Η απειλή ενός Γ’ Παγκόσμιου Πολέμου απασχολεί έντονα τον τελευταίο καιρό καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία και η κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή προβληματίζουν για μία επικείμενη γενική σύρραξη.
Μάλιστα αν σε όλο αυτό το σκηνικό που μόνο αισιόδοξο δεν μπορεί να θεωρηθεί, προστεθούν και δηλώσεις αξιωματούχων, όπως του Βρετανού υπουργού Άμυνας, Γκραντ Σαπς, ο οποίος προειδοποίησε ότι ο κόσμος θα μπορούσε να κατακλυστεί από πολέμους με τη συμμετοχή της Κίνας, της Ρωσίας, της Βόρειας Κορέας και του Ιράν μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, το παγκόσμιο γεωπολιτικό σκηνικό γίνεται ακόμα πιο περίπλοκο και η κατάσταση μυρίζει «μπαρούτι» πιο έντονα από ποτέ μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου
Μάλιστα σύμφωνα με τον Σαπς οδεύουμε «από έναν μεταπολεμικό σε έναν προπολεμικό κόσμο».
Σε παρόμοιες δηλώσεις προέβη και ο επικεφαλής του βρετανικού στρατού, υποστηρίζοντας ότι οι πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου θα πρέπει να «εκπαιδευτούν και να εξοπλιστούν» για να πολεμήσουν σε έναν ενδεχόμενο πόλεμο με τη Ρωσία, περιγράφοντας όσους ζουν σήμερα ως «προπολεμική γενιά».
Τα σχόλια του στρατηγού σερ Πάτρικ Σάντερς προκάλεσαν ανησυχία για την επιστράτευση – κάτι που ο πρώην ανώτατος διοικητής του ΝΑΤΟ της Βρετανίας στρατηγός σερ Ρίτσαρντ Σέριφ δήλωσε ότι ήρθε η ώρα να εξεταστεί.
Ο σερ Πάτρικ πρόσθεσε ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία ήταν ένα «σημείο πίεσης» και πρόσθεσε ότι «δεν έχουμε την πολυτέλεια να κάνουμε το ίδιο λάθος» με τους προκατόχους μας που «σκόνταψαν σε… φρικτούς πολέμους», όπως ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος το 1914.
Το Sky News μίλησε με ειδικούς για το αν ο Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος είναι πιθανός – και αν ζούμε πραγματικά σε έναν «προπολεμικό κόσμο».
«Ο φόβος δεν είναι εντελώς εξωπραγματικός»
Ο διεθνής ανταποκριτής του Sky News, Άλεξ Ρόσι, εξέφρασε την άποψη ότι μετά το χτύπημα που στοίχησε τη ζωή στους τρεις Αμερικανούς στρατιώτες στην Ιορδανία, η κατάσταση περιπλέκεται περισσότερο και ο κίνδυνος κλιμάκωσης αυξάνεται.
«Σίγουρα, η εποχή στην οποία ζούμε είναι εξαιρετικά επικίνδυνη. Και η δολοφονία τριών Αμερικανών στρατιωτών στην Ιορδανία αύξησε σημαντικά την πιθανότητα να βαθύνει η κρίση στη Μέση Ανατολή. Το πώς θα συμβεί αυτό και αν θα οδηγήσει σε μια μεγαλύτερη περιφερειακή σύγκρουση και στη συνέχεια σε έναν πιο διευρυμένο πόλεμο είναι το σημαντικό άγνωστο», ανέφερε αρχικά.
«Αυτός είναι σίγουρα ο φόβος – και δεν είναι εντελώς εξωπραγματικός. Οι ιστορικοί έχουν μελετήσει και συζητήσει τα γεγονότα που οδήγησαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μέσα από αυτόν τον φακό της εκ των υστέρων θέασης μπορούμε τώρα να δούμε πώς ξεκίνησε. Αλλά εκείνη την εποχή δεν ήταν εύκολο να προβλεφθεί πώς ένα τοπικό γεγονός θα πυροδοτούσε μια αλυσιδωτή αντίδραση που θα οδηγούσε στη βιομηχανική και μηχανική σφαγή ολόκληρων γενεών», προσέθεσε.
«Οι προειδοποιήσεις είναι εδώ σε αυτή την περίοδο, όπου υπάρχει τεράστια παγκόσμια αβεβαιότητα και η περίοδος της ξεκάθαρης ισχύος των ΗΠΑ έχει τελειώσει. Η σπίθα για την επόμενη μεγάλη παγκόσμια σύγκρουση θα μπορούσε κάλλιστα να αποδειχθεί ότι είναι τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου. Τέσσερις μήνες αργότερα το θέατρο του πολέμου επεκτείνεται με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους να εμπλέκονται βαθύτερα στην περιοχή», ανέφερε ακόμα ο Ρόσι.
