Ρωµαιοκρατίας το ανάγνωσμα και των κατ’ όνομα αθλητικών αγώνων το κατάντημα. Σε μια άνευ προηγουμένου μετάλλαξη – για λόγους άρτου και θεάματος – αθλητικών προσπαθειών αφιερωμένων στους θεούς με μια καταλυτική δύναμη νουθετήσεως ακόμα και πολέμων, επιβάλλοντας εκεχειρίες στη διάρκειά τους δίνοντας χρόνο στους εμπόλεμους να διευθετήσουν τις διαφορές τους, και παρά τον σταδιακό εκφυλισμό τους, στη ρωμαιοκρατία μεταμορφώνονται σε κτηνώδη θεάματα αιματηρών συγκρούσεων γλαδιατόρων και θηριομαχιών. Το θλιβερότερο, η βαρβαρότητα των αυτοκρατόρων αποτυπώνεται στην επιμονή τους να επιθυμούν ολυμπιακούς κότινους γελοιοποιώντας κάθε έννοια αθλητικών αγώνων.
Οι ρωµαίοι αυτοκράτορες εμφανίζονταν στους αθλητικούς αγώνες – παρά τη θηριωδία, την αιματοχυσία και τις αλληλοεξοντώσεις – επειδή αντλούσαν πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά οφέλη. Με την εμφάνιση του Νέρωνα στην Ελλάδα και τη θριαμβευτική επιστροφή του στη Ρώμη εξευτελίσθηκαν εντελώς οι ήδη χυδαίοι και αιματόβρεκτοι αγώνες. Με την προσωπική του διαφθορά και τις πρωτοβουλίες βίας, εξαγοράς και διαρπαγής των αρχαιολογικών θησαυρών, απλώς επιβεβαίωνε τη συνέχεια των αχρειοτήτων που ήδη συνέβαιναν κατά τους Ολυμπιακούς των προηγούμενων αιώνων.
Το 67 µ.Χ. o Νέρων (37-68 μ.Χ.) επισκέπτεται την Ελλάδα, έλαβε μέρος σε τέσσερις πανελλήνιους αθλητικούς αγώνες (Ολυμπιακούς, Ισθμια, Νέμεα και Πύθια) όπου αναδείχθηκε και «περιοδονίκης» επειδή ανακηρύχθηκε «νικητής». Σε σχετικά επιγράμματα χαρακτηρίζεται ως «ο πρώτος ρωμαίος νικητής» (Δίων Κάσσιος, Ρωμαϊκή Ιστορία, 63. 20, 2).
Η «νίκη» του στους Ολυμπιακούς είχε προετοιμαστεί με τις γνωστές παρεμβάσεις, εξαγορές και τρομοκρατία πολύ πριν από την έναρξη των αγώνων (Φιλόστρατος, Βίος Απολλώνιου Τυανέως, v, 7). Αξίωσε να λάβει μέρος και στους αγώνες των κηρύκων. Και βέβαια αναδέχθηκε «νικητής» (Σουητώνιος, Νέρων, 24, 1). Δεν έλειψε και η προκλητική απάτη του αυτοκράτορα όταν στην Κόρινθο μίλησε ψευδολογώντας για… «απελευθέρωση της Ελλάδος»! Ο Νέρων επιθυμούσε να λάμψει όχι μόνο ως ηνίοχος αλλά και ως τραγουδιστής και ως κιθαρωδός! Και μόνο με τους Ολυμπιακούς Αγώνες θα αναδεικνυόταν ως ήρωας σε παγκόσμια κλίμακα! Οι επιδεικτικές «επιτυχίες» του Νέρωνα στους ελληνικούς αθλητικούς αγώνες αποτελούσαν ευκαιρία προπαγάνδας στον ρωμαϊκό κόσμο για την καλλιέργεια συμπάθειας.
