Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης, σπούδασε ιστορία της τέχνης και αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Ανθρωπιστικών Σπουδών στο Στρασβούργο, συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στη Σορβόννη στο Παρίσι, εργάστηκε ως επιμελήτρια και διευθύντρια στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης και από το 1997 εργάζεται στο Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, ως υπεύθυνη της μουσειακής συλλογής και των εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Ανάμεσα στα διοικητικά της καθήκοντα βρίσκει χρόνο για να ασχοληθεί με την οργάνωση και την επιμέλεια ιστορικών εκθέσεων αναφοράς.
Στο κτίριο της Ακαδημίας Αθηνών, που ανήκει στην περίφημη Αθηναϊκή Τριλογία, στην οδό Πανεπιστημίου, παρουσίασε την προσωπικότητα του Ιάκωβου Καμπανέλλη, ανακαλύπτοντας στα Γενικά Αρχεία του Κράτους αδημοσίευτα θεατρικά του – απαγορευμένα από την επιτροπή λογοκρισίας της χουντικής περιόδου. Μιλά με πάθος και γρηγοράδα για αυτά τα ευρήματά της, τα οποία παρουσιάζει με σπάνια κομψοτεχνήματα σε έναν επιβλητικό και ξεχωριστό χώρο που πρόσφατα έγινε επισκέψιμος και για το ευρύ κοινό. Βρισκόμαστε στον χώρο της Βιβλιοθήκης «Ιωάννης Συκουτρής», εντός του κτιρίου της Ακαδημίας, περιτριγυρισμένες από ξύλινες βιβλιοθήκες, πολύτιμα βιβλία, μέσα σε μια ατμόσφαιρα διάχυτης γαλήνης. Συνθήκες ιδανικές για να μιλήσουμε για πρωταγωνιστές του παρελθόντος.
Πότε ξεκίνησαν οι εκθέσεις αναφοράς στην Ακαδημία Αθηνών;
Η πρώτη ήταν η «Ελευθερίας αφηγήσεις – Η Ακαδημία Αθηνών τιμά το 1821». Δεύτερη είναι του Ιάκωβου Καμπανέλλη και σε λίγους μήνες θα παρουσιάσουμε αυτή για τον Νικόλαο Μάντζαρο, της οποίας ένα μεγάλο μέρος αφορά τον Διονύσιο Σολωμό. Θα παρουσιαστεί μεταξύ άλλων η αλληλογραφία Μάντζαρου – Σολωμού, την οποία έχουμε στην Ακαδημία. Και είναι πολύ σημαντική γιατί ο Μάντζαρος δεν ήξερε καλά ελληνικά και ο Ιάκωβος Πολυλάς είναι αυτός που τον βοηθούσε στη γλώσσα. Νομίζω ότι συγκροτείται έτσι το πνεύμα της εποχής. Ενα μέρος αρχειακού υλικού θα έρθει από το παλιό θέατρο Σαν Τζάκομο, με αντικείμενα από την παλιά Φιλαρμονική της Κέρκυρας, το Ιόνιο Πανεπιστήμιο θα συμβάλει με δικές του πηγές καθώς και πολλές παρτιτούρες από ιδιωτικές συλλογές.
Θα υπάρχει αναφορά στην προσωπικότητα του Μάντζαρου, ο οποίος ήταν ιταλικής παιδείας, αλλά παρ’ όλα αυτά είχε συνείδηση ότι είναι Ελληνας και έγραψε τη σύνθεση για τον «Υμνο στην ελευθερία» του Σολωμού. Το έργο του αυτό είχε πολλές περιπέτειες, διότι το κατέθεσε στον Οθωνα. Ο Οθωνας δεν το δέχτηκε, λέγοντας ότι ένα εμβατήριο μιας χώρας πρέπει να είναι βαυαρικό. Στο μεταξύ, ακολουθεί η έξωση του Οθωνα, αναλαμβάνει ο Γεώργιος Α’ και πηγαίνει ένα ταξίδι στην Κέρκυρα. Σε μια συναυλία εκεί άκουσε τη σύνθεση, ζητά πληροφορίες για το αριστούργημα, όπως είπε χαρακτηριστικά, μαθαίνει για την περιπέτειά του και είναι εκείνος που το καθιέρωσε πια ως εθνικό ύμνο. Και σε αυτόν τον χώρο που βρισκόμαστε, στη διάρκεια της έκθεσης, θα παρουσιαστούν και μια σειρά από συναυλίες από τον Λεωνίδα Καβάκο.
Φέρατε επίσης τη Λάρισα στην Αθήνα.
