιο ζήτημα της καθαριότητας: ο Καμίνης απέτυχε επειδή η Αθήνα ήταν βρώμικη.
Αλήθεια, τι εννοούσε ο Μπακογιάννης όταν είπε ότι παρέδωσε την Αθήνα «παρασάγγας» καλύτερη απ’ ό,τι την είχε παραλάβει; «Κοίτα, η Αθήνα εκτός από την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων δεν υπήρξε ποτέ μια καθαρή πόλη. Είναι πάντως γεγονός ότι στο τέλος της δεύτερης θητείας μου η κατάσταση επιδεινώθηκε. Αλλά υπήρχε λόγος γι’ αυτό. Είχα περάσει μετά κόπων και βασάνων από το δημοτικό συμβούλιο μια απόφαση που πρόβλεπε ότι θα αναλάμβανε την επισκευή των απορριμματοφόρων του δήμου μια ιδιωτική εταιρεία. Εμαθα καθυστερημένα ότι οι υπηρεσίες του Δήμου εσκεμμένα δεν είχαν προχωρήσει τη σύμβαση. Η Αθήνα έμεινε έτσι για καιρό με ελάχιστα απορριμματοφόρα. Πάθαιναν βλάβες και δεν γινόταν να επισκευαστούν».
Γύρω μας ακούγονται αγγλικά, το μαγαζί βρίσκεται σε όλους τους τουριστικούς οδηγούς και είναι πάντα γεμάτο. Στο τραπέζι προσγειώνεται ένας μπακαλιάρος στο μαντέμι. Ο Καμίνης δεν κρύβει την απορία του για το ότι ο διάδοχός του δεν αναγνώρισε ποτέ έστω και κάτι από αυτά που του άφησε, από τα 90 εκατομμύρια ευρώ πλεόνασμα και τον καινούργιο εξοπλισμό της καθαριότητας αξίας 30 εκατομμυρίων, μέχρι όλη την προεργασία για τον Σταθμό Μεταφόρτωσης Απορριμμάτων, το καινούργιο αμφιθέατρο του 9,84 και άλλα πολλά. «Δεν κατάλαβα ποτέ τη μικροψυχία στην πολιτική. Δεν ήταν πάντως κακός δήμαρχος ο Μπακογιάννης, έκανε κάποια πράγματα. Είχε βέβαια μαζί του την ανεπιφύλακτη στήριξη σύσσωμης της κυβέρνησης και των μέσων.» Και γιατί έχασε; «Για τρεις λόγους. Για τον Μεγάλο Περίπατο. Για το ύφος του, που έβγαζε μια αλαζονεία. Και επειδή είχε την ατυχία να βγει από τον πρώτο γύρο ο Χαρδαλιάς. Πολλοί από τους ψηφοφόρους του, έτσι, δεν πήγαν στον δεύτερο γύρο. Αλλά είχε απέναντί του και έναν ικανό αντίπαλο, τον Χάρη Δούκα».
Τι θα κάνει ο νέος δήμαρχος; Θα κερδίσει το στοίχημα με τα 25.000 δένδρα και τα 15 λεπτά, το να έχει δηλαδή ο πολίτης βασικές υπηρεσίες σε απόσταση 15 λεπτών με τα πόδια ή το ποδήλατο από το σπίτι του; ‘Η θα αποτύχει κι αυτός λόγω των σκουπιδιών; «Στην καθαριότητα μπορεί να τα καταφέρει. Αν το βάλει κάτω και το παλέψει μ’ έναν καλό αντιδήμαρχο, και καταφέρει να έρθει σε συνεννόηση με τους συνδικαλιστές, που εγώ τους είχα απέναντι, θα πάει καλά. Οσο για τα 15 λεπτά, αν ο Δήμος δεν γίνει κύριος στην πόλη του, δεν πάρει από το κράτος δηλαδή όλες τις αρμοδιότητες σε θέματα μετακίνησης, δεν έχει όλους τους δρόμους δικούς του, τις δημόσιες συγκοινωνίες, δεν θα γίνει τίποτα». Προς το παρόν, πάντως, δείχνει να γίνεται το αντίθετο, η κυβέρνηση τού παίρνει αρμοδιότητες αντί να του δίνει. «Πράγματι, του πήρε την Ανάπλαση Α.Ε. μόλις έχασε ο υποψήφιός της, απείλησε να του πάρει τον 9,84 και να δούμε τι θα γίνει με το διαμάντι του στέμματος, το γήπεδο του Παναθηναϊκού. Για να μπορέσει να κάνει κάτι ο Δούκας, πρέπει να συνασπιστεί με τους άλλους δημάρχους και να ζητήσουν μια κανονική τοπική αυτοδιοίκηση, όπως γίνεται στην υπόλοιπη Ευρώπη».