«Πώς μπορούν οι ΗΠΑ να αποκαταστήσουν την αποτρεπτική τους δύναμη»
«Η πρώτη αντίδραση της Ουάσινγκτον μετά την επίθεση της Χαμάς ήταν να παράσχει στο Ισραήλ απερίφραστη υποστήριξη αλλά και να κάνει ό,τι μπορούσε για να περιορίσει τις φωτιές που προκάλεσε αυτή η θηριωδία – αυτό που βλέπουμε τώρα είναι οι περιορισμοί αυτής της πολιτικής. Οι σύμμαχοι και οι πληρεξούσιοι του Ιράν δεν πτοήθηκαν από την τεράστια επίδειξη δύναμης των ΗΠΑ στην περιοχή – αν μη τι άλλο τα πολεμικά πλοία και τα αεροπλανοφόρα λειτούργησαν ως μαγνήτης για επιθέσεις.
Το ερώτημα τώρα και αυτό που θα κρίνει αν αυτός ο πόλεμος θα επεκταθεί περαιτέρω είναι πώς μπορούν οι ΗΠΑ να αποκαταστήσουν την αποτρεπτική τους δύναμη μετά την τελευταία επίθεση στη βάση τους στην Ιορδανία χωρίς να χειροτερέψουν μια άσχημη κατάσταση. Δεν υπάρχουν πραγματικά καλές επιλογές. Μια άμεση επίθεση στο Ιράν θα ήταν ένας τρόπος, αλλά αυτό θα μπορούσε επίσης να ανοίξει το κουτί της Πανδώρας. Και έχουμε ήδη δει πόσο λίγα έχουν πετύχει τα αντίποινα κατά των Χούθι στην Υεμένη.
Όλα αυτά βέβαια συμβαίνουν όταν η Ρωσία βρίσκεται σε πόλεμο με την Ουκρανία (και τη Δύση) και η Κίνα ενισχύει τη στάση της στην Ταϊβάν. Αυτό δεν σημαίνει ότι οδεύουμε προς τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο – αλλά δεν σημαίνει ότι δεν θα το κάνουμε», κατέληξε.
«Η κατάσταση σήμερα πολύ πιο επικίνδυνη σε σχέση με το 1914 και το 1939»
Ο δρ. Νρτέιβιντ Γουέρινγκ, λέκτορας διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Σούσεξ, σημείωσε ότι η κατάσταση σήμερα είναι πολύ επικίνδυνη δεδομένου ότι πλέον όλες οι μεγάλες δυνάμεις διαθέτουν πυρηνικά όπλα και πως ο κίνδυνος για την κλιμάκωση μίας σύγκρουσης είναι πραγματικός σε μεγάλο βαθμό.
«Κατά μία έννοια, η κατάσταση σήμερα είναι πολύ πιο επικίνδυνη σε σχέση με το 1914 και το 1939, επειδή όλες οι μεγάλες δυνάμεις διαθέτουν πυρηνικά όπλα. Ο κίνδυνος εδώ δεν είναι ότι η μία πλευρά παίρνει την προμελετημένη απόφαση να πυροδοτήσει την ‘Αποκάλυψη’, αλλά μάλλον ότι μια σύγκρουση ή μια περιοχή έντασης κλιμακώνεται σε ένα ορισμένο σημείο, ένα μέρος κάνει μια κίνηση την οποία ένα άλλο μέρος παρερμηνεύει, και τότε αρχίζει μια πυρηνική ανταλλαγή παρά το γεγονός ότι κανείς δεν την περίμενε», υπογράμμισε.
«Θα πρέπει να λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψη μας αυτόν τον κίνδυνο, ιδίως όσον αφορά την Ουκρανία και την Ταϊβάν. Ο περιφερειακός πόλεμος στη Μέση Ανατολή, με επίκεντρο τη Γάζα, είναι απίθανο να κλιμακωθεί σε Παγκόσμιο Πόλεμο. Προς το παρόν δεν αποτελεί σημείο ανάφλεξης μεταξύ των μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων. Αλλά οι κίνδυνοι είναι αρκετά πραγματικοί, τόσο από μια γενοκτονία στη Γάζα όσο και από μια περαιτέρω κλιμάκωση που θα προσελκύσει το Ιράν, θα φουντώσει στις πετρελαϊκές πηγές του Περσικού Κόλπου και θα βγάλει την παγκόσμια οικονομία από τον άξονά της», προσέθεσε.