Είναι η έκθεση κειμηλίων και ιστορικού υλικού «Larissa mea dulcissima. Γλυκυτάτη μου Λάρισα» από τη συλλογή του Νίκου Παπαθεοδώρου. Αρχικά παρουσιάστηκε τον προηγούμενο χρόνο στη Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας – Μουσείο Γ. Ι. Κατσίγρα και τώρα στην Ελληνοαμερικανική Ενωση. Ο θεατής της θα ανακαλύψει την πόλη της Λάρισας από τον 17ο έως τον 20ό αιώνα μέσα από κείμενα και αποτυπώσεις περιηγητών, θα θαυμάσει το τοπίο του Πηνειού, θα γνωρίσει πτυχές της καθημερινής ζωής, θα ενημερωθεί για την εκπαίδευση με ένα αφιέρωμα στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό στη Θεσσαλία, με εκδόσεις θεσσαλών λογίων.
Τι είναι το Μουσείο του Αρτου που επιμεληθήκατε;
Το Μουσείο της Αμφίκλειας, στο παλιό Δαδί. Η Αμφίκλεια είναι αντίστοιχη ιστορία με την Ελευσίνα, δηλαδή είχε έναν αρχαίο ναό της Δήμητρας και είναι περιοχή όπου γύρω της υπάρχουν καλλιέργειες σιτηρών. Βρεθήκαμε λοιπόν σε μια συνάντηση με έναν σύλλογο γυναικών στις 20 Νοεμβρίου, παραμονή της Παναγίας της Μεσοσπορίτισσας, και θυμάμαι που μου έδωσαν να κρατήσω ένα θεόρατο ψωμί που δεν έκλειναν τα χέρια μου. Και είδα στον δρόμο ότι όλοι κρατούσαν αγκαλιά μία κουλούρα ψωμί. Ενα από αυτά είχε πάνω του με ζύμη πλασμένο έναν γεωργό, ένα αλέτρι, έναν κάδο και γύρω μια κυκλική επιγραφή «μισό ‘φαγα, μισό ‘χω στην κοφίδα». Εν τω μεταξύ, υπήρχε συναγωνισμός μεταξύ τους ότι τα γράμματα στη μία κουλούρα δεν διαβάζονται, ότι στο άλλο ψωμί ο γεωργός παραήταν χοντρός, ότι στο τρίτο δεν υπήρχαν μάτια. Και όλοι τους σχηματίζοντας μια μεγάλη πομπή κατευθύνονταν στην εκκλησία.
Ξεκίνησα μαζί τους μια συζήτηση γι’ αυτό το έθιμο, για τη συγκεκριμένη ημερομηνία. Για παράδειγμα, όταν γεννούσε μια γυναίκα, πήγαιναν στη λεχώνα ψωμί επειδή δεν μπορούσε να ζυμώσει, για να βάζει παντού ψίχουλα στο μωρό της. Πίστευαν ότι το παιδί δεν θα ματιαζόταν γιατί οι Μοίρες θα λέγανε κάτι καλό επειδή είχε πάνω του ψωμί. Μάζεψα πληροφορίες και για άλλων ειδών ψωμιά, από του αρραβώνα και της βάφτισης έως της νηστείας. Αυτό ήταν ένα επίσης μεγάλο ψωμί με 40 πάνω του μικρότερα κουλουράκια και είχε ο καθένας το δικαίωμα να τρώει μόνο όσο ψωμί υπήρχε κάτω από το κουλουράκι για να τηρήσει τη Σαρακοστή. Τα υπόλοιπα ψωμιά, των Χριστουγέννων, της Αποκριάς, του Πάσχα, του θερισμού, του αλωνισμού, είχαν άλλα σχέδια. Αριστούργημα το καθένα. Σιγά σιγά οδηγηθήκαμε να κάνω την επιμέλεια για ένα μουσείο τοπικής ιστορίας, τη σχέση του με τον κύκλο του σταριού, του ψωμιού και τη σύνδεση των ανθρώπων με αυτό. Ηταν το πρώτο μου μουσείο. Μετά ακολούθησε η μουσειολογική επιμέλεια στο Μουσείο Ακριτών της Ευρώπης στην Παλαιοχώρα της Κρήτης, το Μουσείο Μαριανών Αδελφών και Λεοντείων Σχολείων στα Ανω Πατήσια. Οι αίθουσες του μουσείου, πρώην κοιτώνες του Οικοτροφείου της Λεοντείου, έχουν αναπαλαιωθεί, διατηρώντας όμως όλα εκείνα τα στοιχεία που συνέθεταν την ατμόσφαιρα του 1924.
Αγάπη μεγάλη όμως έχετε στη συλλογή λαογραφίας της Ακαδημίας.
