Όλο και περισσότεροι food bloggers προτείνουν στο TikTok εναλλακτικές για παρασκευή ροφημάτων τύπου Starbucks, παίρνοντας ουσιαστικά θέση εναντίον των ανελέητων επιθέσεων του Ισραήλ στη Γάζα με δεκάδες χιλιάδες θύματα και ενισχύοντας το μποϊκοτάζ σε βάρος της αλυσίδας καφέ.
Πλήγμα έχει δεχθεί και ο αμερικανικός κολοσσός του fast food, η McDonald’s, η οποία έχει προαναγγείλει μειωμένες τριμηνιαίες πωλήσεις εξαιτίας του μποϊκοτάζ.
Ακτιβιστές προτρέπουν ευρέως τους καταναλωτές να μην καταναλώνουν προϊόντα των Starbucks μετά την μήνυση της εταιρείας στο συνδικάτο των εργαζομένων της για μια ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τον περασμένο Οκτώβριο.
Η αλυσίδα ισχυρίστηκε ότι η Workers United παραβίασε το εμπορικό της σήμα χρησιμοποιώντας το όνομα και το λογότυπο της εταιρείας, εκφράζοντας αλληλεγγύη προς τους Παλαιστίνιους σε μια ανάρτηση στο X (πρώην Twitter).
Η Workers United απάντησε από την πλευρά της ότι η Starbucks τη δυσφήμησε καθώς άφησε, όπως ισχυρίζεται, υπαινιγμούς ότι το συνδικάτο υποστηρίζει την τρομοκρατία και τη βία.
Μετά από αυτό, τα Starbucks μπήκαν στο στόχαστρο των διαδηλώσεων τόσο υπέρ της Παλαιστίνης όσο και υπέρ του Ισραήλ.
Την κατάσταση προσπάθησε να «μαζέψει» η εταιρεία, η οποία σε ανακοίνωσή της υποστήριξε ότι «δεν έχει πολιτική ατζέντα» και διέψευσε ισχυρισμούς ότι χρησιμοποιεί τα κέρδη της για να χρηματοδοτήσει «οποιεσδήποτε κυβερνητικές ή στρατιωτικές επιχειρήσεις οπουδήποτε».
Δεδομένου ότι πρόκειται για έναν από τους ογκόλιθους του κλάδου, η υπόθεση προβληματίζει τους αναλυτές για το κατά πόσον τα μποϊκοτάζ έχουν τη δύναμη να προκαλέσουν πραγματικό οικονομικό πλήγμα. Και αντίστοιχα, αυτό προκαλεί ερωτηματικά και στους επενδυτές, όπως δήλωσε στους FT ο Danilo Gargiulo, ανώτερος ερευνητικός αναλυτής στην AB Bernstein.
Ανακοινώνοντας τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου και τις προβλέψεις για όλο το 2024, ο CEO της εταιρείας Laxman Narasimhan έκανε λόγο για «αρνητικό αντίκτυπο στην επιχείρησή μας στη Μέση Ανατολή», ενώ όσον αφορά τις ΗΠΑ, όπου επίσης παρουσιάζεται επιβράδυνση από τα μέσα Νοεμβρίου, το απέδωσε «εν μέρει» σε «λανθασμένες αντιλήψεις» σχετικά με τη θέση της εταιρείας στη σύγκρουση.
Σύμφωνα με τον Gargiulo, «τυπικά, [τα μποϊκοτάζ] είναι αρκετά περιορισμένα όσον αφορά τη γεωγραφική εμβέλεια και τη διάρκεια». Έκρινε, όμως, σκόπιμο να προσθέσει ότι και οι ίδιες οι γεωπολιτικές εντάσεις σε παγκόσμιο επίπεδο στις μέρες μας είναι αυξανόμενες, σε σύγκριση με μερικά χρόνια πριν.
Η McDonald’s
Πλήγμα έχει δεχθεί και ο αμερικανικός κολοσσός του fast food, η McDonald’s.
Τα αποτελέσματα της McDonald’s είναι ενδεικτικά: το τρίμηνο Οκτωβρίου – Νοεμβρίου 2024 τόσο τα ιδιόκτητα καταστήματα της αλυσίδας όσο και τα franchise σε περισσότερες από 80 αγορές, ήταν πολύ χαμηλότερα από τις προσδοκίες των αναλυτών και των επενδυτών.