«Οι ΗΠΑ έχουν επανειλημμένα προειδοποιήσει για κλιμάκωση της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή, και όμως έχουν επανειλημμένα ενεργήσει με τρόπους που έχουν καταστήσει αυτό το αποτέλεσμα πραγματικότητα. Είναι ευρέως κατανοητό πλέον ότι η αποκλιμάκωση απαιτεί από τις ΗΠΑ να τραβήξουν την πρίζα στην επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα. Η μάταιη και επικίνδυνη στρατιωτική δράση κατά των Χούθι είναι μια αντανάκλαση της άρνησης της Ουάσινγκτον να αποδεχτεί αυτή την πραγματικότητα», κατέληξε.
«Η Δύση πρέπει να δράσει για να αποφύγει τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο»
Ο Ντόμινικ Γουάγκχορν, συντάκτης διεθνών θεμάτων του Sky News, υποστήριξε ότι είμαστε πιο κοντά στον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, αλλά σημείωσε πως ακόμα η κατάσταση δεν εμπνέει ανησυχία με το μεγαλύτερο «αν» να αφορά την Ουκρανία.
«Είμαστε πιθανότατα πιο κοντά από ό,τι ήμασταν από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου στον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά μην ανησυχείτε. Δεν χρειάζεται να γεμίσουμε το υπόγειο με σφαίρες και φασόλια ακόμα. Τα σημεία που βράζουν κοχλάζουν περισσότερο από ό,τι εδώ και πολύ καιρό, οι γραμμές ρήγματος όλο και πιο τεταμένες και ο πόλεμος φαίνεται να πολλαπλασιάζεται. Αλλά ο συναγερμός που σήμανε από τους στρατηγούς και καχύποπτους είναι λίγο παραπλανητικός και ας το παραδεχτούμε, είναι πρόθυμοι να κάνουν λόγο για μεγαλύτερους προϋπολογισμούς και μεγαλύτερους ρόλους.
Το γεγονός είναι ότι η σύγκρουση με τη Ρωσία μπορεί να αποφευχθεί πλήρως, εάν ο Πούτιν μπορεί να πεισθεί ότι δεν υπάρχει περιθώριο να συνεχίσει την τρελή περιπέτειά του στην Ουκρανία. Δυστυχώς, αυτό είναι επί του παρόντος ένα μεγαλύτερο ‘αν’ από ό,τι χρειάζεται να είναι. Η Ουκρανία έχει πρόβλημα σε αυτόν τον πόλεμο και η περαιτέρω δυτική βοήθεια καθυστερεί τόσο από την Ευρώπη όσο και από την Αμερική», ανέφερε αρχικά.
«Είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο Πούτιν θα δοκιμάσει την τύχη του εναντίον των κρατών μελών του ΝΑΤΟ στη Βαλτική»
«Αυτό που χρειάζεται το Κίεβο δεν είναι υποθετικές συζητήσεις για την επιστράτευση. Χρειάζεται βλήματα, πολύ περισσότερα από αυτά, και πιο προηγμένα όπλα – και μέχρι στιγμής η Δύση αποτυγχάνει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις. Απέτυχε να αποτρέψει τον Πούτιν από την ανάμιξη στη Γεωργία το 2008, οπότε το έκανε ξανά στην Κριμαία το 2014 και στη Συρία το 2015. Αν δεν αποθαρρυνθεί στην Ουκρανία, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα δοκιμάσει την τύχη του εναντίον των κρατών μελών του ΝΑΤΟ στη Βαλτική, επειδή θα υποθέσει ότι η συμμαχία είναι πολύ ασπόνδυλη για να τον σταματήσει.
Αντί για ευφάνταστες συζητήσεις για στρατούς πολιτών και εθνική θητεία, οι στρατιωτικοί και πολιτικοί ηγέτες της Δύσης θα μπορούσαν να επικεντρωθούν στην αντιμετώπιση αυτής της απειλής κατά μέτωπο, βάζοντας μολύβι στο ΝΑΤΟ και πείθοντας τους συμμάχους μας να κάνουν το ίδιο», προσέθεσε.
«Βρισκόμαστε σε προπολεμική εποχή»
Ο στρατιωτικός αναλυτής, Σάιμον Ντίγκινς από την πλευρά του έκανε λόγο για ένα «προπολεμικό κόσμο».
