Αφού έχουμε πατήσει καλά στο 2024 και μας χωρίζουν λιγότερο από δύο εβδομάδες από την 24η Φεβρουαρίου, πρέπει να παραδεχτούμε ότι, πλησιάζοντας τη δεύτερη επέτειο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, παρά τον ηρωικό αγώνα τους επί δύο χρόνια, οι Ουκρανοί τον πίνουν, όπως θα έλεγε η κυρία Τζάκρη του ΣΥΡΙΖΑ και κορυφαία των Κασσελακιστών.
Να τα βάλουμε κάτω ένα προς ένα. Η αντεπίθεση απέτυχε να διασπάσει τις γραμμές που οι εισβολείς έχουν οχυρώσει με χιλιάδες νάρκες, τα σύγχρονα δυτικής κατασκευής άρματα μάχης των Ουκρανών δεν βοήθησαν. Οι αμυνόμενοι έχουν δείξει εξαιρετική ευρηματικότητα στην αξιοποίηση νέων οπλικών συστημάτων, χαμηλού κόστους, όπως τα drones. Αλλά η Ρωσία χάρη στον όγκο της δεν μετακινείται και χάρη στο στρατηγικό βάθος της αντέχει. Δεν είναι μόνο ότι η Δύση (δηλαδή οι ΗΠΑ) έπειτα από δύο χρόνια βαρέθηκε – αυτό ήταν το όριο της συγκέντρωσης που μπορούσε να έχει η πολιτική τάξη της σε ένα διεθνές ζήτημα τόσο κρίσιμο: δύο χρόνια. Δεν είναι μόνο ότι το Κογκρέσο δεν εγκρίνει την αποστολή όπλων. Είναι κυρίως ότι τους λείπει προσωπικό, στερεύει η πληθυσμιακή ομάδα από την οποία στρατολογούνται. Βλέπεις, στο CNN ας πούμε, εξηντάρηδες να υπηρετούν σε μάχιμες θέσεις στο μέτωπο.
Πρόκειται για μια κατάσταση πραγμάτων, την οποία εμείς πρέπει να την καταλαβαίνουμε και κάτι να μας θυμίζει. Είχαμε χάσει τον στρατιωτικό αγώνα – ηρωικά, αλλά τον είχαμε χάσει – όταν παρενέβησαν οι στόλοι των Μεγάλων Δυνάμεων και τη γλιτώσαμε. Σωστά; Με τη διαφορά ότι στον σημερινό ρευστό κόσμο, της Μέσης Ανατολής όπου η κρίση κινδυνεύει να πάρει διαστάσεις γενικότερης σύρραξης, με μία αβέβαιη αμερικανική ηγεσία, είτε στην πορτοκαλί είτε στην ξεκούρδιστη εκδοχή της, με την Κίνα που παρακολουθεί τη Δύση να φθείρεται και τον Ειρηνικό να αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για τις ΗΠΑ, δεν μπορώ να φανταστώ στρατιωτική παρέμβαση της Δύσης υπέρ της Ουκρανίας, οπότε ο παραλληλισμός τελειώνει εδώ.
Θα το καταλάβουν και οι ίδιοι οι Ουκρανοί κάποια στιγμή (ακόμη είναι μάλλον νωρίς) ότι ως εδώ ήταν και ότι το παρακάτω θα είναι μόνο αυτοκαταστροφικό. Πάντα έτσι γίνεται και παντού, έτσι θα γίνει και τώρα. Κάποια στιγμή, που ελπίζω να μην αργήσει υπερβολικά, θα συνειδητοποιήσουν ότι αυτό για το οποίο πολεμούν και θυσιάζονται, δηλαδή η ελευθερία να επιλέγουν την πολιτική ταυτότητα της Δύσης, εξυπηρετείται καλύτερα από άλλες οδούς. Πάντως, όχι από μια στρατιωτική εμπλοκή της Ουκρανίας με τη Ρωσία που θα διαιωνίζεται. Εκεί, σε αυτό το στάδιο, ο ρόλος της Δύσης και των διεθνών θεσμών της, κυρίως του ΝΑΤΟ, αλλά και της Ευρώπης, θα είναι απαραίτητος προκειμένου να αγκιστρωθεί η Ουκρανία στη Δύση και να κερδίσει τη θέση της στην πολιτική ενότητα της Δύσης.
Αυτά για τους Ουκρανούς, που έχουν πάντα τη συμπάθεια και τον θαυμασμό μας, υποθέτω. Εμείς τι κάνουμε; Σε μια τέτοια εξέλιξη των πραγμάτων, η πλευρά την οποία διαλέξαμε εξακολουθεί να είναι η σωστή πλευρά της Ιστορίας; Με τους όρους της κυρίας Τζάκρη, δηλαδή, εμείς τον πίνουμε ή όχι; Οχι. Εξακολουθούμε να βρισκόμαστε στη σωστή πλευρά, γιατί οι αρχές για τις οποίες σκοτώνονται οι Ουκρανοί εξακολουθούν να έχουν την ίδια αξία και για εμάς. Εξακολουθούμε, λ.χ., να θέλουμε να ζούμε σε ένα σύστημα που θα αναδεικνύει την πολιτική εκπροσώπηση και ηγεσία του με ελεύθερες εκλογές. Επομένως, δεν γίνεται να μην υπερασπιζόμαστε αυτή τη μορφή κυβέρνησης από τον λαό για τον λαό, όπως έλεγε ο Λίνκολν, άρα είμαστε πάντα με την Ουκρανία.
Η εύκολη απάντηση του «μη δεδομένου και πρόθυμου συμμάχου», σύμφωνα με την ορολογία της αντιπολίτευσης, είναι η εύκολη απάντηση, που είναι η κουτή και η εσφαλμένη. Ενας αναχρονισμός από τη δεκαετία του 1980, χωρίς την παραμικρή αξία σήμερα. Ενδιάμεση θέση δεν μπορεί να υπάρχει στον σημερινό κόσμο με τη μορφή που τείνει να πάρει η, ακόμη θολή και σε πολλά σημεία της ασαφής, γραμμή αντιπαράθεσης. Μόνο μακροπρόθεσμο μπορεί να είναι το κέρδος ή η ζημία από την υπόθεση αυτή, για την πλευρά στην οποία στέκεται η Ελλάδα. Το κέρδος αυτό θα εξαρτηθεί από δύο παράγοντες: πόσο έτοιμη θα μπορεί να είναι η Ουκρανία για τον εδαφικό συμβιβασμό με τη Ρωσία και πόσο έτοιμη η Δύση να την ενσωματώσει.