Ο Μήτσος ψάχνει πάλι το ποτήρι του. Μιλάμε για τον Δημήτρη Κολιολιό, γνήσιο Αρβανίτη, που ξεκίνησε να δουλεύει εδώ γκαρσόνι το 1958 κι όταν πέθανε ο ιδιοκτήτης ανέλαβε εκείνος. «Το αφεντικό έλεγε ότι σε αυτό το μαγαζί ποδοσφαιρικά και πολιτικά απαγορεύονται», μας λέει. «Λοιπόν, έχω φασόλια, ρεβίθια και πατάτες με κολοκύθια. Είμαστε εντάξει;».
Η πόλη αλλάζει. Τα Ηνωμένα Εθνη προβλέπουν ότι το 2050 θα ζει στις πόλεις το 80% του παγκόσμιου πληθυσμού κι αυτό δημιουργεί προβλήματα σε σχέση με τον εξευγενισμό (το λεγόμενο gentrification), τα νοίκια, τον μαζικό τουρισμό, την υπερανάπτυξη, τον διαχωρισμό των πλουσίων από τους φτωχούς. Μπορούμε να σώσουμε τις πόλεις, δήμαρχε; «Το βασικό στις πόλεις είναι οι μεικτές χρήσεις, να μην έχεις μονοθεματικές γειτονιές, μία για διασκέδαση, άλλη για γραφεία που το βράδυ ερημώνει κ.λπ. Κι αυτό ένας δήμος πρέπει να το προωθεί. Η γειτονιά είναι ένας θεσμός κοινωνικής συνοχής. Τα «15 λεπτά» δεν είναι μόνο κίνηση και μεταφορά, είναι και η γενικότερη επικοινωνία και συνύπαρξη μεταξύ των ανθρώπων. Να μάθουν οι Αθηναίοι το ποδήλατο. Πώς θα το μάθουν όμως αν δεν έχουν φιλικούς δρόμους, και ποδηλατόδρομους, κι αν δεν αλλάξει η κουλτούρα των οδηγών; Η Αθήνα είναι μια πόλη μη φιλική στο ποδήλατο. Το ΙΧ είναι πανταχού παρόν. Ο Μάνος είχε νομοθετήσει σε κάθε κατοικία να υπάρχει ιδιωτικός χώρος στάθμευσης. Αλλά όταν έφυγε από υπουργός, ασκήθηκε πίεση από τους εργολάβους και το μέτρο καταργήθηκε».
Ανάπτυξη σε ύψος
Τέτοιου είδους συζητήσεις πάντα στον Μάνο καταλήγουν, να ‘ναι καλά ο άνθρωπος. «Η πόλη δεν μπορεί να αναπτύσσεται μόνο σε έκταση», λέει ο Καμίνης. «Πρέπει πια να αναπτυχθεί και σε ύψος, απαλλοτριώνοντας ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα. Το έχει ανάγκη και για σκιά, ιδίως λόγω της κλιματικής κρίσης. Θα έλεγα ότι η Αθήνα χρειάζεται ένα είδος δημιουργικής καταστροφής. Κι εδώ πάμε στο ζήτημα της αντιπαροχής και το πώς δημιουργήθηκε αυτή η πόλη».