Κατά την επιστροφή του στη Ρώμη, ύστερα από τη «θριαμβική» περιοδεία του στην υπόδουλη Ελλάδα, ο Νέρων αξίωσε να γκρεμιστεί ένα τμήμα του τείχους της πόλης και να εισέλθει με το άρμα του πανηγυρικώς, σαν να επέστρεφε από πολεμικό θρίαμβο! Ηταν η πασίγνωστη συνήθεια των Αθηναίων που πριν από πέντε αιώνες γκρέμιζαν ένα τμήμα των τειχών για την πανηγυρική είσοδο των ολυμπιονικών. Το μήνυμα αυτής της γελοίας πρωτοβουλίας, ήταν, κατά τον Πλούταρχο (Συμπόσιον, 2,5,2), διακήρυξη ότι με τέτοιους αθλητές δεν χρειάζεται η πόλη οχυρά προστασίας.
Ο Δίων Κάσσιος γράφει (Ρωμ. Ιστ., 63, 20) ότι ο Νέρων με τους στεφάνους που είχε «κερδίσει» από τις… νίκες του (στην Ελλάδα), εισέρχεται στη Ρώμη ανάμεσα στα πλήθη που κραύγαζαν: «Εις περιοδονίκης! Εις από αιώνος!». Και από τους διεφθαρμένους δούλους του διανοούμενους αποκαλείται «εις και μόνος των από αιώνος αυτοκράτωρ μέγιστος φιλάθλων γενόμενος». Με τους στέφανους που του προσέφεραν οι ελλανοδίκες δοξολογώντας τον ύστερα από πλούσιες δωροδοκίες, τα πλήθη κραύγαζαν ωσάν να πρόκειται για τον νικητή όλων των αγώνων, ο μοναδικός θριαμβευτής ολυμπιονίκης!
Εµφανιζόταν παντού φορώντας χρυσοκέντητη πορφύρα, με άμαξα θριάμβου και στεφάνι δάφνης και ελιάς στην κεφαλή. Τον ακολουθούσαν συγκλητικοί και άλλοι ρωμαίοι επίσημοι, στρατιωτικοί και διοικητικοί. Το πλήθος, κατά την εμφάνισή του, κραύγαζε πανηγυρίζοντας: «Ζήτω ο ολυμπιονίκης, ο πυθιονίκης! Αύγουστε! Αύγουστε! Ζήτω ο Νέρων! Ζήτω ο Ηρακλής και ο Απόλλων» (Σουητώνιος, Νέρων, 25, 3). Ηταν μια βδελυρή σκηνοθεσία με δοξολογία του αποτρόπαιου αυτοκράτορα.
Ενας άλλος αυτοκράτορας, ο Δομιτιανός, εμφανιζόταν στις ρωμαϊκές αρένες για να παρακολουθήσει τους βάρβαρους και φονικούς αθλητικούς αγώνες φορώντας ελληνικό μανδύα από πορφύρα και με χρυσό στέμμα στην κεφαλή, όπως μας λέει ο Σουητώνιος (Δομιτιανός, 4).
Οι αρµατοδροµίες της προκλασικής εποχής συνεχίζονταν και κατά τη ρωμαιοκρατία κάτω από νέες συνθήκες. Αποτελούσαν απολαυστικό θέαμα στις «αρένες». Βραβεύονταν οι ηνίοχοι των κατώτερων κοινωνικών τάξεων και όχι οι αριστοκράτες του Ελληνισμού. Τιμούσαν τους νικητές με αργυρούς στεφάνους και μεγάλα χρηματικά ποσά.
Ο επαγγελµατικός αθλητισμός οδήγησε κατά τη ρωμαιοκρατία στην οργάνωση αθλητικών συνδικάτων. Στις ασιατικές πόλεις οι πρωταθλητές που ονομάζονταν «ιερονίκαι» εμφανίζονταν στα θέατρα με στεφάνι στην κεφαλή και ενδυμασία απο πορφύρα. Σύμβολό τους παντού ο Ηρακλής! Η ρωμαϊκή οργάνωση των επαγγελματιών αθλητών ονομαζόταν «οικουμενικό αδριάνειο, αντωνινικό, σεπτίμιο αθλητικό σωματείο που λατρεύει τον Ηρακλή και τον Ερμή, τον Σεπτίμιο Σεβήρο και τον ισχυρό Αύγουστο». Υπήρχε στενός δεσμός μεταξύ επαγγελματιών αθλητών και ρωμαίων αυτοκρατόρων για προβολή και φήμη της εξουσίας.
