«Το προόριζα για άλλον αλλά μια και σας είδα και γνωρίζω πόσο εκτιμούσατε τον πατέρα μου, το δίνω σ’ εσάς» είπε ο νεαρός με τον σκούφο και αφού απέθεσε ένα βιβλίο πάνω στο τραπεζάκι του καφέ στη στοά της Πλατείας Κοραή όπου καθόμουν με τον φίλο μου, εξαφανίστηκε σαν σίφουνας. Ο φίλος μου, συνάδελφος και σε αντίθεση με εμένα παλιός αριστερός, ήταν εκείνος στον οποίο είχε απευθυνθεί ο νεαρός. Προς στιγμήν, ξαφνιασμένος, ο φίλος μου δεν είχε δώσει ιδιαίτερη σημασία κουνώντας απλώς το κεφάλι του σαν να έγνεφε ευχαριστώ προς τον νεαρό. Αμέσως μετά όμως, όταν κοίταξε το εξώφυλλο του βιβλίου κοκάλωσε. Οχι από τον τίτλο του βιβλίου, «Δημήτρης Μητροπάνος – Βαδίζουμε μαζί στον ίδιο δρόμο», αλλά από το όνομα του συγγραφέα: Θανάσης Κ. Κάππος. Ειλικρινά (και σχεδόν δεν πίστευα στα μάτια μου), ο φίλος είχε βουρκώσει. Οταν λίγο αργότερα άρχισε να μου μιλά, κόμπιαζε.
Ο Θανάσης Κ. Κάππος, ο νεαρός που άφησε στο τραπέζι το βιβλίο «Δημήτρης Μητροπάνος – Βαδίζουμε μαζί στον ίδιο δρόμο», εκτός από συγγραφέας του είναι επίσης ο γιος του Κώστα Κάππου, ενός θρύλου της Αριστεράς στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, «ενός πραγματικού ήρωα», όπως με πείσμα και ζωηρά χρώματα άρχισε να μου περιγράφει ο φίλος μου. Αν και ποτέ δεν υπήρξα αριστερός, γνώριζα φυσικά τον Κώστα Κάππο, θυμόμουν τα βασικά. Οτι υπήρξε ένας από τους βασικούς μάρτυρες στην περίφημη Δίκη της Χούντας, όπως και το ότι στη Μεταπολίτευση είχε διατελέσει βουλευτής του ΚΚΕ και αργότερα ευρωβουλευτής για το ίδιο κόμμα. Ηξερα επίσης ότι ο Κάππος είχε έρθει σε ρήξη με το κόμμα του όταν το 1989 σχηματίστηκε η συγκυβέρνηση της Δεξιάς με την Αριστερά.
Αυτά που δεν ήξερα, ήταν οι βαθύτερες λεπτομέρειες που όπως συχνά συμβαίνει καλύπτονται από τον αφρό στην επιφάνεια. Εμαθα λοιπόν ότι ο Κώστας Κάππος ήταν τόσο πολύ αφοσιωμένος προς το κόμμα το οποίο υπηρετούσε «ψυχή τε και σώματι» που ουδόλως τον ενδιέφερε το ότι δεν είχε καθόλου χρήματα, ακόμα και για τα στοιχειώδη. Τα προς το ζην. Ενώ ήταν βουλευτής του ΚΚΕ, ο Κάππος έπρεπε να ζει με τα ψίχουλα των 60.000 δρχ. που στη δεκαετία του 1980 έπαιρνε από το κόμμα του ως μισθό.
«Και ήταν ένας άνθρωπος που είχε πραγματικά ανάγκη», μου είπε ο φίλος, επισημαίνοντας ότι ο Κάππος ήταν αναγκασμένος να δανείζεται χρήματα από δω κι από κει προκειμένου να αγοράσει την ινσουλίνη που χρειαζόταν το παιδί του. «Αναγκάστηκε να κάνει τον λογιστή για να βγάλει κάνα φράγκο». Και μετά ο φίλος μου με γλαφυρό – κομμάτι δραματικό – τρόπο, άρχισε να μου περιγράφει τα βασανιστήρια που υπέστη ο Κώστας Κάππος στα μπουντρούμια της ΕΑΤ – ΕΣΑ επί χούντας, έχοντας επιστρέψει από την εξορία. Με τη συνοδεία χαρακτηριστικών χειρονομιών άρχισε να μου λέει για το κομμάτι του μάγουλου που αφαιρέθηκε με τα δόντια από το πρόσωπο του Κάππου. Για τα απίστευτα σωματικά μαρτύρια που αυτός ο άνθρωπος υπέστη χωρίς να λυγίσει ποτέ. «Και μετά μου λένε για τους αριστερούς και το πόσο μπορούν να αντέξουν», κατέληξε ο φίλος.
Ανάλογα την εποχή σκέφτηκα αμέσως ακούγοντας αυτό το τελευταίο που είπε περί αντοχής. Γιατί σήμερα, αμφιβάλλω για το αν υπάρχουν κάπου – οπουδήποτε, όχι μόνο στην Ελλάδα – αριστεροί τύπου Κώστα Κάππου. Από τότε που η Αριστερά έγινε lifestyle και οι εκπρόσωποί της πελάτες των image makers φοβάμαι ότι ήρωες σαν τον Κώστα Κάππο (που ποτέ δεν διαφήμισε τον ηρωισμό του) δεν υπάρχουν. Συμπτωματικά λίγο καιρό πριν από αυτό το επεισόδιο στην Κοραή είχε κυκλοφορήσει το βιβλίο «Αριστερά, κάποτε…» της Ολγας Μπακομάρου, το οποίο περιέχει 17 συνεντεύξεις της γνωστής δημοσιογράφου με πρόσωπα της «παλιάς» Αριστεράς, που αγωνίστηκαν για τις ιδέες τους και το πλήρωσαν με διωγμούς, κυνηγητά, αποκλεισμούς, εξορίες και φυλακές. Ενας από τους συνεντευξιαζόμενους είναι ο Κώστας Κάππος. Πήρα το βιβλίο, το διέτρεξα και συνιστώ σε κάποιους που έχουν σχέση με τη σημερινή Αριστερά να το διαβάσουν. Για να δουν πως κάποιοι, κάπως, κάποτε, πρέσβευαν αυτό που κάποιοι άλλοι νομίζουν ότι πρεσβεύουν σήμερα.