«Κατά μία έννοια, βρισκόμαστε πάντα σε έναν ‘προπολεμικό’ κόσμο, καθώς οι πόλεμοι μπορούν να ξεκινήσουν από λάθος υπολογισμούς, από ύβρη ή παρεξηγήσεις, καθώς και από σκόπιμο σχεδιασμό. Ωστόσο, τους τελευταίους μήνες έχουν παρατηρηθεί κάποιες δυνατές φωνές και η αίσθηση ότι οι αναπόφευκτες εντάσεις ενός πολύπλοκου κόσμου μπορεί να επιλυθούν μόνο με πόλεμο. Τίποτα δεν είναι αναπόφευκτο, αλλά ιδίως η εισβολή στην Ουκρανία έδειξε ότι η Ρωσία βλέπει τον πόλεμο ως μέσο πολιτικής, ως εργαλείο για να αλλάξει την παγκόσμια τάξη προς όφελός της, και όχι απλώς ως μέσο άμυνας. Η Κίνα επιδιώκει ομοίως την επανένωση με την Ταϊβάν και το Ιράν, στην περιοχή του, θέλει τη δική του ‘θέση στον ήλιο’», υπογράμμισε.
«Αυτό σημαίνει, εν ολίγοις, ότι το τεκμήριο κατά της χρήσης βίας -που ήταν η βάση της παγκόσμιας τάξης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, για οτιδήποτε άλλο εκτός από την άμυνα- έχει χαθεί. Το ποιος το ξεκίνησε αυτό, είναι, φυσικά, αμφισβητήσιμο. Ενώ εμείς μπορούμε να δείξουμε με το δάχτυλο τη Ρωσία ως αποσταθεροποιητή, οι Ρώσοι επισημαίνουν τόσο την εισβολή στο Ιράκ το 2003 – ως παράνομη χρήση βίας – όσο και αυτό που θεωρούν ως ‘δομική βία’ της ανατολικής επέκτασης του ΝΑΤΟ στα σύνορα της Ρωσίας. Η Δύση βλέπει αυτή την επέκταση ως μια φυσική και λογική επιλογή μεμονωμένων εθνών», συμπλήρωσε.
«Θα βρεθούμε αντιμέτωποι με έναν ‘Νέο Ρωσικό Στρατό’»
«Οι Ρώσοι, οι οποίοι θεωρούν από καιρό τους εαυτούς τους ως περιτριγυρισμένο λαό, πιστεύουν ότι χρειάζονται ένα προπύργιο από φιλικές ή, τουλάχιστον, υποχωρητικές χώρες για να προστατεύσουν τη ‘Μητέρα Ρωσία’. Είναι αυτή η αποσύνδεση της κοσμοθεωρίας, σε συνδυασμό με την προθυμία χρήσης βίας, που καθιστά την κατάσταση στην ανατολική Ευρώπη τόσο πολύ επικίνδυνη.
Το τελευταίο στοιχείο είναι πιο άμεσο. Η Ρωσία έχει, τον τελευταίο χρόνο, διπλασιάσει τις αμυντικές της δαπάνες: τώρα δαπανά το 6% του ΑΕΠ της, ή το ένα τρίτο όλων των κρατικών δαπανών, για τον στρατό. Αντίθετα, εμείς ξοδεύουμε λίγο πάνω από το 2% του ΑΕΠ ή περίπου το 4,5% των κυβερνητικών δαπανών. Μεγάλο μέρος από αυτά απαιτείται για τη διεξαγωγή του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά οι Ρώσοι, πάντα προσαρμοστικοί, χρησιμοποιούν το χωνευτήρι του πολέμου για να μεταρρυθμίσουν, να αναδιαρθρώσουν και να επανεξοπλίσουν τις δυνάμεις τους», είπε ακόμα.
«Θα υπάρξει κατάπαυση του πυρός ή κάποιο είδος αμήχανου αδιεξόδου – ενδεχομένως φέτος, σχεδόν σίγουρα μέχρι το επόμενο έτος στην Ουκρανία. Τότε θα βρεθούμε αντιμέτωποι με έναν ‘Νέο Ρωσικό Στρατό’, που θα χρησιμοποιηθεί όπου θέλει ο πρόεδρος Πούτιν – και έχει έναν μακρύ κατάλογο ‘αναπροσαρμογών’ για να διορθώσει αυτό που θεωρεί ως την καταστροφή της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης. Βρισκόμαστε, οριστικά και αμετάκλητα, σε μια προπολεμική εποχή», κατέληξε.