Ακουσα ότι ο πρώην δήμαρχος γράφει βιβλίο και τον ρωτώ το θέμα. «Για τις δύο μου θητείες, έχω και διάφορα ανέκδοτα». Πες ένα. «Στην προεκλογική εκστρατεία του 2010, που δεν με ήξερε η μάνα μου, μας πιάνει το κόκκινο σε ένα ταξί στα Εξάρχεια και βλέπω έναν τύπο να μπαίνει σε μια πολυκατοικία. «Ο Παπαγιώργης δεν είσαι;» του φωνάζω. Δεν τον ήξερα παρά μόνο από τις φωτογραφίες στα βιβλία του, αλλά τον λάτρευα ως συγγραφέα. «Ναι», μου κάνει, «εσύ ποιος είσαι;» «Γιώργος Καμίνης, υποψήφιος δήμαρχος». Δεν με ήξερε ούτε εκείνος φυσικά. Αλλά το βράδυ της νίκης μου ήρθε στην Κλαυθμώνος, στους πανηγυρισμούς. Κι ας μην είχε καμιά σχέση με την πολιτική. Σπουδαίος ο Παπαγιώργης. Τα καλύτερα ελληνικά που έχω διαβάσει σε δοκίμιο».
Στην πολιτική θα επιστρέψεις; «Τρελός θα είσαι. Στον Δήμο είχε ενδιαφέρον, μπορούσες να κάνεις πράγματα. Λέγαμε με τον Μπουτάρη πως ήμασταν τυχεροί, γιατί αναλάβαμε όταν τα πολιτικά κόμματα ήταν στα κάτω τους, αλλιώς κάποια κομματόσκυλα θα είχαν προσπαθήσει να μας πνίξουν. Ημασταν πολιτικά ορφανοί. Η ατυχία μου ήταν ότι στην πρώτη μου θητεία γνώρισα οκτώ υπουργούς Εσωτερικών. Πού να βρεις σταθερό συνομιλητή; Και στη δεύτερη είχα απέναντί μου τον ΣΥΡΙΖΑ. Η μόνη που με στήριξε ουσιαστικά ήταν η Διαμαντοπούλου. Ο Παπαδήμος στη συνέχεια είχε την πρόθεση, αλλά δεν πρόλαβε. Κατά τα λοιπά, είτε αδιαφορία είτε εχθρότητα. Μετά, ως βουλευτής, έπρεπε διαρκώς να υπακούω στη γραμμή. Κι αυτοί οι ατέλειωτοι καφέδες για εκτιμήσεις, τα κουτσομπολιά και λοιπά… Να μου λείπει».
Αλήθεια, μετάνιωσε ποτέ που δέχθηκε την πρόταση της Φώφης Γεννηματά να είναι επικεφαλής του συνδυασμού Επικρατείας αντί για τον Βενιζέλο, όπως όλοι περίμεναν. «Οχι βέβαια. Γιατί να μετανιώσω; Δεν το ζήτησα εγώ. Εγινα βουλευτής κι έκανα όπως πάντα τη δουλειά μου».
Ο Μήτσος ρωτάει αν τρώμε καλά. «Να, σ’ έναν πάγκο δω χάμω καθόταν ο μπαρμπα-Κώστας ο Βάρναλης. Πίναμε καλή ώρα όπως τώρα και τον ρωτάγαμε ποια είναι η ωραιότερη γυναίκα στον κόσμο κι έλεγε «η γυναίκα του αλλουνού». Το «Μες στην υπόγεια την ταβέρνα»από δω το είχε εμπνευστεί. Εκείνη την εποχή είχε άλογα εδώ απέξω. Και κρατούσαμε πάντα ένα τραπέζι για τους αμαξάδες, αυτούς με τις μουστάκες κι ένα τσουβάλι δεμένο στη μέση. Εγώ ήμουν δεκατέσσερα, δεκαπέντε χρονώ. Φωνάζανε, Δημητράκη νερό, Δημητράκη νερό. Εγώ έτρεχα. Μου λέει μια μέρα το αφεντικό, θεός σχωρέστον, «όποιος σου ζητάει νερό, θα λες έχω μόνο βαρελίσιο νερό». Μου έμεινε. Και τις προάλλες το είπα σε μία και πήγε απέναντι και πήρε δύο μπουκάλια εμφιαλωμένο».
