Πολλές αυτόχθονες και τοπικές κοινότητες απολαμβάνουν απολύτως ικανοποιητικές ζωές παρά τις περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες, διαπιστώνει νέα μελέτη, η οποία δείχνει να διαψεύδει την κρατούσα άποψη για την ψυχολογική αξία του χρήματος.
Η οικονομική ανάπτυξη συχνά παρουσιάζεται ως σίγουρος τρόπος αύξησης της ευημερίας των ανθρώπων σε χώρες χαμηλού εισοδήματος, επισημαίνει η διεθνής ομάδα ερευνητών που παρουσιάζει τα ευρήματα στην επιθεώρηση PNAS.
Τη στρατηγική αυτή υποστηρίζουν παγκόσμιες έρευνες των τελευταίων δεκαετιών, οι οποίες υποδεικνύουν ότι οι πληθυσμοί πλούσιων χωρών τείνουν να αναφέρουν υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από τη ζωή, σε σχέση με χώρες χαμηλού εισοδήματος.
Ο συσχετισμός αυτός μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι μόνο οι κάτοικοι πλούσιων χωρών έχουν τη δυνατότητα να ευτυχήσουν. Όμως η νέα μελέτη αμφισβητεί ότι ο συσχετισμός αυτός ισχύει σε όλες τις κοινωνίες.
Ο λόγος είναι ότι πολλές παγκόσμιες έρευνες, όπως το World Happiness Report, εστιάζονται στις βιομηχανικές κοινωνίες και τείνουν να παραβλέπουν μικρές, σχετικά απομονωμένες κοινότητες.
Στις κοινωνίες αυτές, λένε οι ερευνητές, η ανταλλαγή χρήματος παίζει μικρό ρόλο στην καθημερινή ζωή, η οποία αντ’ αυτού εξαρτάται άμεσα από τη φύση.
Βιώσιμη ευτυχία
Η ανάλυση βασίστηκε στις απαντήσεις σχεδόν 3.000 ανθρώπων από αυτόχθονες και τοπικές κοινότητες σε 19 μέρη σε όλο τον κόσμο.
Μόνο το 64% των νοικοκυριών που συμμετείχαν είχαν εισοδήματα σε χρήμα.
Και η ανάλυση έδειξε ότι «πολλοί πληθυσμοί με πολύ μικρά χρηματικά εισοδήματα αναφέρουν πολύ υψηλά επίπεδα ικανοποίησης από τη ζωή, με βαθμολογίες παρόμοιες με αυτές στις πλούσιες χώρες» λέει ο Έρικ Γκάλμπρεϊθ του Πανεπιστημίου McGill στον Καναδά, πρώτος συγγραφέας της δημοσίευσης.
Το μέσο σκορ ικανοποίησης από τη ζωή στις μικρές κοινωνίες που εξετάστηκαν έφτανε το 6,8 σε μια κλίμακα από το μηδέν έως το 10. Παρόλο που υπήρχαν και κοινότητες με χαμηλές βαθμολογίες, έως και 5,1, τέσσερις από τις 19 περιοχές έδωσαν σκορ πάνω από 8, μια τυπική τιμή για πλούσιες σκανδιναβικές χώρες σε προηγούμενες έρευνες.
«Και αυτό παρά το γεγονός ότι πολλές από αυτές τις κοινωνίες έχουν ιστορικό περιθωριοποίησης και καταπίεσης», γράφουν οι ερευνητές.
Το συμπέρασμα, λένε, είναι ότι η ευτυχία δεν απαιτεί υψηλά επίπεδα υλικού πλούτου. «Η ισχυρή σύνδεση που συχνά παρατηρείται ανάμεσα στο εισόδημα και την ικανοποίηση από τη ζωή δεν είναι οικουμενική και αποδεικνύει ότι ο πλούτος –όπως παράγεται από τις βιομηχανικές κοινωνίες- δεν αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για να ζουν οι άνθρωποι ευτυχισμένες ζωές», λέει η Βικτόρια Ρέις-Γκαρσία του Αυτόνομου Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης, μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Τα ευρήματα, σχολίασε η ομάδα, είναι μια καλή είδηση για τη βιωσιμότητα των κοινωνιών, καθώς προσφέρουν ενδείξεις ότι η οικονομική ανάπτυξη που καταναλώνει φυσικούς πόρους δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ευημερία.
Οι ερευνητές επισήμαναν ακόμα ότι οι κάτοικοι πολλών αυτόχθονων και τοπικών κοινωνιών λένε ότι είναι ευτυχισμένοι, δεν γνωρίζουν όμως το γιατί.
Προηγούμενες μελέτες υποδεικνύουν ότι η οικογένεια, οι σχέσεις, η κοινωνική στήριξη, η πνευματικότητα και η επαφή με τη φύση μπορεί να είναι σημαντικοί παράγοντες.
Όπως όμως επισήμανε ο Γκάλμπρεϊθ, «είναι πιθανό ότι οι σημαντικότεροι παράγοντες διαφέρουν μεταξύ των κοινωνιών ή ότι, αντίθετα, ένας μικρός αριθμός παραγόντων κυριαρχούν παντού».
»Ελπίζω ότι μαθαίνοντας περισσότερα για το τι κάνει τη ζωή ικανοποιητική σε αυτή την ποικιλία κοινωνιών μπορεί να βοηθήσει άλλους να κάνουν τις ζωές τους πιο ικανοποιητικές ενώ παράλληλα αντιμετωπίζουν την κρίση βιωσιμότητας».