Η συλλογή αυτή δεν είναι μεγάλη, αλλά έχει μια μοναδικότητα. Το 1918 ιδρύθηκε το Λαογραφικόν Αρχείον από τον Νικόλαο Γ. Πολίτη. Μία εβδομάδα πριν, είχε μόλις δημιουργηθεί από τον Κωνσταντίνο Μαλέα και τον Γεώργιο Δροσίνη το Μουσείο Κοσμητικών Τεχνών. Μέχρι το 1926 τη διεύθυνση είχε αναλάβει προσωπικά ο Γεώργιος Δροσίνης και στόχος του ήταν «η δημιουργία εθνικής κοσμητικής τέχνης». Στο μουσείο συγκεντρώνονταν πλέον αντικείμενα από την αρχαιότητα μέχρι τους πιο πρόσφατους χρόνους για να πιστοποιηθεί η συνέχεια της ελληνικής τέχνης. Στεγάστηκε στο τζαμί, στην Πλάκα. Στο Τζαμί Τζισδαράκη οργανώθηκε η έκθεση της συλλογής, η οποία περιελάμβανε αντικείμενα λαϊκής τέχνης και καθημερινής χρήσης που κάλυπταν χρονικά την περίοδο της Τουρκοκρατίας και προέρχονταν όχι μόνο από την Ελλάδα, αλλά και από όλες τις περιοχές τις οποίες κατοικούσαν Ελληνες.
Η συλλογή του Μουσείου Κοσμητικών Τεχνών συγκροτήθηκε με αγορές και δωρεές. Μάλιστα η διευθύντρια από το 1935 του μουσείου αυτού, Αννα Αποστολάκη, στις σημειώσεις της έγραφε ότι είναι μεγάλη τύχη που στεγάστηκε εκεί, επειδή μπορούν να το εμπλουτίσουν με υλικό κατεβαίνοντας τα σκαλιά. Υπήρχε το γιουσουρούμ δηλαδή μπροστά στο τζαμί και όταν έβλεπε υφάνσεις με βαφές σπάνιες, υφαντά, τα αγόραζε εμπλουτίζοντας το μουσείο. Εκείνη την εποχή τα έφερναν στο Μοναστηράκι οι ίδιοι οι Καραγκούνηδες, οι Βλάχοι, στη συνέχεια προστέθηκαν γυρολόγοι του είδους, παλαιοπώλες, έλληνες και ξένοι, που αποτελούσαν τους κύριους προμηθευτές της. Βασικό κριτήριο για την επιλογή των αντικειμένων που συλλέγονταν ήταν η καλλιτεχνική και αισθητική τους αξία και μοναδικότητα.
Ταυτόχρονα με το Μουσείο Κοσμητικών Τεχνών, στο Λαογραφικό Αρχείο, που υπαγόταν από το 1926 στην Ακαδημία Αθηνών, άρχισαν να σκέφτονται την εμπεριστατωμένη καταγραφή. Αυτοί οι «γραφιάδες», όπως ονομάζονταν τότε οι καταγραφείς του Λαογραφικού Αρχείου, πήγαιναν σε όλη την Ελλάδα και κατέγραφαν ήθη, έθιμα, συνταγές, φαγητά, ξόρκια για αρρώστιες, ό,τι μπορείς να φανταστείς. Αυτοί λοιπόν δεν είχαν ποτέ κονδύλια για να αγοράσουν αντικείμενα. Ομως μέσα στην καταγραφή τους κυρίως για ταπεινά πράγματα και εργαλεία – το πώς κάνεις το βούτυρο ή πώς φτιάχνεται το κορδόνι από μια ύφανση – τους έκαναν δωράκια. Από μία ρόκα αργαλειού έως ένα μουσικό όργανο.
Γι’ αυτό και το σημερινό Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας έχει το καλύτερο μουσικό αρχείο. Οι καταγραφές δεν σταμάτησαν ποτέ. Στην αρχή ήταν μόνο λόγια, αλλά μετά συμπληρώθηκαν και με τις πρώτες καταγραφές μουσικής στην Ελλάδα. Ετσι ξεκίνησε η συγκρότηση της συλλογής, αρχικά ταπεινής, όμως κάθε αντικείμενό της είχε μια εκτενή τεκμηρίωση, διότι συνοδευόταν από επιτόπια έρευνα. Το αρχείο περιλαμβάνει πλούσιο πρωτογενές ανέκδοτο και έντυπο λαογραφικό υλικό αλλά και μουσικές καταγραφές και ηχογραφήσεις, φωτογραφίες και κινηματογραφήσεις για όλες τις εκφάνσεις του λαϊκού πολιτισμού ως προς τον πνευματικό και υλικό βίο, που άρχισαν να συγκεντρώνονται από τα τέλη του 19ου αιώνα. Αυτή είναι η διαφορά και η μοναδικότητα της λαογραφικής συλλογής της Ακαδημίας.
Τι εντυπωσιακό βρήκατε σε αυτό το λαογραφικό αρχείο;
Υπάρχει μια μεγάλη δωρεά με ασπροκεντήματα, πετσετάκια και μαξιλαροθήκες από την Κρήτη. Ηταν τυλιγμένα μέσα σε χαρτί και όπως πήγα να το ξετυλίξω έπεσε ένα σημείωμα. Ελεγε να ανοιχθεί το πακέτο μόνο σε σκοτάδι. Οτι, επειδή έχουν γίνει στο σκοτάδι και είναι χειροποίητα, αν τα δούνε οι Μοίρες θα καταστραφούν αμέσως. Αυτό για μένα είναι ζωντανή λαογραφία.