Ζητάω τη γνώμη του Καμίνη για τα μη κρατικά πανεπιστήμια. «Δεν θα έπρεπε ποτέ να υπάρχει αυτό το πρόβλημα. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί μπορούμε να έχουμε πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια, αλλά όχι τριτοβάθμια ιδιωτική εκπαίδευση. Καλώς μπήκε όμως το «μη κερδοσκοπικά», γιατί όπου και να κοιτάξεις, από την Κύπρο μέχρι την Αμερική, βλέπεις ότι η ιδιωτική ανώτατη εκπαίδευση περνάει κρίση, σε όλα τα επίπεδα. Σε μεγάλα πανεπιστήμια όπως το Γέιλ, το 70% των φοιτητών παίρνει Α. Αυτό δεν είναι λογικό, κάτι συμβαίνει».
Η γύμνια του ΣΥΡΙΖΑ
Η πάσα είναι ιδανική: πώς βλέπει τον Κασσελάκη; «Μόνο στην Ελλάδα και στον ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο. Γιατί δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα κόμμα χωρίς ρίζες στην κοινωνία, ένα κόμμα όπου υπήρχε μια ισχυρή σχέση ανάμεσα στον Τσίπρα και μια μερίδα του εκλογικού σώματος. Από τη στιγμή όμως που η σχέση αυτή αποδυναμώθηκε, φάνηκε η γύμνια του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα επίπεδο στελεχιακό, σε όλους τους μαζικούς χώρους, στην αυτοδιοίκηση, παντού. Κι αφού έκαναν το λάθος να καταφύγουν στη βάση, βρέθηκε ένας τυχαίος που ήρθε από την Αμερική, πρώην οπαδός του Μητσοτάκη, και τους πήρε το κόμμα. Αυτό δεν έχει συμβεί σε άλλη χώρα του κόσμου. Δεν νομίζω όμως πως ο Κασσελάκης θα χαθεί από τη μια μέρα στην άλλη. Μπορεί να κάνει γκελ σε ένα τμήμα του εκλογικού σώματος, ειδικά στους νέους».
Μπαίνει ένας μουσικός με μπουζούκι κι αρχίζει όλο το μαγαζί να τραγουδάει Καζαντζίδη, «είμαι / της ζωής σου ο ένας /, δε με σβήνει κανένας», ακόμα κι οι ξένοι φαίνεται να ξέρουν τα λόγια. Την ιστορία με τα ομόφυλα ζευγάρια πώς την είδες, δήμαρχε; «Κλασικός μητσοτακικός χειρισμός, να βρούμε έναν τρόπο να μπαλώσουμε την κατάσταση. Οταν έγινε η μεταπολίτευση στην Ισπανία, ο Αδόλφο Σουάρεθ είπε «να φέρουμε στην πολιτική ζωή αυτό που αποτελεί την καθημερινότητα στην κοινωνία». Αλλά εδώ έχουμε την παλαιοδεξιά και πρέπει να κάνουμε τους συμβιβασμούς μας. Εχουμε έτσι ζευγάρια ανδρών που δεν μπορούν να αποκτήσουν παιδί με παρένθετη μητέρα».
Μήτσο, να πληρώσω. «Δικά μου», λέει ο κάπελας. Επιμένω, του λέω για την εφημερίδα, είναι ανένδοτος. Μου δίνει ραντεβού για την επόμενη φορά. Ανεβαίνω στη μηχανή και η ρετσίνα δεν με έχει ζαλίσει καθόλου.