Η ανακοίνωση, χθες, από τον υπουργό Παιδείας Κυριάκο Πιερρακάκη των δεδομένων τα οποία περιλαμβάνει το νέο νομοσχέδιο για τα πανεπιστήμια, είναι ένα πρώτο χρήσιμο υλικό (φυσικά αναμένεται το κείμενο του νομοσχεδίου). Και είναι πολλαπλά χρήσιμο. Πρώτα, επειδή εξορθολογίζει πολλά ζητήματα του δημόσιου πανεπιστημίου, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις έχουν σχέση με τη χρηματοδότηση της ανώτατης παιδείας. Ως γνωστόν, η χρηματοδότηση είναι το θέμα φετίχ της αντιπολίτευσης, που ζητάει λεφτά και υλικοτεχνικές υποδομές.
Η πρόθεση της κυβέρνησης είναι να ενισχυθούν και οι υλικοτεχνικές υποδομές των πανεπιστημίων. Μεταξύ άλλων, δίνονται πολλά λεφτά για εργαστηριακές υποδομές με εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας ενώ εξαγγέλλονται πολλά νέα συγκροτήματα φοιτητικών εστιών. Οι προμήθειες, οι επισκευές και οι επεκτάσεις αλλά και τα νέα έργα θα βελτιώσουν την καθημερινότητα. Ωστόσο, υπάρχει πάντα ένα πρόβλημα. Πολλές σχολές δυσκολεύονται να κρατούν ασφαλείς τις υποδομές τους, αφού μικρές ομάδες μπορούν να καταστρέφουν ή και να «απαλλοτριώνουν». Είναι σημαντικές οι υποδομές. Αλλά εξίσου σημαντικό είναι να ξέρουμε ότι υπάρχει η δυνατότητα από τα πανεπιστήμια της φύλαξής τους και της αξιοποίησής τους.
Η αντιπολίτευση συστηματικά διεκδικεί καλές συνθήκες στέγασης για τους κοινωνικά αδύναμους φοιτητές – αλλά ανέχεται τις άθλιες συνθήκες σε πολλές από τις λειτουργούσες σήμερα εστίες ή δεν συναινεί στις αστυνομικές προσπάθειες να μη λειτουργούν οι φοιτητικές εστίες ως άντρα συμμοριών.
Είναι λοιπόν καλόδεκτες οι εξαγγελίες, αλλά πιο καλόδεκτες θα ήταν αν συνοδεύονταν από ένα πρωτόκολλο που θα λειτουργούσε ως εγγύηση ότι οι υποδομές θα διασφαλίσουν πράγματι τη λειτουργία των εργαστηρίων των σχολών ή θα συμβάλουν στην ποιότητα ζωής των φοιτητών που μένουν στις εστίες – και γι’ αυτό είναι εξίσου υπεύθυνη η διοίκηση των πανεπιστημίων (που δεν μπορεί να μην έχει ευθύνες) και η κυβέρνηση. Με άλλα λόγια, το ζήτημα των πανεπιστημίων εκκινεί από ένα στάδιο πιο πριν: από την ανάγκη διασφάλισης της νομιμότητας. Οσο τα πανεπιστήμια θα είναι εστίες ανομίας, συχνά με την ανοχή των πανεπιστημιακών διοικήσεων, το δημόσιο πανεπιστήμιο θα μειονεκτεί.
Εναντι ποίων; Προφανώς, έναντι όσων επενδύσουν στην ιδιωτική ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα, το πλαίσιο της οποίας επίσης περιγράφεται στην εξαγγελία του υπουργού. Ως την κατάργηση του άρθρου 16 (αν ποτέ γίνει δυνατή), τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα –που καθορίζονται με αυστηρές προδιαγραφές, κτιριακές, υποδομών και εκπαιδευτικές– θα είναι αποκλειστικά παραρτήματα ξένων. Είναι η ελληνική αγορά τόσο ισχυρή ώστε να έρθουν αγγλικά ή γαλλικά ΑΕΙ; Νομίζω, σε πρώτο βαθμό, τα πρώτα παραρτήματα θα είναι κυπριακά – μια μικρή αγορά, θα αναζητήσει πρόσβαση σε μια μεγαλύτερη, όπου έχει το προνόμιο της γλώσσας.
Εστω και έτσι, αυτό συμφέρει ιδιαίτερα την Ελλάδα. Αυτή τη στιγμή, σπουδάζουν 18.000 έλληνες φοιτητές στην Κύπρο. Αν προσθέσουμε τους περισσότερους από τους 9.500 της Βρετανίας, τους 4.000 της Βουλγαρίας, τους 3.000 της Ολλανδίας, βλέπουμε ότι δημιουργείται ένα κοινό που μπορεί να συντηρήσει τουλάχιστον ένα καλό ιδιωτικό πανεπιστήμιο, το οποίο δεν θα είναι απλώς ανταγωνιστικό αλλά θα εισαγάγει και πρότυπα φοιτητικής ζωής, που σήμερα δεν υπάρχουν (π.χ. την ιδέα του κάμπους, χώρου που δεν έχει λειτουργήσει στην ελληνική πανεπιστημιακή εκπαίδευση).
Το πλαίσιο του νομοσχεδίου Πιερρακάκη είναι λογικό, δίκαιο, αναπτυξιακό και, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να λειτουργήσει αναγεννητικά στα εκπαιδευτικά πράγματα της Ελλάδας. Δικαίως οι έλληνες πολίτες –με εξαίρεση όσους είναι αθύρματα ιδεοληψιών– στηρίζουν τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Η συνταγματική νομιμότητα
Νομίζω ότι είναι επαρκής και γερά τεκμηριωμένη η απάντηση σε όποια ένσταση συνταγματικότητας κατά του νομοσχεδίου για τα ΑΕΙ και ιδίως για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια – εξηγεί μάλιστα και την επιλογή της λειτουργίας αποκλειστικά παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων. Ο υπουργός Κυριάκος Πιερρακάκης στηρίζει την πρότασή του στους ευρωπαϊκούς κανόνες και ιδίως στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, στην απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ της 6ης/10/2020 στην υπόθεση C- 66/18, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ουγγαρίας.
Στην απόφαση κρίθηκε ότι «η επ’ αμοιβή διοργάνωση μαθημάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που ασκείται από υπήκοο ενός κράτους μέλους εντός άλλου κράτους μέλους, αποτελεί δραστηριότητα που εμπίπτει στο δικαίωμα της ελεύθερης εγκατάστασης, η οποία δεν επιδέχεται περιορισμούς (άρθρο 49 Συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ – ΛΕΕ).
Επιπροσθέτως, με την επίκληση των άρθρων 13 (“η ακαδημαϊκή ελευθερία είναι σεβαστή”), 14 περ. 3 (περί ελευθερίας ίδρυσης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με σεβασμό στις δημοκρατικές αρχές) και 16 (επιχειρηματική ελευθερία) του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ – ΧΘΔΕΕ, το Δικαστήριο κατέδειξε ότι ο ερμηνευτής του εθνικού Συντάγματος, όταν καλείται να εφαρμόσει συνταγματικές διατάξεις, όπως η ίδρυση πανεπιστημιακών σχολών ή την εγκατάσταση παραρτημάτων πανεπιστημίων άλλων χωρών, οφείλει να τις ερμηνεύει σε αρμονία με το νόημα που έχουν και αποκτούν κατά τη συνδυαστική εφαρμογή τους με τις θεμελιώδεις ελευθερίες του δικαίου της Ενωσης».