Η εταιρεία απέδωσε την επιβράδυνση κυρίως στη μείωση της ζήτησης στα εστιατόριά της στη Μέση Ανατολή, καθώς και σε εκείνα των μουσουλμανικών –κυρίως- χωρών, όπως η Ινδονησία και η Μαλαισία.
Το φιλοπαλαιστινιακό κίνημα Boycott, Divestment, Sanctions (BDS) υποστήριξε το μποϊκοτάζ της McDonald’s πέρυσι, όταν το franchise της στο Ισραήλ ανέφερε στον λογαριασμό του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι είχε δώσει χιλιάδες δωρεάν γεύματα στο προσωπικό των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων.
Ο CEO της McDonald’s, Chris Kempczinski, δήλωσε σε ανάρτησή του στο LinkedIn τον περασμένο μήνα ότι «αρκετές αγορές στη Μέση Ανατολή και ορισμένες εκτός της περιοχής αντιμετωπίζουν σημαντικό επιχειρηματικό αντίκτυπο λόγω του πολέμου».
Ο ίδιος έκανε λόγο για παραπληροφόρηση και ανακριβείς αναφορές σε σχέση με τη θέση της εταιρείας και ισχυρίστηκε ότι «η McDonald’s Corporation δεν χρηματοδοτεί ούτε υποστηρίζει καμία κυβέρνηση που εμπλέκεται σε αυτήν τη σύγκρουση», προσθέτοντας ότι «οποιεσδήποτε ενέργειες» από τοπικά franchise «έγιναν ανεξάρτητα, χωρίς τη συγκατάθεση ή την έγκριση της McDonald’s».
Στον αντίποδα η Ben & Jerry’s
Η εταιρεία παραγωγής παγωτού Ben & Jerry’s είναι μία από τις λίγες εταιρείες που έχουν τοποθετηθεί δημόσια ζητώντας μόνιμη κατάπαυση του πυρός στη Γάζα.
Και το έκανε, με κίνδυνο να αναζωπυρώσει μια μακροχρόνια διαμάχη με τη μητρική της εταιρεία Unilever, η οποία πούλησε τον ισραηλινό βραχίονα του brand σε τοπικό κάτοχο άδειας το 2022, αφότου η Ben & Jerry’s προσπάθησε να σταματήσει την πώληση των προϊόντων της στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.
Τι λένε ο αναλυτές
Σύμφωνα, πάντως, με τους FT, ορισμένοι αναλυτές αποδίδουν την επιβράδυνση των πωλήσεων των Starbucks σε μια γενικευμένη πτώση του καταναλωτικού κλίματος στις ΗΠΑ και στη στασιμότητα της οικονομίας της Κίνας, δεύτερης μεγαλύτερης αγοράς της εταιρείας, όπου έχει περίπου 6.500 καταστήματα.
Άλλοι παρατήρησαν ότι συνέπεσε με το λανσάρισμα ενός νέου χειμερινού μενού, το οποίο υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε να έχει καταπλήξει τους πελάτες.
Για την ιστορία, πάντως, τα Starbucks δεν έρχονται για πρώτη φορά αντιμέτωπα με τη δυσαρέσκεια μερίδας καταναλωτών.
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, επικρίθηκε για την υποστήριξη του γάμου ομοφύλων, ενώ άλλοι διαφώνησαν με τη στάση της απέναντι στο σωματείο εργαζομένων της. Τίποτα, όμως, από όλα αυτά δεν έβαλε εμπόδια στη μεγέθυνσή της.
«Αυτά τα πράγματα γίνονται τακτικά και γενικά δεν έχουν μόνιμο αντίκτυπο στις εταιρείες, καθώς η στάση [των καταναλωτών] μπορεί να αλλάξει πολύ γρήγορα», δήλωσε ο Michael Barnett, καθηγητής διαχείρισης και παγκόσμιων επιχειρήσεων με έμφαση στην εταιρική κοινωνική ευθύνη, στο Rutgers Business School.
Ωστόσο, προειδοποίησε ότι ενώ τα περισσότερα μποϊκοτάζ κατέληγαν με την επιστροφή των πελατών στις παλιές τους συνήθειες, μπορούν να κάνουν μόνιμη ζημιά, εάν διαρκέσουν για «αρκετό χρόνο ώστε να αναγκάσουν τους ανθρώπους να αλλάξουν τον τρόπο αγορών τους», όπως για παράδειγμα να στραφούν σε κάτι άλλο ως υποκατάστατο που τελικά θα γίνει νέα συνήθεια.
Πηγή: ot.gr