Οι αθλητές της ελληνορωμαϊκής περιόδου, ακολουθώντας την προαιώνια τακτική έσπευδαν να συγκροτήσουν συντεχνίες για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους και να εξασφαλίσουν προνόμια από τη ρωμαϊκή εξουσία: απαλλαγή από τη στρατιωτική θητεία, απαλλαγή από τη φορολογία, προσωπική ασφάλεια και δικαίωμα να φορούν πορφύρα. Ηταν τα σωματεία των «ιερονικών» και «στεφανιτών».
Κατά τον Πλίνιο (Naturalis Historiae) οι πνευματικές ικανότητες των αθλητών δεν είναι μεγαλύτερες από εκείνες των ζώων. Ο πρώτος ρωμαίος ολυμπιονίκης ήταν ο αυτοκράτωρ Τιβέριος (4ος αι. π.Χ.) με εκβιασμούς και δωροδοκίες των ελλανοδικών. Ο μονάρχης της Ιουδαίας Ηρώδης προσέφερε δωρεά στην Ολυμπία το 12 π.Χ. ισχυριζόμενος ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποτελούσαν το τελευταίο που απέμεινε στην Ελλάδα!
Ο Σενέκας, ο Τάκιτος και ο Πλίνιος ασκούν δριμύτατη κριτική για τους ρωμαίους θεατές που ενθουσιάζονται από τις αρματοδρομίες. Γράφουν ότι δεν πανηγύριζαν για την ταχύτητα των αλόγων ή για τη δεξιοτεχνία των ηνιόχων. Ηταν φανατικοί οπαδοί αρματoδρομικών ομάδων, όπως σήμερα οι ποδοσφαιρόφιλοι.
Ιδού µερικές από τις πολυφημισμένες ομάδες: ή Alba (Λευκή), η Russata (Ερυθρά), η Prasina και η Veneta (Γαλάζια). Επί Δομιτιανού συγκροτήθηκαν και άλλες αρματοδρομικές ομάδες, όπως η Purpura (Πορφύρα) και η Aurata (Χρυσή) (Σουητώνιος, Δομιτιανός, 7, 1).
Οι ρωµαϊκές αγριότητες ήταν ο πρόδρομος των αχρειοτήτων των αθλητικοπολιτικών παρατάξεων της βυζαντινής περιόδου (Πράσινοι και Βένετοι). Οι ρωμαίοι ηνίοχοι φορούσαν στις αρένες ενδυμασίες με τα χρώματα των ομάδων τους. Αυτοκράτορες υποστήριζαν και δωροδοκούσαν ομάδες της αρεσκείας τους. Ο Καρακάλλας ήταν οπαδός των Βένετων, ο Καλιγούλας, ο Νέρων, ο Κόμμοδος και ο Ηλιογάβαλος των Πρασίνων.
Στις αρµατοδροµίες κυριαρχούσε η διαφθορά όπως και κατά την ελληνική αρχαιότητα. Οι ηνίοχοι εξαγοράζονταν από διάφορες ομάδες όπως σήμερα αθλητές από «γηπεδικές» εταιρείες. Αγριος φανατισμός επικρατούσε στους οπαδούς. Συχνά δηλητηρίαζαν τα άλογα των αντιπάλων ομάδων. Ο Καλιγούλας ξεχώριζε για τον πλουτισμό νικητών ηνιόχων. Φρόντισε μάλιστα να τιμήσει ένα άλογο που νίκησε στις αρματοδρομίες προσφέροντας του ένα στάβλο από μάρμαρο και παχνί από ελεφαντοστούν! (Σουητώνιος, Γάιος, 55). Ενώ κάλπαζε αυτό το άλογο οι θεατές προστάζονταν να σιωπούν για να μην ενοχληθεί!
Ο Καλιγούλας χάρισε σε ένα νικητή ηνίοχο δυο εκατομμύρια σηστέρτιους. Θα πρέπει να ήταν πολλά (τα) λεφτά (Αρη)! Στους νικητές ηνιόχους προσφέρονταν, εκτός από άφθονο χρήμα, και αξιώματα.