Οι καταστροφές που προκάλεσαν οι πλημμύρες (και) στις αγροτικές υποδομές ήταν μόνο το «κερασάκι» στην τούρτα των προβλημάτων για τους αγρότες. Το πρόβλημα λειτουργεί σωρευτικά και με άλλες αιτίες. Πρώτη των οποίων είναι οι τιμές παραγωγού. Επειτα από σχεδόν μία τριετία ανόδου τους, το 2023 οι τιμές σε βασικά ελληνικά προϊόντα έπεσαν. Στο σιτάρι τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης υποχώρησαν κατά 20,71%, το ίδιο και στο καλαμπόκι 30,55%. Σε αντιδιαστολή, ανέβηκαν οι τιμές σε προϊόντα με μικρή ή ασήμαντη σημασία στις αγροτικές περιοχές. Αυτό ισχύει για τον χυμό πορτοκαλιού (+55,14%), που παράγουμε μικρές ποσότητες και όχι στις περιοχές που διαμαρτύρονται, στα βοοειδή (+9,99%) που ούτως ή άλλως παράγουμε μικρές ποσότητες και στη ζάχαρη (+2,69%) όπου δεν παράγουμε εδώ και χρόνια τίποτα. Ανέβηκαν οι τιμές και στο ελαιόλαδο, αλλά αυτό αποτελεί διαφορετική περίπτωση, καθώς θεωρείται περισσότερο αστικό αγροτικό προϊόν.
Οι πτωτικές τιμές παραγωγού στα συγκεκριμένα προϊόντα ήρθαν να προστεθούν στη μακρά λίστα προβλημάτων που άρχισαν να χτυπούν τους αγρότες το 2020, πολύ πριν από τις πλημμύρες στην Ελλάδα. Το φαινόμενο ξεκίνησε με τα διαδοχικά κύματα ξηρασίας από το φαινόμενο Ελ Νίνιο, που προκάλεσε ακραίες μεταβολές στις παραγωγές σημαντικών προϊόντων επηρεάζοντας την προσφορά. Ακολούθησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, που οδήγησε σε αυξημένο γεωργικό κόστος (λιπάσματα και ενέργεια) και ώθησαν τις τιμές των αγροτικών προϊόντων σε επίπεδα-ρεκόρ, περιορίζοντας σημαντικά την καταναλωτική ζήτηση. Από εκείνη τη «ζημιά», η ζήτηση διεθνώς δεν αποκαταστάθηκε και όταν η προσφορά έφτασε στα συνήθη επίπεδα, οι τιμές υποχώρησαν, αλλά το κόστος παραγωγής παρέμεινε στα ύψη. Αυτό είναι το δράμα που ζουν οι αγρότες.
Το μεγάλο ωστόσο πρόβλημα το είχε και το έχει το βαμβάκι, το οποίο παρά το γεγονός ότι θεωρείται απαξιωμένο προϊόν, συνεχίζει να παίζει καθοριστικό ρόλο στις περιοχές της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας όπου βρίσκονται οι αγρότες στον δρόμο. Η παραγωγή που εκκοκκίστηκε στα τέλη του 2023, μειώθηκε στους 550.000 τόνους, από 900.000 τόνους το 2022. Πρόκειται για μια μείωση κοντά στο 35%. Η πτώση δεν αφορούσε μόνο τις πληγείσες από τις πλημμύρες περιοχές της Θεσσαλίας. Εντομολογικές προσβολές προκάλεσαν μεγάλες ζημιές και στη Μακεδονία, οδηγώντας σε μείωση απόδοσης. Ενα χωράφι που απέδιδε 450 κιλά ανά στρέμμα σε μια κανονική χρονιά, το 2023 απέδωσε 250 κιλά ανά στρέμμα. Συνολικά η ποιότητα ήταν από τις χειρότερες των τελευταίων ετών.
Ζημιά μεγάλη έχει υποστεί όμως και η εγχώρια σποροπαραγωγή σε ποσοστό άνω του 85%, γεγονός που δημιουργεί άσχημες προϋποθέσεις για τη νέα καλλιεργητική περίοδο. Ολα αυτά θα θεωρούνταν λιγότερο πρόβλημα, αν είχαν κινηθεί σε υψηλά επίπεδα οι τιμές παραγωγού. Αυτό όμως, παρά τη μείωση της προσφοράς προϊόντος, δεν συνέβη. Ο μεγαλύτερος αγοραστής σε ποσοστό άνω του 50% του ελληνικού βαμβακιού, η Τουρκία, δεν αγόρασε φέτος αυτό που ήταν να αγοράσει λόγω των οικονομικών προβλημάτων που επηρέασαν την τουρκική κλωστοϋφαντουργία.
Ολα αυτά έρχονται και συσσωρεύονται τώρα. Οι στρεβλώσεις που προκάλεσαν η πανδημία, ο πόλεμος του Πούτιν και η κλιματική αλλαγή, ήρθαν να συναντήσουν το αδύναμο πρότυπο ανάπτυξης της ελληνικής γεωργίας, το οποίο ακόμα εξαρτάται από την τιμή του βαμβακιού…