Δεν είναι πολλοί, μόλις εννέα εκατομμύρια, ένα 2% του συνολικού πληθυσμού της ΕΕ. Εχουν όμως μια δύναμη επιρροής που άλλα κοινωνικά κινήματα και τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας δεν βλέπουν ούτε στα όνειρά τους.
Για να κάνουν άλλωστε τη φωνή τους να ακουστεί, δεν χρειάζονται να βγάλουν στους δρόμους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους: αρκούν μερικά τρακτέρ για να κλείσει ένας αυτοκινητόδρομος ή να παραλύσει μια πόλη.
Η δύναμη των αγροτών, όμως, δεν έγκειται μόνο σε αυτό, πηγάζει και από την αλήθεια των συνθημάτων τους, εκείνου του «Χωρίς αγρότες, δεν υπάρχει τροφή» που γράφουν τα πανό τους στην Ιταλία ή του «Το τέλος μας θα σημάνει την πείνα σας!» που φωνάζουν στην Ισπανία. Επιπλέον, οι αγρότες διαθέτουν και ένα συμβολικό κεφάλαιο: σε έναν αστικοποιημένο και παγκοσμιοποιημένο κόσμο, ενσαρκώνουν για πολλούς τη σύνδεση με τη γη, την ουσία της χώρας.
Η οργή τους αγγίζει, λοιπόν, ταυτόχρονα πολλές χορδές. Και μία κρίσιμη πολιτική συγκυρία όπως αυτή, με τις ευρωεκλογές προ των πυλών, τις δημοσκοπήσεις να προβλέπουν σημαντική άνοδο των λαϊκιστικών, ακροδεξιών κομμάτων, και την Ακροδεξιά να εκμεταλλεύεται ανερυθρίαστα τις αγροτικές κινητοποιήσεις, κάνει τις Βρυξέλλες, όπως και πολλές ακόμα ευρωπαϊκές μητροπόλεις, να τρέμουν.
Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Ιταλία, Ισπανία, Ρουμανία, Πολωνία, Ελλάδα… Σε κάθε χώρα υπάρχουν και κάποιες ιδιαίτερες διεκδικήσεις.
Για τον πολωνό ή τον ρουμάνο αγρότη η Ουκρανία εκπροσωπεί έναν εγγύτερο ανταγωνισμό από ό,τι για τον Ισπανό ή τον Ιταλό. Κάποιες φορές, επίσης, υπάρχουν συγκρουόμενα συμφέροντα. Ενα επαναλαμβανόμενο παράπονο στη Γαλλία είναι ο καταγγελλόμενος ως αθέμιτος ανταγωνισμός από τα φθηνότερα ισπανικά προϊόντα.
Τα περισσότερα παράπονα, ωστόσο, είναι κοινά. Η ευρωπαϊκή ύπαιθρος κινητοποιείται ενάντια στους φόρους στα καύσιμα που την πνίγουν σε περιόδους πληθωρισμού. Ενάντια στους περιβαλλοντικούς κανονισμούς που θεωρεί υπερβολικούς και επιβλαβείς για την παραγωγή, αυτό που αποκαλεί τιμωρητική οικολογία.
Ενάντια στη γραφειοκρατία που τρώει στους αγρότες όλο και περισσότερο χρόνο.
Ενάντια στη μεγάλη βιομηχανία και τις αλυσίδες που, όπως λένε, τους ξεζουμίζουν και συμβάλλουν στη μείωση του εισοδήματός τους. Ενάντια στις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου που, σύμφωνα με τους ίδιους, τους θέτουν σε μειονεκτική θέση έναντι χωρών με λιγότερο αυστηρούς κανονισμούς και χαμηλότερους μισθούς.
Ενάντια ή τουλάχιστον βαθιά επιφυλακτική απέναντι στο ενδεχόμενο να εισέλθει μια μέρα στην ΕΕ η Ουκρανία, μια γεωργική υπερδύναμη.
Ολα τα ευρωπαϊκά κράτη – μέλη που επηρεάζονται έχουν ανακοινώσει μέτρα κατευνασμού των αγροτών – χωρίς να έχουν καταφέρει μέχρι στιγμής και πολλά. Το ίδιο έχει σπεύσει να κάνει, πιεζόμενη από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, που πιέζεται με τη σειρά του από τον φόβο της Ακροδεξιάς, και η Κομισιόν.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη προτείνει μέτρα για τον περιορισμό των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων από την Ουκρανία και την παροχή μεγαλύτερης ευελιξίας όσον αφορά τους κανόνες για την αγρανάπαυση· έχει υποσχεθεί «απλοποίηση» της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής· παράλληλα, έδωσε τη χαριστική βολή σε νομοσχέδιο το οποίο είχε ήδη μπλοκάρει το Ευρωκοινοβούλιο, για τη μείωση κατά το ήμισυ, μέχρι το 2030, της χρήσης των χημικών παρασιτοκτόνων στην ΕΕ· και εισηγήθηκε μεν, στον νέο οδικό της χάρτη για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, τη μείωση κατά 90% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2040, αφαίρεσε ωστόσο την αξίωση να μειωθούν παράλληλα κατά 30% οι εκπομπές (πλην διοξειδίου του άνθρακα) από την αγροτική παραγωγή.
Κάποιοι μιλούν ήδη για ξήλωμα της πράσινης Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Κι εντούτοις η γαλλική «Libération» δηλώνει πεπεισμένη πως η λύση στην οργή των αγροτών είναι μία πραγματική αγροτική μετάβαση. Πώς μπορούν άραγε να συμφιλιωθούν αυτές οι δύο κατά τα φαινόμενα φυγόκεντρες δυνάμεις;